Την
ανάγκη συντήρησης της Σιδηροδρομικής Γραμμής Πελοποννήσου, επισημαίνει
η Κίνηση Πελοποννησιακής Γραμμής, με επιστολή προς τον Διευθύνοντα
Σύμβουλο ΟΣΕ Παν. Θεοφανόπουλο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ΤΡΑΙΝΟΣΕ Αθ.
Ζηλιασκόπουλο και τον
Περιφερειάρχη Πελοποννήσου Πέτρο Τατούλη.
Όπως επισημαίνει ιδιαίτερα ο Σ.Φ.Σ. ΑΡΚΑΔΙΑΣ, η μετρική σιδηροδρομική γραμμή της Πελοποννήσου και οι παρακείμενες κτηριακές εγκαταστάσεις της, μετά τη διακοπή λειτουργίας της από τις αρχές του 2011, υφίστανται τις συνέπειες της εγκατάλειψης: καταστροφές και βανδαλισμούς κτηρίων, λεηλασία του εξοπλισμού τους, εξάρθρωση των αυτόματων συστημάτων ισόπεδων διαβάσεων (ΑΣΙΔ), ξήλωμα της ίδιας της γραμμής στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας, άνοιγμα αυθαίρετων ισόπεδων διαβάσεων κτλ. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις από τα φυσικά φαινόμενα απειλούν ό,τι έχει απομείνει από τα αξιόλογα διατηρητέα κτήρια και τις άλλες ιδιαίτερες υποδομές, που συνιστούν την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της γραμμής.
Πέρα από τα παραπάνω η γραμμή πιέζεται και από τη φυσική βλάστηση, η οποία σε πολλά τμήματα περισφίγγει το διάδρομο διέλευσης του τραίνου και, εάν αφεθεί περαιτέρω, σε πολλά τμήματα απειλεί να αποκόψει εντελώς τον σιδηροδρομικό διάδρομο. Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την μη κυκλοφορία τραίνου, θα καταστήσουν σύντομα τη διέλευση συρμών απαγορευτική, όπως διαπιστώθηκε και από την πρόσφατη εμπειρία μας από την εκδρομή του ΣΦΣ.
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η γραμμή δεν έχει ξεγραφτεί από την Πολιτεία κι ότι 100 εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν για την ανακαίνισή της δεν θα πάνε χαμένα κι ότι δεν θα έχει την τύχη της άλλης ανακαινισμένης γραμμής Αγρινίου – Μεσολογγίου. Η δυνητική αξιοποίησή της ως συμπληρωματικής συγκοινωνιακής υποδομής στην Πελοπόννησο και ως τροφοδοτικής στον κύριο σιδηροδρομικό κορμό θεωρούμε ότι εξακολουθεί να βρίσκεται στη λογική του ΟΣΕ, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ αλλά και της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Αδιαμφισβήτητη θεωρούμε άλλωστε την αξία και την σημασία της ως τουριστικής διαδρομής, η οποία άμεσα θα μπορούσε να συνεισφέρει έσοδα όχι μόνο στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ αλλά και έμμεσα στην Πελοπόννησο.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η ανάγκη συντήρησης της γραμμής είναι κατεπείγουσα, αν θέλουμε να παραμείνει ανοιχτή και ενεργή για οποιαδήποτε περαιτέρω λειτουργία. Θεωρούμε ότι η Περιφέρεια Πελοποννήσου πρέπει να αναλάβει σημαντικό ρόλο στο παραπάνω ζήτημα και ζητάμε να το εξετάσει σε συνεργασία πάντα με τον ΟΣΕ συνεισφέροντας από την πλευρά της στη διάσωση του σιδηροδρόμου της περιοχής της. Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να εξεταστεί και από τις όμορες Περιφέρειες για το υπόλοιπο της μετρικής γραμμής στις περιοχές τους. Οποιαδήποτε καθυστέρηση μόνο το κόστος ανάταξης και αποκατάστασης μπορεί να αυξήσει.
