ΠΗΓΗ: Ελεύθερος Τύπος
Η αποκάλυψη ότι οι «μανδαρίνοι» του υπουργείου Οικονομικών έκοψαν το επίδομα αδείας των 200 ευρώ από χιλιάδες συνταξιούχους του Δημοσίου, με το απίστευτο επιχείρημα ότι δεν
γνωρίζουν την ηλικία τους, δείχνει με τον πιο εμφαντικό τρόπο ότι η σοσιαλιστική κυβέρνηση Παπανδρέου έχει ξεπεράσει πλέον κάθε όριο κοινωνικής αναλγησίας.
Μετά την απόφαση του κ. Παπακωνσταντίνου να προχωρήσει στη συρρίκνωση του επιδόματος που δίνεται στους συνταξιούχους στο …τεράστιο ποσό των 200 ευρώ, και, μάλιστα, το ποσό αυτό να μη χορηγείται σε όσους είναι κάτω των 60 ετών, έρχονται τώρα οι υπηρεσίες του ίδιου υπουργείου του να μη χορηγούν επίδομα ακόμη και σε όσους είναι …76 ετών. Με άνωθεν εντολή, εννοείται.
Η λογική δεν είναι ακριβώς …τετράγωνη, αλλά είναι προφανώς παράλογη: «Αφού δεν γνωρίζουμε πόσων ετών είναι οι συνταξιούχοι, ας θεωρήσουμε ότι είναι κάτω των 60 και ας μη τους χορηγήσουμε το επίδομα. Και, αν επιμένουν, εφόσον το αντιληφθούν, ας έρθουν αυτοί να αποδείξουν ότι είναι μεγαλύτεροι». Άλλωστε, το πενιχρό ποσό των 200 ευρώ προφανώς δεν φθάνει για να κάνουν διακοπές, και αφού δεν θα πάνε διακοπές, σκέφθηκαν να τους το κόψουν εντελώς, προκειμένου να εξοικονομήσουν κονδύλια για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Σε ένα οργανωμένο κράτος δεν είναι δυνατόν οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών να μη γνωρίζουν την ηλικία των συνταξιούχων του Δημοσίου. Κι αν δεν την γνωρίζουν να μην είναι σε θέση να την πληροφορηθούν από το ασφαλιστικό τους ταμείο, το οποίο επίσης υπάγεται στο ίδιο υπουργείο. Πολύ περισσότερο, όμως, είναι κοινωνικά απαράδεκτο, όσο και παράνομο και προδήλως αντισυνταγματικό, το γεγονός να στερούν από χιλιάδες χαμηλοσυνταξιούχους το δικαίωμα, όχι να κάνουν κι αυτοί διακοπές γιατί τα χρήματα στους περισσότερους δεν επαρκούν, αλλά να έχουν μια στοιχειώδη διαβίωση στην πόλη ή το χωριό τους.
Στην προσπάθειά τους να πετύχουν την ευημερία των αριθμών, πράγμα που είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση στη σημερινή συγκυρία, ο κ. Παπακωνσταντίνου και οι «εγκέφαλοι» του υπουργείου Οικονομικών που τον συμβουλεύουν, προτιμούν να δυστυχήσουν οι άνθρωποι. Κάτι, δυστυχώς, ευκολότερο.