Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Δεκαέξι χρόνια από τον θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι

Σαν σήμερα, πριν από 16 χρόνια (15 Ιουνίου του 1994), έφυγε από τη ζωή ο Μάνος Χατζηδάκις, κατά πολλούς ο σημαντικότερος Έλληνας συνθέτης.
Η μουσική του μας κρατάει παρέα αλλά ο ίδιος μας λείπει περισσότερο από ποτέ. Θα είχε,
Ένας φιλελεύθερος αστός, όπως αυτοπροσδιοριζόταν, δηλώνοντας ωστόσο ότι «καμία πολιτική σκοπιμότητα δεν θα με κάνει να πω το μαύρο-άσπρο και το άσπρο-μαύρο, συνεπώς δεν είμαι το κατάλληλο στοιχείο για συμπαράσταση σε οργανωμένες καταστάσεις».
άλλωστε, μεγάλο ενδιαφέρον να ακούμε τις, αιρετικές πολλές φορές, απόψεις του για όλα όσα ζούμε την κρίσιμη αυτή εποχή της κρίσης.
Γεννημένος στην Ξάνθη στις 23 Οκτωβρίου του 1925 και σε ηλικία 7 ετών, μετά το χωρισμό των γονιών του, έρχεται να ζήσει στην Αθήνα με τη μητέρα του ενώ ήδη λαμβάνει μαθήματα μουσικής από τα τέσσερά του χρόνια. Στην Αθήνα συνεχίζει τις σπουδές του και γνωρίζεται με καλλιτέχνες και διανοούμενους όπως οι Ν. Γκάτσος, Γ. Σεφέρης, Ο. Ελύτης, Α. Σικελιανός και Γ. Τσαρούχης.
Το 1944 ο Μάνος Χατζιδάκις πραγματοποιεί την πρώτη του εμφάνιση ως συνθέτης στο θέατρο, συμμετέχοντας στο έργο του Αλέξη Σολωμού «ο Τελευταίος Ασπροκόρακας», στο θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Την επόμενη χρονιά συνθέτει την πρώτη του μουσική επένδυση για ταινία, για το κινηματογραφικό έργο «Αδούλωτοι Σκλάβοι». Τα επόμενα χρόνια, ο Χατζηδάκις εργάζεται σε θέατρο και κινηματογράφο και μέσα στη δεκαετία του 1950 παρουσιάζει τα πρώτα του μπαλέτα.
Το 1960 κερδίζει το Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού για  τα "Παιδιά του Πειραιά" , στην ταινία του Ζυλ Ντασσέν "Ποτέ την Κυριακή", με πρωταγωνίστρια την αγαπημένη του φίλη Μελίνα Μερκούρη. Tο τραγούδι αυτό συμπεριλαμβάνεται και στα δέκα εμπορικότερα τραγούδια του 20ού αιώνα αλλά ο ίδιος ο Χατζιδάκις, θεωρεί πως η ελαφρά μουσική του για τον κινηματογράφο του προσδίδει μια «ανεπιθύμητη λαϊκότητα» την οποία ο ίδιος απεχθάνεται και καταλήγει να αποκηρύξει μεγάλο μέρος της. Τα επόμενα δυο χρόνια διατελεί διευθυντής της «Πειραματικής Ορχήστρας Αθηνών» την οποία ίδρυσε ο ίδιος. Το 1966 ο Ζυλ Ντασσέν, η Μελίνα Μερκούρη και ο Μάνος Χατζηδάκις βρίσκονται στην Αμερική για να ανεβάσουν τη θεατρική εκδοχή του «Ποτέ την Κυριακή» στο Μπρόντγουεϊ – και εκεί τους βρίσκουν τα νέα για το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967..
Ο Μάνος Χατζηδάκις έχει χαρακτηριστεί ως «δεξιών» πολιτικών πεποιθήσεων, γεγονός στο οποίο συνέβαλε και η προσωπική φιλία του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ωστόσο, ο μεγάλος καλλιτέχνης αποκαλεί τον εαυτό του «φιλελεύθερο αστό» και η στάση του προς πρόσωπα και καταστάσεις τον τοποθετεί πάνω από οποιοδήποτε στενόμυαλο χαρακτηρισμό. «Από το '75 αρχίζει μια διάσημη εποχή μου που θα την λέγαμε, για να την ξεχωρίσουμε, υπαλληλική, που μ' έκανε ιδιαίτερα γνωστό σ' ένα μεγάλο και απληροφόρητο κοινό, βεβαίως ελληνικό, σαν άσπονδο εχθρό της ελληνικής μουσικής, των Ελλήνων μουσικών και της εξίσου ελληνικής κουλτούρας. Μέσα σ' αυτή την περίοδο και ύστερα από ένα ανεπιτυχές έμφραγμα στην καρδιά, προσπάθησα πάλι, ανεπιτυχώς είναι αλήθεια, να πραγματοποιήσω τις ακριβές καφενειακές μου ιδέες πότε στην ΕΡΤ και πότε στο Υπουργείο Πολιτισμού , εννοώντας να επιβάλω τις απόψεις μου με δημοκρατικές διαδικασίες. Και οι δύο όμως τούτοι οργανισμοί σαθροί και διαβρωμένοι από τη γέννησή τους κατάφεραν να αντισταθούν επιτυχώς και, καθώς λεν, να με νικήσουν «κατά κράτος». Παρ΄ όλα αυτά, μέσα σε τούτον τον καιρό γεννήθηκε το Τρίτο κι επιβλήθηκε στη χώραΤΡΙΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ.» Επόμενο βήμα του Μάνου Χατζηδάκι, μετά το Τρίτο Πρόγραμμα που έγινε σημείο αναφοράς στο ελληνικό ραδιόφωνο, η "Ορχήστρα χρωμάτων" την οποία διευθύνει μέχρι το τέλος της ζωής του, δίνοντας 20 συναυλίες ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου. Όλα αυτά τα χρόνια το όνομά του δεν απουσιάζει από την ελληνική δισκογραφία, ενώ από τη μέρα του θανάτου του έως σήμερα, έχουν κυκλοφορήσει τουλάχιστον 19 δίσκοι με το όνομά του.