Επισημαίνει άλλωστε η Κίνηση Πελοποννησιακής Γραμμής «Η διακοπή λειτουργίας του τραίνου στην Πελοπόννησο πριν από τέσσερα χρόνια, παρά την ανακατασκευή - ανακαίνιση της γραμμής, η οποία κόστισε γύρω στα 100 εκατομμύρια ευρώ, δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες, για να λεηλατηθεί ο εξοπλισμός της (τροχαίο υλικό, συστήματα ισόπεδων διαβάσεων κι άλλα) και να υποστούν βανδαλισμούς κτήρια και άλλες υποδομές. Η δράση των συλλεκτών μετάλλου έφτασε στο σημείο να ξηλώσουν με την άνεσή τους ακόμα και τις ράγες της γραμμής (γύρω στα 200 μέτρα) στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας. Διανοίγονται συνέχεια αυθαίρετα ιδιωτικές ισόπεδες διαβάσεις όπως έξω από την Τρίπολη, στην Κόρινθο κι αλλού. Στην περιοχή της Ηλείας κόψανε κι εξαφανίσανε ολόκληρο τραίνο! Στο Άργος με ιδιαίτερο καταστροφικό ζήλο ξηλώθηκαν ακόμα και τα πλακίδια του δαπέδου στο απροστάτευτο κτήριο του σταθμού. Στο Ναύπλιο με την καταστροφική επέλαση τα μουσειακά βαγόνια, που χρησιμοποιούνταν για τις λειτουργίες του σταθμού, κακοποιήθηκαν κι έγιναν εστίες βρωμιάς και αυτοσχέδια αποχωρητήρια. Στο Λεύκτρο έξω από τη Μεγαλόπολη υπάρχει ανάλογη εικόνα αποστροφής. Τα παραπάνω αποτελούν μόνο μερικά παραδείγματα. Ό,τι απομένει από την καταστροφική μανία των βανδάλων υφίσταται την ανελέητη φθορά από την έλλειψη συντήρησης, τα καιρικά φαινόμενα, την υγρασία κτλ. Αποδεικνύεται λοιπόν και πάλι ότι η εγκατάλειψη ενός συστήματος υποδομών οδηγεί σε καταστροφικές επιπτώσεις ενώ το κόστος αποκατάστασης των ζημιών, όταν κι άμα επιχειρηθεί, θα είναι μεγάλο. Κι αυτό βέβαια αν στο μεταξύ προληφθούν και μη αναστρέψιμες καταστροφές.
Πρέπει να επισημανθεί ότι κτήρια, γέφυρες κι άλλες υποδομές του σιδηροδρομικού συστήματος της Πελοποννήσου έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα, αφού αποτελούν άλλωστε θαυμαστά αρχιτεκτονικά μνημεία, τα οποία συνδεθήκανε με την ιστορία του τόπου μας. Αξίζει αυτή η βαριά εθνική μας κληρονομιά ένα τέτοιο κατάντημα; Ασφαλώς όχι. Μπορεί όμως το υφιστάμενο σιδηροδρομικό σύστημα της περιοχή μας να επανενεργοποιηθεί, για να διασωθεί αλλά και να αξιοποιηθεί μέσα στα σημερινά δεδομένα; Η απάντηση είναι ότι και βέβαια μπορεί εάν υπάρξει όμως πραγματική πολιτική βούληση και εφόσον λειτουργήσει με ένα αξιόπιστο κι αποτελεσματικό σχήμα εκμετάλλευσης. Γιατί παρά τη συντριπτική επενδυτική εύνοια που επιφυλάχτηκε από την Πολιτεία στους «γρήγορους» αλλά πανάκριβους αυτοκινητόδρομους της Πελοποννήσου, υπάρχουν οι δυνατότητες επαναλειτουργίας και αξιοποίησης της «μετρικής» γραμμής της Πελοποννήσου για έναν συμπληρωματικό ρόλο στο συγκοινωνιακό σύστημα. Υπάρχουν άλλωστε πλείστα παραδείγματα από τη διεθνή εμπειρία. Πέρα από τη δυνατότητα εμπορευματικών μεταφορών (ιδιαίτερα άμα λειτουργήσει σε αυτή την κατεύθυνση και το λιμάνι της Καλαμάτας), η γραμμή μπορεί να εξυπηρετήσει προαστιακές αλλά και υπεραστικές συνδέσεις. Αναμφισβήτητα όμως η ιστορική και γραφική διαδρομή της Πελοποννήσου ενδείκνυται για τουριστική αξιοποίηση με ανάλογους συρμούς συνδυαστικά και με άλλα μέσα, όπως είναι τα κρουαζιερόπλοια.
Οι φίλοι του σιδηροδρόμου πασχίζουν φιλότιμα να ξαναδούν τη γραμμή να ξαναλειτουργήσει. Φέρνουν αυτό το σημαντικό για την Πελοπόννησο ζήτημα πάλι στην επικαιρότητα.
Οι φίλοι του σιδηροδρόμου καλούν ουσιαστικά την τοπική κοινωνία σε αφύπνιση και συνέγερση για την υπεράσπιση της φιλικότερης προς το περιβάλλον χερσαίας συγκοινωνιακής υποδομής κι ενός πολύτιμου πολιτιστικού πόρου της περιοχής. Καλούν την τοπική κοινωνία να υπερασπιστεί μια ιστορική κατάκτησή της και να μην αφεθεί μοιρολατρικά στην αποθέωση των αυτοκινητόδρομων και στο μονοπωλιακό τους καταναγκασμό με ό,τι αυτό συνεπάγεται».
