Η χώρα μας έχει τη Δευτέρα το βράδυ
ραντεβού με την Ιστορία, αφού η έκτακτη Σύνοδος των ηγετών της ευρωζώνης
θα κρίνει με τις αποφάσεις που θα λάβει ή δεν θα λάβει το μέλλον της
Ελλάδας στο ευρώ.
Στην περιπέτεια αυτή δεν μας οδήγησαν οι εταίροι, αλλά η κυβέρνηση
και κυρίως ο πρωθυπουργός, ο οποίος από την πρώτη στιγμή της
διαπραγμάτευσης με τους δανειστές είχε θέσει ως στόχο την ολοκλήρωσή της
στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο.
Ο προτελευταίος σταθμός αυτού του ψυχοδράματος των τελευταίων
πέντε μηνών ήταν η συνεδρίαση του Εurogroup, την Πέμπτη στο
Λουξεμβούργο, όπου οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών διαπίστωσαν για μια
ακόμη φορά ότι είναι αδύνατη οποιαδήποτε σοβαρή επικοινωνία με τον
Γιάνη Βαρουφάκη και ανακοίνωσαν επίσημα το αδιέξοδο. Λίγη ώρα αργότερα ο
πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ συγκαλούσε την
έκτακτη Σύνοδο της Δευτέρας.
Καταρχήν σε ό,τι αφορά την παραπομπή του θέματος στο ανώτατο
πολιτικό επίπεδο, εδώ ο κ. Τσίπρας παίρνει ένα τεράστιο ρίσκο. Είναι
«καταδικασμένος» να πετύχει συμφωνία γιατί η μη συμφωνία ανοίγει το
δρόμο για την έξοδο από το ευρώ, αφού από την επόμενη μέρα η χώρα θα
βρεθεί στο έλεος των αγορών, ενώ θεωρείται δεδομένο ότι αν υπάρξει νέο
αδιέξοδο η ΕΚΤ θα σταματήσει να παρέχει ρευστότητα στις ελληνικές
τράπεζες. Επιπλέον, στις 30 Ιουνίου, εάν δεν πληρώσει 1,55 δισ. ευρώ στο
ΔΝΤ, ο διεθνής οργανισμός θα κινήσει τη νομική διαδικασία που
κατατάσσει την Ελλάδα στις αφερέγγυες, δηλαδή χρεοκοπημένες χώρες.
Αυτό οι εταίροι το ξέρουν και προφανώς θα το λάβουν υπόψη στη
διάρκεια της τελικής διαπραγμάτευσης, όσο κι αν κανένας Ευρωπαίος ηγέτης
δεν θέλει να θεωρηθεί υπαίτιος της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ ούτε
για πολιτικούς (ευρωπαϊκό όραμα) ούτε για οικονομικούς (γενικότερη
αναταραχή στις αγορές) λόγους.
Ομως, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να κάνουν «εκπτώσεις» στον κ. Τσίπρα γιατί στην περίπτωση αυτή θα δημιουργήσουν πολιτικό πρόβλημα σε άλλες κυβερνήσεις που πέρασαν από Μνημόνια με σκληρά μέτρα, οι οποίες θα δέχονταν την κριτική των ψηφοφόρων τους ότι δεν διαπραγματεύθηκαν δυναμικά τα δικά τους Μνημόνια σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο δεύτερος λόγος που δεν θα υπάρξουν «εκπτώσεις» είναι ουσιαστικός και αφορά τη δημοσιονομική πειθαρχία στην ευρωζώνη, κάτι που επέβαλε το Βερολίνο τα προηγούμενα χρόνια και φυσικά δεν προτίθεται να απεμπολήσει.
Ομως, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να κάνουν «εκπτώσεις» στον κ. Τσίπρα γιατί στην περίπτωση αυτή θα δημιουργήσουν πολιτικό πρόβλημα σε άλλες κυβερνήσεις που πέρασαν από Μνημόνια με σκληρά μέτρα, οι οποίες θα δέχονταν την κριτική των ψηφοφόρων τους ότι δεν διαπραγματεύθηκαν δυναμικά τα δικά τους Μνημόνια σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο δεύτερος λόγος που δεν θα υπάρξουν «εκπτώσεις» είναι ουσιαστικός και αφορά τη δημοσιονομική πειθαρχία στην ευρωζώνη, κάτι που επέβαλε το Βερολίνο τα προηγούμενα χρόνια και φυσικά δεν προτίθεται να απεμπολήσει.
Ενδεικτικό του αρνητικού κλίματος που επικρατεί για τη χώρα μας
είναι το μήνυμα που έστειλε με αφορμή την πρόσκληση στους ηγέτες για τη
Σσύνοδο ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος
εμμέσως πλην σαφώς κατηγορεί την κυβέρνηση ότι παίζει παιχνίδια ευθυνών
και πως αυτό πρέπει να τελειώσει γιατί η κατάσταση είναι σοβαρή, πρώτα
απ’ όλα για τον ελληνικό λαό.
