Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

Ομιλία του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Ανω Βουλή) της Ρωσικής Ομοσπονδίας

final_2_12_09 _thinner_4cm_short_new_10 _orkomosia _sketch_3-cblack


ΟΜΙΛΙΑ Κ. ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΤΟ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ (ΑΝΩ ΒΟΥΛΗ)
ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ
ΤΕΤΑΡΤΗ 14.12.16

            Κυρία Πρόεδρε, αξιότιμα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, κύριοι συνάδελφοι, αγαπητοί φίλοι,

            Είναι ιδιαίτερη τιμή αλλά και χαρά για μένα, ότι μου δίνεται σήμερα η δυνατότητα να απευθυνθώ προς τα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

            Αποτελεί κοινή γνώση ότι οι φιλικές, οι προνομιακές θα έλεγα, σχέσεις των δύο λαών μας είναι μακραίωνες. Είναι γνωστές οι «Πορείες από τους Βαράγγους στους Έλληνες», όπου μέσω του εμπορίου υπήρχε επικοινωνία των λαών του Βορρά με την Ευρώπη και τον Ελληνικό Κόσμο μέσω της χώρας των Ρως και του Βυζαντίου. Ουσιαστικά όμως, οι προνομιακές σχέσεις ξεκινούν από
τον Εκχριστιανισμό των Ρως, που έλαβε χώρα το έτος 988. H απαρχή των επίσημων σχέσεων της Ρωσίας με την Ελλάδα βασίζεται σε θεμέλια πνευματικά και πολιτισμικά. Αλλά βασίζεται και σε θεμέλια αισθητικά. Στα θεμέλια των ελληνορωσικών σχέσεων βρίσκεται και η κοινή εκτίμηση για την ομορφιά, την αξία αυτή, που σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι θα σώσει τον κόσμο.

           
            Στα χρόνια που ακολούθησαν οι σχέσεις των δύο λαών γίνονταν όλο και πιο στενές. Εφέτος μάλιστα εορτάσθηκαν τα 1000 χρόνια από την πρώτη έγγραφη μνεία Ρώσων μοναχών που είχαν εγκαταβιώσει στο Άγιο Όρος. Μετά την κατάλυση του Βυζαντίου, πολλοί Έλληνες λόγιοι, κληρικοί, ζωγράφοι, μουσικοί, φιλόλογοι, αρχιτέκτονες, αλλά και απλοί έμποροι εύρισκαν καταφύγιο στην ομόδοξη Ρωσία. Οι Έλληνες λόγιοι, μετέφεραν στη Ρωσία την ουσία του βυζαντινού πολιτισμού, συνεισέφεραν στην προσπάθεια του νέου αυτού λαού της Ευρώπης να δημιουργήσει ένα νέο πολιτιστικό σύστημα, προσέφεραν την εμπειρία και τις γνώσεις τους και βρήκαν μία φιλόξενη στέγη για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων τους. Αρκεί να αναφέρουμε ονόματα, όπως αυτά του μεγάλου αγιογράφου Θεοφάνους του Έλληνα (14ος αιώνας), του θεολόγου και φιλολόγου Μάξιμου του Γραικού (16ος αιώνας), των αδελφών Λειχούδη «εκ της περιφήμου νήσου της Κεφαλληνίας», όπως οι ίδιοι υπέγραφαν τα έργα τους, οι οποίοι ίδρυσαν την Σλαβογραικολατινική Ακαδημία, το πρώτο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα στη Ρωσία (17ος αιώνας), αλλά και του Ιωάννη Καποδίστρια, μιας εμβληματικής μορφής, που υπήρξε  Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και Πρώτος Κυβερνήτης της ελεύθερης Ελλάδας.

Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν απλώς η πλέον γνωστή περίπτωση ενός εξαιρετικά μεγάλου αριθμού Ελλήνων που υπηρέτησαν στο Υπουργείο Εξωτερικών ή και στον στρατό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Άλλωστε μία από τις σημαντικότερες γέφυρες, ένας από τους σημαντικότερους δεσμούς   μεταξύ των δύο χωρών μας είναι  η πολυπληθής ελληνική ομογένεια της Ρωσίας. Μία ομογένεια που αποτελείται  από απογόνους εκείνων που βρήκαν καταφύγιο στην ομόδοξη Ρωσία στα δύσκολα χρόνια μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά ακόμη και από απογόνους των αρχαίων ελληνικών αποικιών της περιοχής του Ευξείνου Πόντου, καθώς από όσους κατέφυγαν ως πολιτικοί πρόσφυγες στην τότε Σοβιετική Ένωση. Οι Έλληνες αυτοί αφομοιώθηκαν στη ρωσική κοινωνική ζωή, διατηρώντας, ωστόσο την ελληνικότητά τους. Οι Ρώσοι πολίτες, εκπρόσωποι της ελληνικής ομογένειας στη Ρωσία σήμερα, ξεπερνούν τις εκατό χιλιάδες και ζουν διάσπαρτοι σχεδόν σε ολόκληρη την επικράτεια της απέραντης Ρωσίας: από τη Σιβηρία μέχρι το Καλίνινγκραντ και από το Μούρμανσκ μέχρι την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, όπου και υπάρχει και η μεγαλύτερη συγκέντρωση ομογενών. Σε όλη τους την ιστορία, έχουν προσφέρει πολλά τόσο στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας από την ίδρυσή της, όσο και στην πολιτιστική και κοινωνική ζωή της Ρωσίας. Πολλοί από τους μεγαλύτερους εθνικούς ευεργέτες της Ελλάδας εργάσθηκαν και ευημέρησαν στην Ρωσία. Μεταξύ των ελληνικής καταγωγής Ρώσων πολιτών της πιο πρόσφατης περιόδου συγκαταλέγονται και διαπρεπείς προσωπικότητες, όπως ο αρχιμουσικός Οδυσσέας Δημητριάδης, ο αρχαιολόγος που ανακάλυψε το Χρυσό της Βακτριανής Βίκτωρ Σαριγιαννίδης, ο πρώτος Δήμαρχος της Μόσχας Γαβριήλ Ποπώφ, ο αστροναύτης και Ήρωας της Ρωσίας Φιόντωρ Γιουρτσίχιν, αλλά και λαϊκοί ήρωες της σοβιετικής περιόδου, όπως η περίφημη «ηρωίδα του μόχθου» οδηγός τρακτέρ Πάσα Αγκέλινα που υπήρξε σύμβολο της δεκαετίας του 1930, δεκάδες ανώνυμοι και επώνυμοι ήρωες του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, ο ήρωας δάσκαλος Ιβάν Κανίδης, που θυσιάστηκε για να σώσει δεκάδες μικρούς μαθητές στην τρομοκρατική επίθεση του Μπεσλάν και πολλοί άλλοι. Τα ενδεικτικά αυτά παραδείγματα, καταδεικνύουν το ρόλο των Ελλήνων της Ρωσίας και αποδεικνύουν, ότι χωρίς να έχουν χάσει την αγάπη τους για την ιστορική τους πατρίδα, προσέφεραν ό,τι ήταν δυνατόν στη χώρα όπου γεννήθηκαν και μεγάλωσαν.

            Οι δύο χώρες μας, μπορούν να είναι υπερήφανες για το γεγονός, ότι στη δίνη της ευρωπαϊκής ιστορίας, όταν η Ευρωπαϊκή ήπειρος σπαράσσονταν από πολέμους, όπου οι συμμαχίες των κρατών άλλαζαν και οι χθεσινοί φίλοι γινόντουσαν με εντυπωσιακή ευκολία εχθροί, σχεδόν ποτέ δεν εστράφησαν η μία κατά της άλλης. Αντιθέτως βρεθήκαμε στην ίδια πλευρά σε πολλούς κρίσιμους αγώνες, με αποκορύφωμα τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ελλάδα, μία μικρή χώρα, η οποία το 1940 δέχθηκε απρόκλητα επίθεση και αντιτάχθηκε στον φασισμό και στο ναζισμό, συνεχίζοντας τον αγώνα, μέσω της Εθνικής Αντίστασης, μέχρι την απελευθέρωση και την τελική νίκη. Η αξιοθαύμαστη για όλον τον τότε ελεύθερο κόσμο αντίσταση των Ελλήνων εκτός των άλλων είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι καθυστέρησε ουσιαστικά και την επίθεση της Γερμανίας στο ανατολικό μέτωπο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι οι θυσίες και η δύναμη του ρωσικού λαού μετά την επίθεση που δέχθηκε, απρόκλητα, η τότε Σοβιετική Ένωση, ήταν εκείνες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάσχεση και εν τέλει στην ήττα των ναζιστικών στρατευμάτων. Άλλωστε στην ευρωπαϊκή ήπειρο το μόνον τακτικό μέτωπο πολέμου μέχρι το 1944 (γιατί βεβαίως υπήρχαν  πυρήνες αντίστασης και στην  Ελλάδα και αλλού) ήταν το λεγόμενο Ανατολικό Μέτωπο, δηλαδή το μέτωπο με την Ρωσία. Τον ρόλο αυτό της Ρωσίας πρέπει πάντοτε να τον θυμόμαστε με σεβασμό. Και είναι ακόμη πιο σημαντικό να τον θυμόμαστε σήμερα που δυστυχώς παρατηρείται διεθνώς μια τάση επαναθεώρησης της ιστορίας.

