Του Γρηγόρη Κλαδούχου
Δεν ζούμε στην χώρα του δημόσιου λόγου, της δημοκρατίας, του διαλόγου. Αυτών που είναι προϋπόθεση για να αποφασίσει η κοινωνία τι να αξιολογήσει και τι να πράξει. Οι δημότες δεν βλέπουν διαλογικές συζητήσεις μεταξύ υποψηφίων δημάρχων και συμβούλων για τα «οράματά» τους, την πρότασή τους για το μέλλον του Δήμου, ώστε να κρίνουν και επιλέξουν. Επιβάλλεται το κυνήγι της ψήφου. Επιστρέφουν δυναμικά οι παθογένειες, οι ασημαντότητες που υψώνονται με ψηλοτάκουνα ψέματα για να φανούν επαρκείς.
ΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΣΙΩΤΟΥ – ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ – ΜΕΝΟΥΝΟΥ – ΛΟΝΤΟΥ. (… η ηθική ακολουθεί*)
Ο Τσιώτος και οι συν αυτώ έζησαν 4
χρόνια το απόλυτο όνειρο: με 6 δημοτικούς συμβούλους στους συνολικά 27 μοίραζαν
χρήμα. Του έδωσαν το δικαίωμα οι «νέοι δημοκράτες» του κυβερνητικού συστήματος.
Θέλησαν να δημιουργήσουν ένα κάθετο αυτοπροστατευόμενο κλειστό θεσμικό σύστημα
διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών. Έτσι, οργανώθηκαν σε όλη την Ελλάδα
επιτελικά παραμάγαζα.
Οι διευθύνοντες τον Δήμο συμπλήρωσαν τον διαχειριστικό τους βίο με εξαρτήσεις. Ακινητοποίησαν με μεθόδους συναισθηματικού εκβιασμού μια μειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο, με πρόσληψη κόρης δημοτικού συμβούλου του Μπρακούλια. Η κυρία Νικολοπούλου, που δήλωνε δημοσιογράφος και της χαρίστηκε αίθουσα του Σιδηροδρομικού Σταθμού για τον πολιτιστικό σύλλογο που προεδρεύει, σήμερα, ως υπάλληλος στον Δήμο είναι υποψήφια με τον πολιτικό προϊστάμενό της. Τέλη του 19ου αιώνα ήταν το «δος μοι και σοι δίδω».
Στο πλήθος, που περιμένει να μοιραστεί το τίποτα, οι χρηματοκράτορες του Δήμου μοιράζουν με απευθείας αναθέσεις σε ορισμένους και με προσωπικές επιλογές. Ο φόβος σκοτεινής διαχείρισης των οικονομικών εκφράστηκε μετά την πρώτη Κυριακή των προηγούμενων εκλογών με ιδιαίτερο σημείωμά μου. Υπάρχει ένδειξη κυκλοφορίας χρήματος και ανασφάλιστων στον Δήμο, που δεν φαίνεται σε προϋπολογισμούς και που διεφάνη με τον θάνατο της εργαζόμενης τσιγγάνας. Αυτά τα γνωρίζει καλύτερα ο κ. Λόντος. Για να είμαστε σαφείς και συνεπείς: ως πολίτης μίλησα στο Δημοτικό Συμβούλιο το 2017 και είχα πει (υπάρχει στα πρακτικά), ότι, αν υπάρχει σκότος και όχι πλήρης και διαφανής διαχείριση του δημόσιου χρήματος, ο πολίτης έχει δικαίωμα να πιστεύει ότι υπάρχουν υπόγειες, παράνομες, ιδιοτελείς χρηματικές κινήσεις.
