της Κλεοπάτρας Ζουμπουρλή, μοριακής βιολόγου, medlabnews.gr
Η μέτρηση της Δραστικότητας της Ρενίνης του πλάσματος (PRA) χρησιμοποιείται στη διαφορική διάγνωση της υπέρτασης.
Υπερτασικοί ασθενείς που έχουν χαμηλή δραστηριότητα ρενίνης πιθανώς έχουν ανισορροπία του όγκου των υγρών ενώ τα άτομα με υψηλή δραστηριότητα ρενίνης είναι πιθανώς υπερτασικοί λόγω της αγγειοσυσπαστικής δράσης της αγγειοτενσίνης, μια κατάσταση γνωστή ως νεφραγγειακή υπέρταση. Οι ασθενείς με ιδιοπαθή υπέρταση μπορεί να ελέγχουν τα επίπεδα ρενίνης και αλδοστερόνης προκειμένου να αξιολογηθεί εάν είναι ευαίσθητοι στο αλάτι, γεγονός το οποίο προκαλεί χαμηλά επίπεδα ρενίνης με φυσιολογικά επίπεδα αλδοστερόνης. Αυτό βοηθά στην επιλογή της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής.
Η μέτρηση των επιπέδων της αλδοστερόνης γίνεται τόσο στο πλάσμα όσο και στα ούρα. Οι πληροφορίες αυτές βοηθούν στη διάγνωση του πρωτοπαθούς αλδοστερονισμού που προκαλείται από βλάβη του φλοιού των επινεφριδίων, και του δευτεροπαθούς αλδοστερονισμού που μπορεί να οφείλεται στην υπερδιέγερση του φλοιού των επινεφριδίων από την αγγειοτενσίνη ή την ACTH. ..................