            Χαρακτηριστικό των προνομιακών σχέσεων των δύο λαών μας, που δείχνει πόσο βαθιά ριζωμένα είναι τα αισθήματα φιλίας και οικειότητας στις ψυχές των πολιτών μας, είναι το γεγονός, ότι όταν μετά τη λήξη του Πολέμου, που ο κόσμος διχάστηκε από τον Ψυχρό Πόλεμο και οι χώρες μας βρέθηκαν για πρώτη φορά σε διαφορετικά στρατόπεδα, τα αισθήματα των ανθρώπων δεν άλλαξαν.

Τα τελευταία είκοσι χρόνια αναπτύσσουμε σταθερά τις διμερείς σχέσεις σε όλα τα επίπεδα, αν και η περίοδος μετά το 2014  έριξε δυστυχώς μία βαριά σκιά στις εμπορικές συναλλαγές. Είναι όμως στέρεα βούληση μας να καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια για εδραίωση και εμβάθυνση των σχέσεων συνεργασίας σε όλους τους τομείς, τόσο στο διμερές επίπεδο, όσο και στο διεθνές. Την βούληση αυτή επισφράγισαν με τον πλέον εμφατικό τρόπο η επίσκεψη του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλου στη Μόσχα τον Ιανουάριο και η επίσκεψη του Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας κ. Βλαντίμιρ Πούτιν στην Αθήνα το Μάιο του 2016.
           
