Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Απεργώ, αλλά… εναντίον μας!

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
 
Απεργία, λοιπόν. Και τα σκυλιά, δεμένα που λένε. Μέχρι το πρωί της Δευτέρας «κατεβαίνουν μολύβια». Κλειδώνουν πληκτρολόγια, χαμηλώνουν οι κάμερες, βουβαίνουν τα μικρόφωνα.

Γιατί; Όχι για τους λόγους που αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΣΗΕΑ – το κακό έχει πλέον συντελεστεί, η κρίση έχει χτυπήσει και το δημοσιογραφικό επάγγελμα αλύπητα.

Απεργία διότι η πειθαρχία στις αποφάσεις του σωματείου αποτελεί παράδοση αδιαπραγμάτευτη και ψηφισμένη: Λαμβάνοντας μέρος στις αρχαιρεσίες του κλάδου τους κάθε δύο χρόνια, οι δημοσιογράφοι μέλη των Ενώσεων όλης της χώρας, ψηφίζουν και υπέρ της εξουσιοδότησης του σωματείου να υπογράφει συλλογικές συμβάσεις και να κηρύσσει απεργία όποτε αυτό κρίνει. Από την μέτρηση αυτών των ψηφοδελτίων προκύπτουν πάντα… σταλινικά ποσοστά υπέρ της εξουσιοδότησης.

Απεργία, λοιπόν. Αλλά και κριτική. Η ακόλουθη:

Η Ένωση Συντακτών, ιστορικό πνευματικό σωματείο του οποίου πρώτος Πρόεδρος υπήρξε ο Ιωάννης Κονδυλάκης, αποτελεί πλέον την φωτογραφία (έστω και σε σμίκρυνση, αν και ο ρόλος της θα μπορούσε να είναι τόσο σημαντικός για να μιλάμε για μεγέθυνση) της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η πολιτική ελίτ της χώρας.

Μια αυτιστική κατάσταση, αποτέλεσμα του καρεκλοκενταυρισμού που πλήττει δεκαετίες τώρα ολόκληρη τη χώρα και δεν την αφήνει να κάνει βήμα μπροστά.

Οπίσθια βιδωμένα στις καρέκλες επί δεκαετίες, με συνεχείς εναλλαγές ρόλων και διαρκή πήγαιν’ έλα.

Μια γραφειοκρατική κατάσταση διαχείρισης της καθημερινότητας χωρίς σχεδιασμό, εκτίμηση των κινδύνων και πρόβλεψη για το μέλλον. Μόνο θριαμβολογίες κάθε φορά που υπογράφεται μια διετής συλλογική σύμβαση.

Συγκυριακές συμμαχίες μετά παρέλευση μηνών στη διάρκεια των οποίων ένδεκα άνθρωποι δεν μπορούν να μοιράσουν πέντε καρέκλες.

Καμιά ρηξικέλευθη πρωτοβουλία, τίποτε που να ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα, καμιά πηγή έμπνευσης για τους νέους δημοσιογράφους, αλλά και τον λαό του οποίου την γνώμη λέμε (τρομάρα μας!) ότι διαμορφώνουμε.

Καμιά παρέμβαση (ως γνωστόν η χλιαρή παρέμβαση ισοδυναμεί με το απόλυτο τίποτε) σε θέματα δεοντολογίας, σεβασμού του καταστατικού, σεβασμού του ενεργητικού δικαιώματος της κοινής γνώμης στην ενημέρωση, στιγματισμού της προπαγάνδας και της ανακολουθίας της πολιτικής εξουσίας, υπογράμμισης των ψεμάτων που οι δημοσιογράφοι υποχρεώθηκαν κατά καιρούς να αναπαραγάγουν, διότι εμφανίζονταν ως «πραγματικότητες».

Καμιά ανάληψη δράσης για την υπεράσπιση του λαού από την εκάστοτε πολιτική εξουσία και την προπαγάνδα.

λέπετε καμιά διαφορά σε σχέση με τον τρόπο που λειτουργεί το πολιτικό κατεστημένο;

Έχουμε και λέμε: Βιδωμένα στις καρέκλες οπίσθια (δεν χρειάζεται καμιά επεξήγηση).

