ΤΟΥ ΓΚΙΚΑ Α. ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗ
Πρώην υπουργού Οικονομικών
στον «Έλευθερο Τύπο της Κυριακής»
ΖΟΥΜΕ μια ιστορική και κρίσιμη περίοδο για τη χώρα. Η κυβέρνηση,
έστω και την τελευταία στιγμή, βάζει φρένο σε μια καταστροφική πορεία με
ανυπολόγιστες συνέπειες για τους Ελληνες και κάνει την εθνικά
επιβεβλημένη επιλογή: Να παραμείνουμε στην ευρωζώνη και να εργαστούμε
για τη νέα αρχιτεκτονική της Ελλάδας με στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξη και
ευημερία.
Πριν από επτά μήνες είχαμε ολοκληρώσει μια συμφωνία που αν είχε
εφαρμοστεί θα ήμασταν τώρα έξω από τα Μνημόνια, με πρόσβαση στις αγορές
και με προληπτική γραμμή στήριξης από την Ευρώπη (ECCL) και το ΔΝΤ. Η
τότε συμφωνία περιείχε δημοσιονομικά μέτρα μόνον ενός δισ. ευρώ, και
μάλιστα με στόχο ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ για το 2015.
Η συμφωνία έγινε αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Eurogroup
της 8ης Δεκεμβρίου. Δεν αποτελούσε πλέον ένα απλό κείμενο
διαπραγμάτευσης. Για την Ευρώπη, το θέμα των μέτρων είχε λήξει. Αυτό που
καθυστερούσε τη συμφωνία ήταν η δυσπιστία του ΔΝΤ για την πολιτική
αστάθεια, δεδομένου ότι η τότε αξιωματική αντιπολίτευση πίεζε για
πρόωρες εκλογές. Ηταν μια επιτυχία στην πιο δύσκολη φάση της τότε
κυβέρνησης, με ασταθή την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με μεταρρυθμιστική
κόπωση και με σωρευμένο το θυμό, καθώς και την αγανάκτηση του κόσμου
έπειτα από έξι χρόνια ύφεσης.
Η σημερινή κυβέρνηση, χωρίς τις πιέσεις της προεκλογικής περιόδου,
επέλεξε να συνεχίσει το δρόμο του λαϊκισμού, να μη χτίσει πάνω στη δική
μας συμφωνία όσο ήταν ακόμη καιρός. Καθυστέρησε αδικαιολόγητα,
ταλαντευόμενη μεταξύ εσωτερικών αντινομιών και φλερτάροντας με το
Grexit. Αγνόησε τις ανάγκες του παραγωγικού τομέα της οικονομίας και τις
ανάγκες για ρευστότητα, δεν αντελήφθη ότι η συμπεριφορά της επηρεάζει
αρνητικά την οικονομία, έκοψε τις γέφυρες επικοινωνίας με τους εταίρους
και έχασε αξιοπιστία τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Το
αποτέλεσμα ήταν μια συμφωνία εξαιρετικά επαχθέστερη, τόσο ως προς το
συνολικό δημοσιονομικό βάρος όσο και ως προς κάθε περιοχή παρέμβασης.
Οι διαφορές της καταρχήν συμφωνίας του Δεκεμβρίου με τη σημερινή
είναι τόσο εξόφθαλμες ώστε δεν χρήζουν ανάλυσης. Είναι εξόχως ειρωνικό
ότι δέχτηκα ανοίκειες επιθέσεις και λοιδορίες για την τότε συμφωνία, για
τις οποίες οι αυτουργοί έκτοτε μετάνιωσαν. Δεν είναι όμως αυτό το
μείζον ζήτημα για τη χώρα σήμερα…
Σήμερα με ευθύνη της νέας κυβέρνησης έχουμε μια οικονομία που
παραπαίει, αντί να τρέχει με ρυθμό τουλάχιστον 2,5%, όπως όλοι
προέβλεπαν το 2014. Μπήκαμε σε ένα τρίτο, χειρότερο Μνημόνιο, το οποίο
θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει όλoι να
στηρίξουμε με όλες τις δυνάμεις μας την παραμονή της Ελλάδας στην
ευρωζώνη, ώστε να μην ξανακουστεί η λέξη «Grexit». Οι δυσκολίες που
προκαλεί μια κακή συμφωνία δεν πρέπει να μας κάνουν να ξεχνάμε τις
καταστροφικές οικονομικές, πολιτικές και εθνικές συνέπειες που θα είχαν η
ασύντακτη χρεοκοπία και η επιστροφή στη δραχμή.
Με υπομονή και επιμονή μπορούμε να μετατρέψουμε τη νέα κρίση του
2015 σε ευκαιρία και να χτίσουμε τη χώρα μας σε στέρεες βάσεις. Στη νέα
συμφωνία περιγράφεται σειρά απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων. Πρέπει να
συνειδητοποιήσουμε ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιορίζουν τα
ολιγοπώλια και μονοπώλια, που ανοίγουν τα κλειστά επαγγέλματα, που
μειώνουν τη γραφειοκρατία και βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα του
κράτους, των φορολογικών αρχών και της δικαιοσύνης, που φέρνουν τη
διαφάνεια στο δημόσιο βίο, τελικά είναι αυτές που δίνουν δύναμη στους
πολίτες, καθώς και κίνητρα και ευκαιρίες στους νέους για προκοπή. Εν
τέλει, αποτελούν μια προοδευτική πολιτική, διότι βοηθούν τους πολλούς.
Αν πιστέψουμε τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις προωθήσουμε
με δική μας πρωτοβουλία, μπορούν να απογειώσουν τη χώρα μας. Να τη
μετατρέψουν σε μια πραγματικά ευρωπαϊκή χώρα…