            Κυρίες και κύριοι,

Όσοι πίστεψαν ότι είχε έλθει το τέλος της ιστορίας είναι σήμερα προφανές ότι έκαναν λάθος. Αυτό όμως δεν είναι το σημαντικό. Το σημαντικό είναι πώς θα διαμορφώσουμε την ιστορία, πώς θα διαμορφώσουμε το μέλλον, το οποίο μάλιστα μοιάζει  να εξελίσσεται όλο και με ταχύτερους ρυθμούς. Το σημαντικό είναι να δείξουμε εάν έχουμε διδαχθεί από τα λάθη των παλαιοτέρων γενεών και εάν είμαστε σε θέση να τα αποφύγουμε. Και μικρά και μεγάλη κράτη έχουν το δικό τους, αναλογικά μικρότερο ή μεγαλύτερο μερίδιο που μπορούν να συνεισφέρουν στην εμπέδωση της ειρήνης, της ευημερίας και στην αναστροφή μιας διαβρωτικής θα έλεγα απαισιόδοξης ψυχολογίας που απλώνεται στους λαούς.
Η Ελλάδα έχει την τελευταία επταετία βρεθεί στο θεματικό επίκεντρο δύο σημαντικότατων κρίσεων: της κρίσης στην ευρωζώνη και της μεταναστευτικής κρίσης. Και έχει βρεθεί στο γεωγραφικό κέντρο ενός τριγώνου εστιών αστάθειας και συγκρούσεων.
Παρ’ όλα αυτά η Ελλάδα έχει λειτουργήσει ως πόλος σταθερότητας σε ένα περιβάλλον προϊούσας αστάθειας, καθώς τα τελευταία χρόνια υπάρχει και γενικευμένη αποσταθεροποίηση τόσο στην περιοχή της Μέσης Ανατολής όσο και στην Β. Αφρική με εμπόλεμες εστίες, με εμφύλιες διαμάχες, με ακραίες φονταμενταλιστικές θρησκευτικές εκρήξεις βίας και βέβαια με τεράστιες οικονομικές ανισότητες που παράγει η παρούσα φάση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος. Αιτίες που μαζί και με τις μεγάλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που υπάρχουν από την κρίση στην οποία αναφέρεται και η πρόσφατη συμφωνία του Παρισιού, προκάλεσαν και προκαλούν ευλόγως και απολύτως αιτιολογημένα πολύ μεγάλες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές απ’ όλες τις χώρες της περιοχής προς την Ευρώπη. Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να δυναμώσουν οι προσπάθειες σε Διεθνές επίπεδο για ειρήνη, για σταθερότητα, για ασφάλεια και για ανάπτυξη. Δυστυχώς η λεγόμενη Διεθνής Κοινότητα αλλά και οι Διεθνείς Οργανισμοί όπως ο ΟΗΕ, δε δείχνουν να αντιλαμβάνονται σε βάθος τις βαρύτατες ευθύνες που υπάρχουν για τη δημιουργία αυτής της κρίσης που μπορεί να σφραγίσει τον τρέχοντα 21ο αιώνα. Η χώρα μας ζει αυτή την διάψευση, την αμηχανία και την άρνηση από πολλές Ευρωπαϊκές χώρες να αναλάβουν το ελάχιστο μερίδιο ευθύνης για την αντιμετώπιση της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης.
Η χώρα μου έχει υποβληθεί σε θυσίες επτά σχεδόν ετών με τεράστιες κοινωνικές συνέπειες στα όρια της ανθρωπιστικής καταστροφής, όχι μόνον ως μέσο για την επίλυση της οικονομικής κρίσης, με συνεχή μνημόνια λιτότητας και υφεσιακά αποτελέσματα. Η Ελλάδα φέρει δηλαδή ένα βάρος όχι μόνον για τη διάσωση της οικονομίας της αλλά και για τη διάσωση της ευρωπαϊκής ιδέας, καθώς οιαδήποτε άλλη επιλογή δεν θα έπληττε μόνον την ούτως ή άλλως ταλανιζόμενη ελληνική οικονομία, αλλά και την ευρωπαϊκή ιδέα, θα έπληττε ηθικά μια Ευρώπη που αντιμετωπίζει όλο και περισσότερες δυσκολίες στο να παρουσιάσει και στους μεγαλύτερους, αλλά προ πάντων στους νεώτερους ένα πειστικό όραμα για το μέλλον.
Η χώρα μου σήκωσε και το βάρος μιας μεταναστευτικής κρίσης που αφορούσε την Μέση Ανατολή και όλη την Ευρώπη.  Παρά την οικονομική δυσπραγία ο ελληνικός λαός δίνει κάθε μέρα την ίδια απάντηση: ότι είναι ανθρώπινο καθήκον μας να βοηθήσουμε όσους πρόσφυγες χρειάζονται τη βοήθειά μας. Αυτήν την απάντηση έδωσε ο μέσος Έλληνας όταν 1,2 εκατομμύρια μετανάστες και πρόσφυγες εισήλθαν στη χώρα μας. Αυτήν την απάντηση έδωσε και περίπου για τους 60.000 εγκλωβισμένους στην Ελλάδα πρόσφυγες. Την ίδια απάντηση δίνουμε προσπαθώντας να υποστηρίξουμε και αυτούς που συνεχίζουν να έρχονται.
Όμως εντέλει καμία από τις μεγάλες κρίσεις, ούτε η κρίση της ευρωζώνης, ούτε η μεταναστευτική κρίση, ούτε η τρομοκρατία, ούτε η διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής, ούτε η κλιματική αλλαγή, ούτε η προστασία της απειλούμενης από την βία και τον εξτρεμισμό πολιτιστικής κληρονομιάς, ούτε οι θερμές κρίσεις που αναφλέγονται  γύρω μας μπορούν αντιμετωπισθούν από μεμονωμένα κράτη, χωρίς διάλογο και χωρίς την τήρηση του διεθνούς δικαίου.
Για τον λόγο αυτό η Ελλάδα πάγια τάσσεται υπέρ της διατήρησης ανοικτών διαύλων και υπέρ του διαλόγου. Υπέρ του διαλόγου και της πολιτικής διαδικασίας για την επίλυση της συριακής κρίσης. Υπέρ του διαλόγου για την υλοποίηση των Συμφωνιών του Μινσκ, που είναι αποδεκτές από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές κι επενδυμένες με την ισχύ της Απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Υπέρ του διαλόγου μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας. Άλλωστε, για μας η Ρωσία είναι Ευρώπη. Η Ρωσία είναι αναπόσπαστο μέρος της ευρωπαϊκής ιστορίας και του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Έτσι ο διάλογος μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας, υπέρ του οποίου τασσόμαστε, δεν είναι διάλογος μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας, αλλά διάλογος μεταξύ δύο τμημάτων της Ευρώπης. Και για αυτό πιστεύουμε ότι είναι φυσικός και συνάμα αναγκαίος. Και για αυτόν τον λόγο επίσης πιστεύουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει ικανοποιητική αρχιτεκτονική  ασφάλειας στην Ευρώπη χωρίς την συμπερίληψη της Ρωσίας. Στην δικιά μας προβληματική και την ιδιαίτερη προβληματική που εκπροσωπεί η δικιά μου πολιτική ένταξη, στην Αριστερά με Ευρωπαϊκό προσανατολισμό, ήταν πάντοτε, δηλαδή εδώ και δεκαετίες, συνυφασμένη η στρατηγική για μια νέα αρχιτεκτονική της Ε.Ε. με επίκεντρο την κοινωνική και οικονομική σύγκλιση και ενίσχυση των δημοκρατικών και εργατικών κατακτήσεων με τον ορίζοντα μιας ενοποιημένης Ευρώπης όπως λέγαμε από τα Ουράλια μέχρι το Γιβραλτάρ.
           
            Κυρίες και κύριοι,      

Το 2016 ήταν Αφιερωματικό Έτος της Ελληνικής Δημοκρατίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ελληνική Δημοκρατία. Θα ήθελα να εκφράσω την βαθιά ικανοποίησή μου για την απόλυτη επιτυχία με την οποία στέφθηκε η χρονιά αυτή και να ευχαριστήσω θερμά όσους και από τις δυο πλευρές με ενθουσιασμό και πολλή ενέργεια συνέβαλαν σε αυτήν. Έλαβαν χώρα δεκάδες εκδηλώσεις και από τις δύο πλευρές. Οργανώθηκαν σημαντικές εκθέσεις, κινηματογραφικά φεστιβάλ, θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, αλλά και επιστημονικά συνέδρια, αφιερωμένα στη μελέτη των ελληνορωσικών πολιτιστικών σχέσεων. Σε μία σειρά από διεθνή φόρα που διοργανώθηκαν στην Ελλάδα η Ρωσία υπήρξε τιμώμενη χώρα και αντίστοιχα, η Ελλάδα ανακηρύχθηκε τιμώμενη χώρα σε διεθνή Φόρα πού έλαβαν χώρα στη Ρωσία. Ενισχύθηκε η διδασκαλία την ρωσικής γλώσσας στην Ελλάδα και της ελληνικής στη Ρωσία. Το Τμήμα Σλαβικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών μετονομάστηκε σε Τμήμα Ρωσικής Γλώσσας και Φιλολογίας και Σλαβικών Σπουδών, κάτι που αντιστοιχεί και με το νέο πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος. Και η ελληνική γλώσσα, επισημοποιήθηκε ως γλώσσα που μπορεί πλέον να διδάσκεται στα ρωσικά σχολεία, ως επίσημο μέρος του προγράμματός τους.
           
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εφετινής χρονιάς ήταν και η ραγδαία αύξηση του αριθμού των Ρώσων τουριστών στην Ελλάδα και τούτο παρά το γεγονός ότι στην ίδια περίοδο ο αριθμός των Ρώσων πολιτών που επέλεξαν το εξωτερικό για τις διακοπές τους παρουσίασε μείωση.  Η αύξηση του ρεύματος προς την χώρα μου οφείλεται, μεταξύ των άλλων, και στο ότι στην Ελλάδα ο Ρώσος τουρίστας δεν είναι ένας απλός επισκέπτης, αλλά ένας φίλος, θα μπορούσα μάλιστα να πω ένας πνευματικός συγγενής.

            Αξιότιμες κυρίες, αξιότιμοι κύριοι, αγαπητοί φίλοι,

            Η συνέχιση και περαιτέρω ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων βαθιάς και ειλικρινούς φιλίας μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας δεν είναι μόνον επιλογή των ηγεσίας των δύο χωρών. Είναι πρωτίστως επιλογή των δύο λαών μας. Σε μία περίοδο που ανεξέλεγκτες εξελίξεις κινδυνεύουν να δημιουργήσουν διαρκείς κρίσεις σαν ανοικτές πληγές, μόνον ειλικρινείς σχέσεις βασισμένες επί κοινών αξιών και αναφορών μπορούν να δώσουν διέξοδο. Όπως περίπου λέει ο Τσέχωφ, ο κόσμος δεν κινδυνεύει από ληστές και πυρκαγιές, αλλά από το μίσος, την εχθρότητα και τις εξ αιτίας αυτών συγκρούσεις. Αυτό είναι που πρέπει να αποφύγει η διεθνής κοινότητα. Και σε αυτό το πνεύμα οι δοκιμασμένες από την ιστορία ειλικρινείς σχέσεις φιλίας μεταξύ Ελλάδος και Ρωσίας μπορούν να λειτουργήσουν ως υπόδειγμα, ως ένας φάρος.

            Σας ευχαριστώ πολύ.
Γραφείο Τύπου & Κοινοβουλευτικής Πληροφόρησης