«Πλησιάζουμε το σημείο όπου η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να
διαλέξει μεταξύ μιας κατ’ εμέ καλής προσφοράς συνεχιζόμενης υποστήριξης ή
να χρεοκοπήσει. Στο τέλος της ημέρας αυτό είναι και πρέπει να είναι μια
ελληνική απόφαση και μια ελληνική ευθύνη. Υπάρχει ακόμη χρόνος, αλλά
μόνο λίγες ημέρες. Ας τις χρησιμοποιήσουμε με σοφία», αναφέρει στο
μήνυμά του ο κ. Τουσκ.
Από την άλλη, ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να πάει σε ρήξη με τους
εταίρους, γιατί ο ελληνικός λαός δεν τον εξουσιοδότησε ποτέ για κάτι
τέτοιο. Συνεπώς, τα παραπάνω δεδομένα δημιουργούν ερωτηματικά σχετικά με
τους λόγους που ώθησαν τον κ. Τσίπρα να μας οδηγήσει σε μια περιπέτεια
με διακύβευμα το μέλλον της χώρας στο σκληρό πυρήνα της Ευρώπης, δηλαδή
την ομάδα του κοινού νομίσματος. Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση έχει
εγκλωβιστεί εξαιτίας των προεκλογικών της υποσχέσεων, τις οποίες φυσικά
δεν μπορεί να τηρήσει γιατί απλά «λεφτά δεν υπάρχουν». Τραβάει τώρα τη
διαπραγμάτευση στα άκρα με την ελπίδα ότι θα αποσπάσει κάτι και θα
μετριάσει το θυμό των πολιτών, οι οποίοι τους επόμενους μήνες θα κληθούν
να πληρώσουν και το… λογαριασμό όλων των δημοσιονομικών μέτρων που θα
προβλέπει η συμφωνία.
Η κυβέρνηση ζητάει ρύθμιση του χρέους. Μα η ρύθμιση προβλέπεται
στην απόφαση του Εurogroup τον Νοέμβριο του 2012, η οποία έλεγε ότι με
τη λήξη του προγράμματος οι δανειστές θα εξετάσουν τη βιωσιμότητα του
ελληνικού δημόσιου χρέους και θα λάβουν όποια μέτρα κριθούν αναγκαία.
Συνεπώς είναι ακατανόητο να γίνεται τέτοια φασαρία να φτάσουμε στα
όρια της ρήξης με τους εταίρους και στην πλήρη απομόνωση στο εσωτερικό
της ευρωζώνης για την ικανοποίηση ενός αιτήματος που θα μπορούσε να
γίνει από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Στα θέματα της διαπραγμάτευσης, δηλαδή τις μεταρρυθμίσεις και τα
δημοσιονομικά μέτρα, τα περιθώρια που έχει η κυβέρνηση για βελτιώσεις
είναι ελάχιστα, αν όχι ανύπαρκτα. Οι εταίροι και το ΔΝΤ κατέστησαν σαφές
ότι ο κορμός της συμφωνίας θα είναι η πρότασή τους που παρουσιάστηκε
στον κ. Τσίπρα στις 3 Ιουνίου από τους προέδρους της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ
Γιούνκερ και του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ. Από το πακέτο αυτό η
κυβέρνηση μπορεί να ζητήσει αλλαγές, ωστόσο θα πρέπει να συνοδεύονται
από ισοδύναμα μέτρα.
Ο κ. Τσίπρας δεσμεύτηκε ότι θα έστελνε τις ελληνικές θέσεις με τα
ισοδύναμα στους δανειστές, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Ο κ. Βαρουφάκης
ισχυρίζεται ότι την Πέμπτη κατέθεσε προτάσεις, ωστόσο οι συνάδελφοί του
δεν τις είδαν. Μάλιστα, δεν έλειψαν και τα ειρωνικά σχόλια, όπως του
Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος είπε ότι
μπορεί να τις παρουσίασε ο κ. Βαρουφάκης και να μην το κατάλαβαν οι
υπόλοιποι…
Από πλευράς διαδικασίας, αύριο το μεσημέρι θα συνεδριάσει εκτάκτως
το Eurogroup στις Βρυξέλλες για να προετοιμάσει τη συνεδρίαση των
ηγετών, η οποία έχει προγραμματιστεί για τις 7 το βράδυ. Για να έχει
αποτελέσματα το Εurogroup και στη συνέχεια η συνάντηση των ηγετών θα
πρέπει μέχρι αύριο το μεσημέρι να υπάρξουν νέες προτάσεις από ελληνικής
πλευράς.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