Γράφει ο Γεώργιος
Δημητράκης
Η ενασχόληση με τα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος προκαλεί φρίκη και απογοήτευση. Η λέξη «Παιδεία» είναι διεθνής υπό την έννοια ότι, τουλάχιστον εντός των ορίων του Δυτικού Πολιτισμού, ούτε οι άνθρωποι του μέσου μορφωτικού επιπέδου την χρησιμοποιούν εις τον καθημερινό των λόγο. Όλοι όμως την γνωρίζουν και αντιλαμβάνονται αμέσως την σημασία της. Πολλές φορές έχει ακουστεί η άποψη, ότι η Ελλάς, λόγω της μεγάλης της παραδόσεως εις τον τομέα της Παιδείας έπρεπε να έχει μία σχετική πρωτοπορία εις όλο τον κόσμο.
Η ενασχόληση με τα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος προκαλεί φρίκη και απογοήτευση. Η λέξη «Παιδεία» είναι διεθνής υπό την έννοια ότι, τουλάχιστον εντός των ορίων του Δυτικού Πολιτισμού, ούτε οι άνθρωποι του μέσου μορφωτικού επιπέδου την χρησιμοποιούν εις τον καθημερινό των λόγο. Όλοι όμως την γνωρίζουν και αντιλαμβάνονται αμέσως την σημασία της. Πολλές φορές έχει ακουστεί η άποψη, ότι η Ελλάς, λόγω της μεγάλης της παραδόσεως εις τον τομέα της Παιδείας έπρεπε να έχει μία σχετική πρωτοπορία εις όλο τον κόσμο.
Οι ξένοι που
διατυπώνουν τέτοιες προσδοκίες δεν γνωρίζουν την κατάσταση, εις την οποία
ευρίσκεται το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Ένα εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως το
μεγαλύτερο «γιαπί» της τελευταίας τεσσαρακονταετίας. Πράγματι, από την
δεκαετία του ’70 η πολιτική ηγεσία της χώρας επιδίδεται εις ένα συνεχές
«κτίσιμο» της δημοσίας εκπαιδεύσεως, επιβάλλουσα την μία «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» μετά την
άλλη. Είναι ήδη εις όλους γνωστό, ότι η κάθε νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είναι
χειρότερη της προηγουμένης. Αλλά ουδείς συγκινείται. Ο λόγος οφείλεται εις το
ότι όλες αυτές οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις είχαν μία σαφή ιδεολογική βάση
και ενδύθηκαν πάντοτε με ένα ιδεολογικό μανδύα. Σκοπός όλων αυτών των
μεταρρυθμίσεων ήταν, δήθεν, ο «εκδημοκρατισμός» της Παιδείας. Χάριν του σκοπού
αυτού κατηργήθη η Καθαρεύουσα και κατηργήθησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα τα
Αρχαία Ελληνικά από τα Γυμνάσια και τα Λύκεια. Συγχρόνως η μεν Καθαρεύουσα,
γλώσσα πειθαρχημένη, με αυστηρούς γραμματικούς κανόνες και απολύτως ακριβής,
χαρακτηρίσθηκε ως «ακροδεξιά», τα δε Αρχαία Ελληνικά «σκέτος Φασισμός!».
Όλα αυτά
έγιναν ευρέως αποδεκτά. Λησμονήθηκαν οι λαμπροί παλαιότεροι επιστήμονες, οι
οποίοι ξεκίνησαν από χωριά και στάνες, όπου δεν ομιλείτο μεν η Καθαρεύουσα, την
έμαθαν όμως από τον Τύπο και το ραδιόφωνο και διέπρεψαν διεθνώς ως άριστοι
επιστήμονες και λογοτέχνες. Ούτε ο Καβάφης ή ο Καζαντζάκης, ούτε οι νομπελίστες
Σεφέρης και Ελύτης υπέστησαν την λαίλαπα των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων των
ανόητων ιδεολόγων. Αυτοί έμαθαν γράμματα. Η σύγχρονη γενεά δεν μαθαίνει
γράμματα.
Προξενεί φρίκη
το γεγονός, ότι ο Ελληνικός Λαός αποδέχεται κάθε νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση
άνευ αντιδράσεων. Αντιδράσεις υπάρχουν μόνο από εκείνους τους μορφωμένους και
τους διανοούμενους, οι οποίοι δεν υποκύπτουν εις κομματικές σκοπιμότητες και
δεν υποτάσσονται εις τα κελεύσματα των ανόητων εκσυγχρονιστών. Υποτάσσεται όμως
ολόκληρος ο Λαός και θάβει το μέλλον των παιδιών του. Να πως γίνεται αυτό:
είναι γενικώς παραδεδεγμένο, ότι το νοητικό επίπεδο κάθε ανθρώπου, εξαρτάται
αμέσως από τον αριθμό των λέξεων και την δυνατότητα χειρισμού της γλώσσης, που
μαθαίνει και αποκτά κατά τα 10 ή 12 έτη της ηλικίας του. Εις τις οικογένειες
χαμηλού μορφωτικού επιπέδου χρησιμοποιούνται εις την καθημερινή ζωή περίπου
1500 λέξεις ημερησίως. Τις ίδιες λέξεις
επαναλαμβάνει σήμερον ο μαθητής εις το δημοτικό, ούτε μία παραπάνω! Εις τις
οικογένειες όμως μορφωμένων γονέων, δασκάλων, δικηγόρων, ιατρών, μηχανικών κλπ.