Στην ομάδα Τσιώτου, η Ελίνα Μενούνου, αντιδήμαρχος, μας μιλάει για τον «ηθικό» Τσιώτο. Βολεμένη οικονομικά πώς να μην ευχαριστεί τον αρχηγό; Οι συνέταιροι στις αποφάσεις και αυτή μαζί νοίκιασαν κτίριο δικό της στον Δήμο. Για μένα ανήθικη πράξη. Να προσπορίζεται δημόσιο χρήμα και με δική της απόφαση. Ενώ υπάρχουν και άλλα κτίρια για κάλυψη αυτών των αναγκών. Ως πολιτιστική υπεύθυνη στον Δήμο θεώρησε πολιτιστικό γεγονός κάθε εκδήλωση, που μετά το τέλος της – της έδινε την ευκαιρία να φωτογραφηθεί. Ένα θέμα πανεπιστημιακής μελέτης είναι η πολιτιστική αντίληψή της να κάνει στον Δήμο αυτά που έκανε στο επάγγελμά της. Να μην υπενθυμίσω τις γελοιότητες σε προεκλογική της συγκέντρωση: οι γυναίκες να κόβουν χαρτάκια με προτάσεις και να τα κολλάνε σε δενδράκι. Όλα παιδική χαρά. Με δόλωμα υπόκρυφο νόημα ανυπόκριτης οικειότητας.
Ο Αποστολόπουλος διαθέτει την «γραφειοκρατική γνώση» που λέει ο καθηγητής Μακρυδημήτρης: γνωρίζει περάσματα, αναβάσεις, αποφυγές κακοτοπιάς, να μην βραχεί ο αρχηγός και οι άλλοι της παρέας.
Ο ΜΠΡΑΚΟΥΛΙΑΣ ΝΤΟΥΡΑΣΕΛ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΒΑΡΕΛΙ ΨΑΧΝΕΙ ΟΥΡΑΝΟ
Ενώ εμείς αποζητάμε μια κοινωνία
εμπειριών, ο Φάνης ως καλός μαθητής επαναλαμβάνει την ίδια εμπειρία και 20
χρόνια αδυνατεί να βγάλει ένα συμπέρασμα. Μαθητής μιας αφηρημένης αισιοδοξίας
στην αποτυχία αντιτείνει την αυτομυθολόγησή του. Το νευρωτικό του αδιέξοδο τον
ωθεί στην αναζήτηση της αναγνώρισης. Στερημένος από στοιχειώδη πολιτική
αυτογνωσία αναζητά την γιατρειά σε φιλάνθρωπους που τον εκτιμούν μέσα από την
ψήφο. Παρατηρείται ότι κάνει πολλές υποκλίσεις, όταν του δίνουν ως ελεημοσύνη
την υποστήριξή τους.
Ενώ για την Ψυχολογία η υποχώρηση της μνήμης,
η διαρκής ήττα οδηγεί στην κατάθλιψη, στον Μπρακούλια βλέπουμε να προβάλει
μπροστά του, να ανανεώνεται το όραμα μιας εμπειρίας ελπίδας, ευτυχίας. Θα έλεγα
ότι ο εν λόγω διαρκής υποψήφιος δεν διακατέχεται από κανένα άγχος, γιατί δεν
έχει αίσθηση της απώλειας, έχει άγνοια κινδύνου και μιας ακόμη αποτυχίας.
Το γεγονός ότι δεν έχει παρουσιάσει μια σελίδα, πέντε γραμμές μιας δικής του διανοητικής εργασίας, το γεγονός ότι δεν δέχθηκε 21 χρόνια να απαντήσει σε ερωτήσεις και να δώσει μια, έστω μια συνέντευξη, ομολογεί την πολιτική νηπιότητα, την ευτυχία των ωραίων ψυχών που ξυπνούν το πρωί αγνοώντας τον κόσμο. Αυτή δεν είναι άλλο από το σύστοιχο την προαναφερόμενης πολιτικής ταυτότητας του Τσιώτου.
Γρηγόρης Κλαδούχος / Ξυλόκαστρο / 27 Σεπτεμβρίου 2023