Γραφειοκρατική διαχείριση της καθημερινότητας – έτσι φτάσαμε στο μνημόνιο.

Θριαμβολογίες για αυξήσεις που εξανεμίζονται από τον πληθωρισμό – έτσι φτάσαμε στις τροϊκανές περικοπές.

Συγκυριακές συμμαχίες – εδώ προηγηθήκαμε του πολιτικού συστήματος, αλλά έτοιμοι είναι κι’ αυτοί, σε θέση εκκίνησης.

Καμιά πρωτοβουλία – έτσι φτάσαμε στον πάτο της ανταγωνιστικότητας και στην βαθιά ύφεση.

Καμιά παρέμβαση σε θέματα αρχών και αξιών – έτσι πνιγήκαμε στην διαφθορά και στις πελατειακές σχέσεις.

Καμιά υπεράσπιση του λαού – έτσι πορεύτηκε η πολιτική ελίτ από τον καιρό του «δώστα όλα», της διασπάθισης του εθνικού και κοινοτικού χρήματος, των σκανδάλων της ατιμωρησίας.

Μια χώρα είναι καταδικασμένη να διαλυθεί αν ο λαός της δεν βρίσκει πουθενά να ακουμπήσει, να πάρει δύναμη, να παραδειγματιστεί.

Πολιτική και δημοσιογραφία έχουν κοινές ευθύνες. Αν και τα δύο αυτά λαϊκά στηρίγματα χαθούν, τότε η κατρακύλα προς τον γκρεμό είναι προδιαγεγραμμένη.

Και τα δύο αυτά στηρίγματα στην πατρίδα μας χάθηκαν μαζί, σφιχταγκαλιασμένα έπεσαν στο φαγοπότι της διαπλοκής. Γιατί – να τα ξαναλέμε τώρα; -  η δημοσιογραφία δεν είναι ένα συνηθισμένο επάγγελμα, είναι από μόνη της ένα μέγεθος κρίσιμο για την Δημοκρατία.

Τώρα, δεν νιώθει κανείς την ανάγκη να υπερασπιστεί οτιδήποτε. Πειθαρχούν όλοι σέρνοντας τα βήματά τους σε λασπωμένα μονοπάτια – ό, τι απέμεινε από τις λεωφόρους των ευκλεών χρόνων.

Σ’ αυτήν την θλιβερή και ψυχοφθόρα αντιπαραβολή κράτησα τελευταία μια ακόμη οπισθοδρομική ομοιότητα μεταξύ πολιτικής και δημοσιογραφικής εξουσίας: Την παντελή έλλειψη καινοτομίας, που οδηγεί σε έναν άνευ προηγουμένου και εντελώς αντιπαραγωγικό συνδυασμό δεινοσαυρισμού και παιδικής χαράς.

Τόσο από την πολιτική, όσο και από την δημοσιογραφία έχει λείψει η λεγόμενη «μεσαία γενιά», η γενιά που συνδέει τους βετεράνους με τους νεοσσούς. Κανείς δεν διδάσκει πλέον τίποτε σε κανέναν. Οι βετεράνοι είτε έχουν αποτραβηχτεί, είτε επιδιώκουν να κρατήσουν τον έλεγχο επιβάλλοντας απόψεις που δεν ταιριάζουν με την εποχή. Και οι νεοσσοί προχωρούν ασυντόνιστα προς ένα αβέβαιο μέλλον, αποκτούν γρήγορα γαλόνια, για να συνειδητοποιήσουν στο τέλος πως το ίδιο γρήγορα έγιναν κατεστημένο, ακολουθώντας τα στραβά βήματα της καβουρίνας.

Η πολιτική κράτησε την χώρα εκτός καινοτομίας, εκτός ευρυζωνικότητας, εκτός τεχνολογικής αυτονομίας.

Ο δημοσιογραφικός συνδικαλισμός δεν κατάφερε να συνδεθεί με το διαδίκτυο. Ακόμη δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι αποτελεί κομμάτι της διάδοσης των πληροφοριών και της δημοσιογραφικής δράσης, από τον καιρό του… λεκέ της Μόνικας Λεβίνσκι (όταν το πόρισμα για τις προεδρικές αταξίες δόθηκε ως αποκλειστικότητα από τον ανεξάρτητο εισαγγελέα σε δημοσιογράφο του Ιντερνέτ). Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, πληθαίνουν οι διαδικτυακοί τόποι που ετοιμάζονται να προσθέσουν στο ενεργητικό τους τα επόμενα Βραβεία Πούλιτζερ.

Κάτι ασθενικές προσπάθειες για αναγνώριση και ένταξη των διαδικτυακών τόπων (φυσικά με όρους, προϋποθέσεις και επαγγελματικές απαιτήσεις) στη δύναμη της ΕΣΗΕΑ έπεσαν σε ένα αφόρητο κενό πολιτικο-εκδοτικής διαπλοκής και ενδοπαραταξιακών συγκρούσεων.

Γνωρίζουν οι συνδικαλιστικοί ταγοί ότι πολύ σύντομα οι άνεργοι δημοσιογράφοι θα είναι περισσότεροι από τους εργαζόμενους. Ούτε την μηνιαία εισφορά δεν θα μπορεί να εισπράξει σε λίγο το άλλοτε κραταιό σωματείο, που ήδη τρώει από τα έτοιμα. 

Γνωρίζουν επίσης ότι πολλοί άνεργοι δημοσιογράφοι έχουν καταφύγει (για να εξασφαλίζουν τα προς το ζην) σε τέτοιες διαδικτυακές προσπάθειες. Όφειλαν να είχαν δώσει μάχη για να μην παραμένουν ανασφάλιστοι αυτοί οι συνάδελφοι – με αποτέλεσμα να χάνουν ασφαλιστικές εισφορές και τα ταμεία.

Γνωρίζουν ακόμη ότι με αυτόν τον τρόπο χάνεται και αγγελιόσημο, πόρος δηλαδή των ασφαλιστικών ταμείων – καθώς οι εργοδότες των δημοσιογράφων παραμένουν οι μόνοι επί του πλανήτου που δεν καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές (ή καταβάλλουν ελάχιστες) για τους εργαζόμενους που απασχολούν.

Δημιουργείται ήδη ένα ψυχικό και επαγγελματικό χάσμα ανάμεσα στους «προνομιούχους» που διατηρούν την εργασία τους σε ένα συμβατικό μέσο – για πόσο ακόμη; Βλέπετε τι γίνεται γύρω μας – και στους «πληβείους» του διαδικτύου.

Ένα χάσμα που προκαλεί συγκρούσεις, ακόμη και αγωγές. (Εδώ αξίζει να θυμηθούμε ότι το καταστατικό της ΕΣΗΕΑ απαγορεύει ρητά τις αντεγκλήσεις μεταξύ των μελών της).

Αν, όμως, όλα αυτά είχαν προβλεφθεί και αντιμετωπιστεί, αν είχε αλλάξει το καταστατικό – που δεν αλλάζει ποτέ, ως ένα ακόμη δείγμα ανικανότητας και αδυναμίας να δημιουργηθεί η αναγκαία απαρτία – τότε θα μπορούσε η Ένωση να επιβάλει στα μέλη της να αποποιηθούν την ανωνυμία του Διαδικτύου. Και αυτοί θα το έκαναν, γιατί ο κυβερνοχώρος θα ήταν πια το καινούργιο επαγγελματικό τους στέκι. 

Δεν έγινε, όμως, τίποτε από όλα αυτά. Μια ολόκληρη γενιά παραμένει αποκλεισμένη από τη Γη της Επαγγελίας – με τον ίδιο τρόπο που οι τεχνολογικά αναλφάβητοι παραμένουν αποκλεισμένοι από το ψηφιακό παγκόσμιο χωριό.

Το χάσμα, ψυχικό και ψηφιακό μαζί (όλα τα καταφέρνει ο δεινοσαυρισμός), βαθαίνει μέρα με τη μέρα. Το σιδηρούν παραπέτασμα, φτιαγμένο από ένα πλέγμα ανασφάλειας και εγωκεντρισμού μας πέταξε πάνω στο ψηφιακό παραπέτασμα.

Τώρα ο δημοσιογραφικός συνδικαλισμός βλέπει τις (πραγματικά πρωτοποριακές) διατάξεις του  Καταστατικού του και τους (πραγματικά πλήρεις) Κανόνες της Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας να κουρελιάζονται εντύπως, ραδιοτηλεοπτικώς, διαδικτυακώς, αλλά και στις αίθουσες των δικαστηρίων.

Το κερασάκι στην τούρτα ήλθε από τον ΕΔΟΕΑΠ (τον ασφαλιστικό μας οργανισμό). Αν και στενά (και από το Καταστατικό) συνδεδεμένος με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των ανθρώπων που Τύπου, αυτά τα «αποκούμπια», όπως έλεγαν οι παλιοί, των σκληρά και εν κινδύνοις εργαζόμενων στον χώρο της ενημέρωσης, ουδέποτε έχουν συνεργαστεί για το Κοινό Καλό. Η έννοια της κοινής δράσης είναι άγνωστη γη. Και να σκεφθεί κανείς ότι είναι ΟΛΟΙ εκλεγμένοι – όπως και οι πολιτικοί.

Στην προσπάθειά του μάλιστα να διασώσει τους πόρους από τους ισολογισμούς, ο ΕΔΟΕΑΠ εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία απαξίωνε το Διαδίκτυο, μιλώντας για αναξιοπιστία και δυνατότητα παρέμβασης στα στοιχεία των (μη τυπωμένων) ισολογισμών. Με τον τρόπο αυτό αποκάλυψε άγνοια για την δυνατότητα αποθήκευσης δεδομένων, ενώ είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν ειδικές ρυθμίσεις επί του προκειμένου – διαφορετικά θα έφτιαχνε ο καθένας ένα μπλογκ και θα δημοσίευε τον ισολογισμό του.

Αλλά το πιο τερατώδες είναι αυτή η επιμονή για φύλαξη ανοιχτών θυρών. Πώς αλλιώς να αναφερθεί κανείς σ’ αυτήν την τρομερή αντίφαση: Από την μια να ζητάς (θεωρητικά τουλάχιστον) να λάβεις ό, τι δικαιούσαι σε έσοδα, αγγελιόσημο, ασφαλιστικές εισφορές από το Διαδίκτυο και από την άλλη να συκοφαντείς την επόμενη προς άρμεγμα αγελάδα!

Πάλι μπήκαν ανάποδα οι πόλοι. Αντί να επιβάλουν τους όρους τους, ανταλλάσσοντας την δημοσίευση των ισολογισμών στο Διαδίκτυο με την ψήφιση επιτέλους της ταλαίπωρης διάταξης περί ένταξης του επαγγελματικού Ιντερνέτ στον χώρο της δημοσιογραφίας και του ασφαλιστικού πόρου, στρουθοκαμηλίζουν για να μην δουν το μέλλον που ήλθε. Έλεος! Πώς θα διεκδικήσετε πόρους όταν δαιμονοποιείτε και καταγγέλλετε ως αναξιόπιστο τον φορέα από όπου περιμένετε να εισπράξετε;


Υ.Γ. 1. Προσπάθησα να γράψω όλα τα παραπάνω χωρίς να παραβιάσω ούτε ένα άρθρο του Καταστατικού. Το έκανα για… άσκηση. Μια άσκηση και μια πνευματική περιπέτεια είναι άλλωστε και η δημοσιογραφία. Τώρα, αν κανείς πιστεύει πως δεν έπρεπε να ειπωθούν, θα καλυφθώ κι’ εγώ (όπως οι… διεθνείς οίκοι αξιολόγησης) από την ελευθερία της γνώμης.

Υ.Γ.2. Μην ανησυχείτε, συνάδελφοι. Θα απεργήσω, θα απεργήσω, μου αρέσει να πειθαρχώ στις αποφάσεις που έχω ψηφίσει. Μπορείτε να εκλάβετε την συμμετοχή μου και ως διαμαρτυρία για όλα τα παραπάνω. Μια διαμαρτυρία… εναντίον μας!