χρησιμοποιούνται καθημερινώς άνω των 2500 λέξεων. ‘Έτσι τα παιδιά των αποκτούν
ένα «δημοκρατικό» προβάδισμα από τα παιδιά των ολιγότερο μορφωμένων
οικογενειών. Αυτά στέλνονται αργότερα εις τα Πανεπιστήμια χωρίς να γνωρίζουν
γράμματα, εκτός αν τα ίδια φρόντισαν να
μάθουν. Υπάρχουν πράγματι χιλιάδες τέτοιων παιδιών, τα οποία διαβάζουν και μαθαίνουν περισσότερα γράμματα από ότι
τους προσφέρουν οι άθλιες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις των εξίσου αθλίων
ιδεολόγων.
Η Ελλάς είναι
η μόνη χώρα του κόσμου, εις την οποία επανεκδίδονται σήμερον τα παλαιά
Αναγνωστικά του δημοτικού σχολείου και αγοράζονται ευρέως, διότι οι υπεύθυνοι
γονείς γνωρίζουν τι συμβαίνει εις τα σύγχρονα δημοτικά σχολεία και προσπαθούν
να μάθουν εις τα παιδιά των τουλάχιστον τα γράμματα, που μάθαιναν και οι ίδιοι
πριν από σαράντα και πενήντα χρόνια. Αν οι ιδεολόγοι των εκπαιδευτικών
μεταρρυθμίσεων είχαν ένα ελάχιστον ίχνος εθνικής ευθύνης, θα διαπίστωναν εξ αυτού του γεγονότος και μόνον, το μέγεθος
της καταστροφής που έχουν επιβάλλει εις ολόκληρο το Έθνος. Αλλά αυτοί δεν
βλέπουν τίποτε. Είναι μόνον τυφλοί
στρατιώτες των ιδεολογιών των και έτερον ουδέν.
Ένας από τους
λόγους της καταστάσεως αυτής είναι ότι η διανόηση σβήνει σιγά-σιγά εις την
Ελλάδα. Προ παντός εις τις κοινωνικές επιστήμες, οικονομικά, πολιτική επιστήμη,
κοινωνιολογία, ψυχολογία κ.ο.κ. Καθηγητές εις τα Πανεπιστήμια γίνονται συνήθως
μόνον όσοι έχουν την υποστήριξη των κομμάτων. «Κομματόσκυλα» αποφασίζουν ποίοι
θα διδάξουν τα παιδιά μας. Είναι φυσικό να προκρίνουν τους ομοϊδεάτες των.
Χαρακτηριστικό της καταστάσεως αυτής είναι το επίπεδο των συγγραμμάτων, τα
οποία εκδίδουν καθηγητές του επιπέδου αυτού. Σπανίως τα βιβλία των είναι
ανώτερα των δημοσιογραφικών συγγραμμάτων. Για γέλια είναι επίσης η εικόνα των
καθηγητών αυτών, οι οποίοι προσκαλούνται από τα διάφορα Κανάλια δια να
«φωτίσουν» το ακροατήριο. Εκεί ακούγονται κουβέντες του Καφενέ, ανάλογες του
βαθμού μορφώσεως των κ.κ.. Καθηγητών. Οι οποίοι δια της συμπεριφοράς των δεν
εμπνέουν τον σεβασμό σε ένα περιβάλλον που πρέπει να είναι επιστημονικό φυτώριο
και χώρος πνευματικής καλλιέργειας. Αλλά βάσει ιδεολογικών οδηγιών μετέτρεψαν
τα Πανεπιστήμια σε προέκταση του πολιτικού συστήματος και μηχανισμό παραγωγής
κομματικών στελεχών. Ο μεγάλος Ελβετός παιδαγωγός Πεσταλότσι είπε: «Δεν υπάρχουν κακοί μαθητές, υπάρχουν μόνον
κακοί δάσκαλοι». Παρά ταύτα απεργούν κάθε τόσο, ζητώντας περισσότερα χρήματα.
Εις αυτό έχουν όμως δίκαιο. Την θέση των δεν την θεωρούν ως αποστολή και τρόπον
ζωής, αλλά ως «βόλεμα» και τρόπον πλουτισμού. Βεβαίως να έχουν ένα μισθό. Το
Κράτος τους αμείβει καλά. Τα παραπάνω που ζητούν δεν τους αξίζουν…!
Γεώργιος Εμ.
Δημητράκης
Υποσημείωση: Ο αρθρογράφος διαμένει εις την Ξάνθη. Σπούδασε
Πολιτικές-Οικονομικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία στη Βόννη και Ιστορία και
Πολιτιστική κληρονομιά στην Αθήνα. Διετέλεσε επί 5 χρόνια υπάλληλος της
Ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας.