Του ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΔΑΒΒΕΤΑ
στον ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ
Ζούμε
ένα εντυπωσιακό παράδοξο: από τη μια μεριά έχουμε χώρες, όπως η Γαλλία, η
Φινλανδία ή και άλλες, που έχουν ένα υψηλό ποσοστό ευρωσκεπτικισμού κι από την
άλλη έχουμε χώρες όπως η Ουκρανία, που οι πολίτες της δίνουν μάχη σώμα με σώμα
στους δρόμους για να μπουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η διάσταση αυτών των απόψεων,
που γεννά και το προαναφερθέν παράδοξο, οφείλεται στο ότι η Ευρώπη ταυτίζεται
όλο και περισσότερο με τους γραφειοκράτες που τη διοικούν. Οι τεχνοκράτες των
Βρυξελλών συχνά μοιάζουν να μην «ακούν» τις φωνές των ευρωπαίων πολιτών ούτε και
να διαβάζουν τα «μηνύματά» τους. Εγκλωβισμένοι στην τεχνοκρατική τους γλώσσα,
που στηρίζεται σ’ αριθμούς και χρηματοπιστωτικές κυρίως αναλύσεις, αφήνουν τους
λαϊκιστές (εκ δεξιών και εξ αριστερών) να εκμεταλλεύονται τη δυσαρέσκεια του
κόσμου και να καλλιεργούν ένα αντιευρωπαϊκό κλίμα εν όψει των ευρωεκλογών της
25ης Μαΐου. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι σπουδαία μυαλά, όπως ο
δοκιμιογράφος και ποιητής Hans Magnus Enzensberger ή ακόμη ο φιλόσοφος Jürgen
Habermas μεταξύ άλλων, μιλούν για προβληματική δημοκρατική λειτουργία, για
επικίνδυνη μεταλλαγή των αρχικών ιδεωδών των πατέρων της ευρωπαϊκής ιδέας, για
εκτροπή της αρχικής πορείας, για δυσανάλογη κυριαρχία των τραπεζών επί της πολιτικής
κι άλλα αντίστοιχα. Με άλλα λόγια: υπάρχει κίνδυνος να μετατραπεί η «πρώτη
υπέρ-εθνική κοινότητα με δημοκρατική νομιμοποίηση» (η Ευρωπαϊκή Ένωση) σε
όργανο μιας «μετά-δημοκρατικής κυριαρχίας». Οι ευρωπαίοι γραφειοκράτες δεν
φαίνεται να έχουν συναίσθηση του κινδύνου που προέρχεται από ένα υψηλό ποσοστό
δυσαρέσκειας των πολιτών. Και φαίνεται να ξέχασαν γρήγορα την αρνητική ψήφο των
γάλλων πολιτών στο δημοψήφισμα για το σύμφωνο της Λισσαβόνας εναντίον του
Σιράκ. Η ευρωπαϊκή συνείδηση δεν χτίζεται αναγκαστικά μέσα από την καταστροφή
των εθνών-κρατών της Ευρώπης. Ούτε χτίζεται αναγκαστικά μέσα από την
υποχρεωτική ανάμειξη των ευρωπαίων πολιτών. Το αντίθετο οι ευρωπαίοι πολίτες
θέλουν και να διατηρούν την εθνική τους ταυτότητα και να αποκτούν την
ευρωπαϊκή. Τα δύο αυτά δεν είναι ανταγωνιστικά, αν γίνουν μέσω μιας συνειδητής
πορείας. Το να ζουν από κοινού γιατί όχι ο Ιταλός με τον Έλληνα ή τον Γάλλο
κλπ. σημαίνει δύο πράγματα: πρώτον ότι βρίσκουν ένα κοινό δημιουργικό τόπο
δράσης μεταξύ τους και δεύτερον ότι ο καθένας προσφέρει σε αυτή την κοινή
προσπάθεια ό, τι καλύτερο έχει από τον εαυτό του. Κι αυτό είναι η πολιτισμική
του μνήμη και ταυτότητα, όπως και το ανθρώπινο παρόν του. Αν όλα αυτά
συμπράξουν και συνεργήσουν, τότε θα έχουμε μια Ενωμένη Ευρώπη πολυφωνίας, όπως
σ’ έναν όμορφο κήπο το κάθε λουλούδι διατηρώντας την ιδιαιτερότητά του
συμβάλλει στην κοινή εικόνα και ωραιότητα. Το «κοινό» δεν σημαίνει καταστροφή
του ιδιαίτερου που έχει ο καθένας. Αντιθέτως «κοινό» σημαίνει συνειδητή
προσφορά του ποιοτικότερου εκ των ιδιαίτερων του καθενός σε έναν κοινό στόχο:
τη χαρά της συνύπαρξης με τον Άλλο, το διαφορετικό, και αυτό με τη συνειδητή
συμμετοχή των Πολιτών. Οτιδήποτε βασίζεται στη βίαιη καταστροφή των εθνών στο
όνομα μιας «διεθνούς» του χρήματος, μιας αγοράς εμπόρων θα γίνει τροφή στους
ακραίους ευρωσκεπτικιστές και θα εδραιώσει ένα επικίνδυνο προηγούμενο
γραφειοκρατικής μετά-δημοκρατίας.
Δ.
Δαββέτας