Και λέει ο καθένας ό,τι θέλει. Άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν θα γίνει ποτέ, άλλοι ότι ξεκίνησε και… φαλίρισε εν τη γενέσει της, άλλοι ότι πρώτα πρέπει να δείξουμε σημεία «συμμόρφωσης» και μετά να αποδεχθούν οι δανειστές μας τις όποιες αλλαγές, ελαφρύνσεις, επιμηκύνσεις.
Η αντιπολίτευση έχει κάθε λόγο να υποστηρίζει πως η επαναδιαπραγμάτευση ήταν στα «προεκλογικά χαρτιά».
Οι ευρισκόμενοι στη συμπολίτευση, όμως, οφείλουν να αντιληφθούν πως η επαναδιαπραγμάτευση αποτελεί σημείο αναφοράς στην προγραμματική συμφωνία των τριών κυβερνητικών κομμάτων.
Ο τρόπος και ο χρόνος κατά τον οποίο αυτή θα διεξαχθεί εξαρτάται από τους τρεις αρχηγούς και όχι από τον καθένα υπουργό ή υφυπουργό ξεχωριστά – ακόμη και αν πρόκειται για τον υπουργό των Οικονομικών.
Ο ίδιος μάλιστα ο υπουργός των Οικονομικών, αν και προσπάθησε να χαράξει δική του «γραμμή» (μέσω της γνωστής συνέντευξης στους Financial Times), τελικά υποχρεώθηκε να δηλώσει μέσα στη Βουλή ότι στο Eurogroup θα θέσει το θέμα της επιμήκυνσης.
Επιπλέον, η αναδιαπραγμάτευση θα ξεκινήσει όταν η ελληνική κυβέρνηση έλθει σε συμφωνία επ' αυτού με τους εταίρους και ανάψει το πράσινο φως από το Eurogroup και όχι όποτε το αποφασίσει μεμονωμένα ο ένας ή ο άλλος.
Επίσης, η περίοδος αυτή είναι κατάλληλη για να πετύχουμε το καλύτερο, καθώς ήδη το Eurogroup έχει αρχίσει να μοιράζει παρατάσεις – παράδειγμα η Ισπανία, που έλαβε έναν επιπλέον χρόνο για την δημοσιονομική της προσαρμογή.
Μπορεί ο Γερμανός αντικαγκελάριος Ρέσλερ να συνεχίζει τις ενοχλητικές δηλώσεις του τύπου «εξαντλείται η υπομονή μου με την Ελλάδα», αλλά αυτός το κάνει για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης.
Αντίθετα, ο υπουργός των Οικονομικών του Λουξεμβούργου Λικ Φρίντεν δήλωσε, ενόψει της συνεδρίασης του Eurogroup, πως «πρέπει να εξετάσουμε πόσο ρεαλιστικά είναι αυτά που ζητούμε από την Ελλάδα».
Επομένως, η Ευρώπη συζητάει. Αρκεί να το ζητήσουμε και να κάνουμε αυτό που πρέπει.
Όσο για το τι πρέπει ή μπορεί να γίνει πρώτα και τι μετά, είναι ένα απλό σόφισμα, ένα ψευδοδίλημμα.
Μπορούν να γίνουν συγχρόνως και τα δύο. Δηλαδή και να προχωρούμε στις μεταρρυθμίσεις και να διαπραγματευόμαστε.
Τα υπόλοιπα είναι απλώς αντιπολιτευτικές κορώνες και τρικυμία εν κρανίω.