Περιφερειάρχη Πελοποννήσου Πέτρο Τατούλη.
Όπως επισημαίνει ιδιαίτερα ο Σ.Φ.Σ. ΑΡΚΑΔΙΑΣ, η μετρική σιδηροδρομική γραμμή της Πελοποννήσου και οι παρακείμενες κτηριακές εγκαταστάσεις της, μετά τη διακοπή λειτουργίας της από τις αρχές του 2011, υφίστανται τις συνέπειες της εγκατάλειψης: καταστροφές και βανδαλισμούς κτηρίων, λεηλασία του εξοπλισμού τους, εξάρθρωση των αυτόματων συστημάτων ισόπεδων διαβάσεων (ΑΣΙΔ), ξήλωμα της ίδιας της γραμμής στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας, άνοιγμα αυθαίρετων ισόπεδων διαβάσεων κτλ. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις από τα φυσικά φαινόμενα απειλούν ό,τι έχει απομείνει από τα αξιόλογα διατηρητέα κτήρια και τις άλλες ιδιαίτερες υποδομές, που συνιστούν την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της γραμμής.
Πέρα από τα παραπάνω η γραμμή πιέζεται και από τη φυσική βλάστηση, η οποία σε πολλά τμήματα περισφίγγει το διάδρομο διέλευσης του τραίνου και, εάν αφεθεί περαιτέρω, σε πολλά τμήματα απειλεί να αποκόψει εντελώς τον σιδηροδρομικό διάδρομο. Όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την μη κυκλοφορία τραίνου, θα καταστήσουν σύντομα τη διέλευση συρμών απαγορευτική, όπως διαπιστώθηκε και από την πρόσφατη εμπειρία μας από την εκδρομή του ΣΦΣ.
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η γραμμή δεν έχει ξεγραφτεί από την Πολιτεία κι ότι 100 εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν για την ανακαίνισή της δεν θα πάνε χαμένα κι ότι δεν θα έχει την τύχη της άλλης ανακαινισμένης γραμμής Αγρινίου – Μεσολογγίου. Η δυνητική αξιοποίησή της ως συμπληρωματικής συγκοινωνιακής υποδομής στην Πελοπόννησο και ως τροφοδοτικής στον κύριο σιδηροδρομικό κορμό θεωρούμε ότι εξακολουθεί να βρίσκεται στη λογική του ΟΣΕ, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ αλλά και της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Αδιαμφισβήτητη θεωρούμε άλλωστε την αξία και την σημασία της ως τουριστικής διαδρομής, η οποία άμεσα θα μπορούσε να συνεισφέρει έσοδα όχι μόνο στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ αλλά και έμμεσα στην Πελοπόννησο.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η ανάγκη συντήρησης της γραμμής είναι κατεπείγουσα, αν θέλουμε να παραμείνει ανοιχτή και ενεργή για οποιαδήποτε περαιτέρω λειτουργία. Θεωρούμε ότι η Περιφέρεια Πελοποννήσου πρέπει να αναλάβει σημαντικό ρόλο στο παραπάνω ζήτημα και ζητάμε να το εξετάσει σε συνεργασία πάντα με τον ΟΣΕ συνεισφέροντας από την πλευρά της στη διάσωση του σιδηροδρόμου της περιοχής της. Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να εξεταστεί και από τις όμορες Περιφέρειες για το υπόλοιπο της μετρικής γραμμής στις περιοχές τους. Οποιαδήποτε καθυστέρηση μόνο το κόστος ανάταξης και αποκατάστασης μπορεί να αυξήσει.
Επισημαίνει άλλωστε η Κίνηση Πελοποννησιακής Γραμμής «Η διακοπή λειτουργίας του τραίνου στην Πελοπόννησο πριν από τέσσερα χρόνια, παρά την ανακατασκευή - ανακαίνιση της γραμμής, η οποία κόστισε γύρω στα 100 εκατομμύρια ευρώ, δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες, για να λεηλατηθεί ο εξοπλισμός της (τροχαίο υλικό, συστήματα ισόπεδων διαβάσεων κι άλλα) και να υποστούν βανδαλισμούς κτήρια και άλλες υποδομές. Η δράση των συλλεκτών μετάλλου έφτασε στο σημείο να ξηλώσουν με την άνεσή τους ακόμα και τις ράγες της γραμμής (γύρω στα 200 μέτρα) στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου Κορινθίας. Διανοίγονται συνέχεια αυθαίρετα ιδιωτικές ισόπεδες διαβάσεις όπως έξω από την Τρίπολη, στην Κόρινθο κι αλλού. Στην περιοχή της Ηλείας κόψανε κι εξαφανίσανε ολόκληρο τραίνο! Στο Άργος με ιδιαίτερο καταστροφικό ζήλο ξηλώθηκαν ακόμα και τα πλακίδια του δαπέδου στο απροστάτευτο κτήριο του σταθμού. Στο Ναύπλιο με την καταστροφική επέλαση τα μουσειακά βαγόνια, που χρησιμοποιούνταν για τις λειτουργίες του σταθμού, κακοποιήθηκαν κι έγιναν εστίες βρωμιάς και αυτοσχέδια αποχωρητήρια. Στο Λεύκτρο έξω από τη Μεγαλόπολη υπάρχει ανάλογη εικόνα αποστροφής. Τα παραπάνω αποτελούν μόνο μερικά παραδείγματα. Ό,τι απομένει από την καταστροφική μανία των βανδάλων υφίσταται την ανελέητη φθορά από την έλλειψη συντήρησης, τα καιρικά φαινόμενα, την υγρασία κτλ. Αποδεικνύεται λοιπόν και πάλι ότι η εγκατάλειψη ενός συστήματος υποδομών οδηγεί σε καταστροφικές επιπτώσεις ενώ το κόστος αποκατάστασης των ζημιών, όταν κι άμα επιχειρηθεί, θα είναι μεγάλο. Κι αυτό βέβαια αν στο μεταξύ προληφθούν και μη αναστρέψιμες καταστροφές.
Πρέπει να επισημανθεί ότι κτήρια, γέφυρες κι άλλες υποδομές του σιδηροδρομικού συστήματος της Πελοποννήσου έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα, αφού αποτελούν άλλωστε θαυμαστά αρχιτεκτονικά μνημεία, τα οποία συνδεθήκανε με την ιστορία του τόπου μας. Αξίζει αυτή η βαριά εθνική μας κληρονομιά ένα τέτοιο κατάντημα; Ασφαλώς όχι. Μπορεί όμως το υφιστάμενο σιδηροδρομικό σύστημα της περιοχή μας να επανενεργοποιηθεί, για να διασωθεί αλλά και να αξιοποιηθεί μέσα στα σημερινά δεδομένα; Η απάντηση είναι ότι και βέβαια μπορεί εάν υπάρξει όμως πραγματική πολιτική βούληση και εφόσον λειτουργήσει με ένα αξιόπιστο κι αποτελεσματικό σχήμα εκμετάλλευσης. Γιατί παρά τη συντριπτική επενδυτική εύνοια που επιφυλάχτηκε από την Πολιτεία στους «γρήγορους» αλλά πανάκριβους αυτοκινητόδρομους της Πελοποννήσου, υπάρχουν οι δυνατότητες επαναλειτουργίας και αξιοποίησης της «μετρικής» γραμμής της Πελοποννήσου για έναν συμπληρωματικό ρόλο στο συγκοινωνιακό σύστημα. Υπάρχουν άλλωστε πλείστα παραδείγματα από τη διεθνή εμπειρία. Πέρα από τη δυνατότητα εμπορευματικών μεταφορών (ιδιαίτερα άμα λειτουργήσει σε αυτή την κατεύθυνση και το λιμάνι της Καλαμάτας), η γραμμή μπορεί να εξυπηρετήσει προαστιακές αλλά και υπεραστικές συνδέσεις. Αναμφισβήτητα όμως η ιστορική και γραφική διαδρομή της Πελοποννήσου ενδείκνυται για τουριστική αξιοποίηση με ανάλογους συρμούς συνδυαστικά και με άλλα μέσα, όπως είναι τα κρουαζιερόπλοια.
Οι φίλοι του σιδηροδρόμου πασχίζουν φιλότιμα να ξαναδούν τη γραμμή να ξαναλειτουργήσει. Φέρνουν αυτό το σημαντικό για την Πελοπόννησο ζήτημα πάλι στην επικαιρότητα.
Οι φίλοι του σιδηροδρόμου καλούν ουσιαστικά την τοπική κοινωνία σε αφύπνιση και συνέγερση για την υπεράσπιση της φιλικότερης προς το περιβάλλον χερσαίας συγκοινωνιακής υποδομής κι ενός πολύτιμου πολιτιστικού πόρου της περιοχής. Καλούν την τοπική κοινωνία να υπερασπιστεί μια ιστορική κατάκτησή της και να μην αφεθεί μοιρολατρικά στην αποθέωση των αυτοκινητόδρομων και στο μονοπωλιακό τους καταναγκασμό με ό,τι αυτό συνεπάγεται».