Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016

ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ (ΕΝΤΟΣ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ) ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΦΑΝΕΙ (με την ευκαιρία του σχεδίου δίκαιης ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ)

http://www.ithesis.gr/wp-content/uploads/2016/06/496fc67dc05c2d8b71b3193d4e6d0e9b.jpg
Γράφει η Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη                  
 
Τα οράματα   όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων της τελευταίας επταετίας, που "έβλεπαν την ανάπτυξη να έρχεται"  έχουν μετοικήσει στην   παρούσα.   Υπάρχει, ωστόσο, κάποια βασική   διαφορά ανάμεσα στις  οπτασίες των προηγούμενων
κυβερνήσεων  και της τωρινής. Πρόκειται για το ότι στην περίπτωση της Συριζαίας κυβέρνησης η αναμονή της ανάπτυξης παύει να είναι παθητική, αλλά αντιθέτως γίνεται προσπάθεια  η άφιξή της  να οριοθετηθεί  με ένα "σχέδιο δίκαιης ανάπτυξης". Η εξαγγελία αυτού του σχεδίου ενδύθηκε, εξάλλου, με επισημότητα, εφόσον επιλέχθηκε ως φόντο της η Ακρόπολη, και εφόσον παρέστησαν σε αυτήν πολυάριθμοι οικονομικοί παράγοντες, οι οποίοι προφανώς συμφωνούν με το περιεχόμενό του.

Είναι, απολύτως, κατανοητή η ανησυχία όλων των κυβερνήσεων, γύρω από την ανάγκη για ανάπτυξη, εφόσον χωρίς αυτήν δεν υπάρχει φως. Δυστυχώς, όμως,  αυτή δεν υλοποιείται με ευχολόγια, ούτε με ασκήσεις επί χάρτου, αλλά ούτε με την προσθήκη σε αυτήν επιθέτων όπως  λ.χ. "δίκαιη" ανάπτυξη. Η έναρξη βιώσιμης και συνεπώς μη αντιστρέψιμης ανάπτυξης καταγράφεται στην οικονομική επιστήμη  ως ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, που δεν υπόκειται σε κανόνες, που δεν μπορεί να μεταφυτευτεί από άλλη χώρα και που δεν αναφέρεται σε κυρίαρχη θεωρία, ώστε να επιδιωχθεί η εκάστοτε αναπαραγωγή της. Υπάρχουν, ασφαλώς, κάποιες συμβουλές, κάποιοι γενικότεροι όροι που θα έπρεπε να ακολουθηθούν, καθώς   και προηγούμενες επιτυχείς εμπειρίες, που μπορούν να βοηθήσουν σε κάποιο βαθμό την προσπάθεια. Εξυπακούεται, βέβαια, ότι δεν αναφέρομαι σε "υποψίες ανάπτυξης", όπως αυτές που φάνηκαν στο τέλος της κυβέρνησης Σαμαρά, και που είναι αδύναμες να επαναφέρουν την Ελλάδα σε τροχιά πραγματικής  ανάπτυξης.  ενώ ταυτόχρονα είναι και εντελώς αβέβαιης συνέχειας. Αναφέρομαι, αντιθέτως, σε  ανάπτυξη, που να υπερβαίνει το 4% ετησίως, που να παραμείνει για δέκα τουλάχιστον  χρόνια  και  που να εμπεριέχει, όσο αυτό είναι δυνατόν, τα εχέγγυα συνέχισής της.

Πριν αναφερθώ στο κυβερνητικό "σχέδιο δίκαιης ανάπτυξης", κρίνω απαραίτητο να   υπενθυμίσω,   κάποια βασικά στατιστικά δεδομένα, ώστε να έχουμε πρόσφατη την εικόνα της  ελληνικής οικονομίας. Είναι, δυστυχώς, προφανές ότι η αφόρητη  αυτή οικονομική πραγματικότητα αποδιώχνεται, συστηματικά, από  όλους όσοι διακατέχονται από τα διαχρονικά αυτά αναπτυξιακά οράματα, και συνεπώς διακρίνονται από  υπερβολική, αλλά ανεδαφική υπεραισιοδοξία .

Όπως είναι γνωστό, για την περίπτωση οποιασδήποτε οικονομίας, η ατμομηχανή ανάπτυξης  είναι η ενεργός ζήτηση (για κατανάλωση και επένδυση). Ειδικά για τη διάρθρωση  της ελληνικής οικονομίας   η σημασία της  είναι  εξαιρετικά αποφασιστική.

Η ζήτηση, ωστόσο, αυτή, έχει υποστεί πραγματική πανωλεθρία τα τελευταία αυτά 7 χρόνια, και απεικονίζεται στην κατάρρευση και της κατανάλωσης και της επένδυσης στην Ελλάδα. Η ιδιωτική κατανάλωση, έχει δραματικά συρρικνωθεί, από την αρχή της κρίσης,  κατά περίπου 47 δισεκατομμύρια ευρώ. Γιορτές και περίοδοι εκπτώσεων δεν κατορθώνουν να την ανακάμψουν.  Η πτώση, εξάλλου, συνεχίζεται με ενισχυμένους ρυθμούς, σύμφωνα με τα στοιχεία πρόσφατης σχετικής μελέτης του Τμήματος Οικονομικών και Επιχειρησιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών σε συνεργασία με το Exceed Consulting. Πρόκειται, ειδικότερα, για το ύψος της  μέσης δαπάνης στα super markets, η οποία  αντιστοιχούσε  το 2015 σε 303Ε μηνιαίως κατά οικογένεια, ενώ το 2016 μόνον σε 270Ε αντίστοιχα. Παράλληλα,  το 32% των καταναλωτών, με βάση πάντοτε την παραπάνω έρευνα, δαπανά λιγότερα από 200Ε το μήνα.   Τα συντριπτικά αυτά στοιχεία, που δικαιολογούν  τις ολοένα συχνότερες λιποθυμίες μαθητών, από πείνα, στα σχολεία μας, δεν έχουν ακόμη ενσωματώσει την οδύνη που αναμένει τους καταναλωτές, από τη βάρβαρη, ανερμάτιστη, αλλά δυστυχώς και παντελώς αναποτελεσματική  τελευταία αύξηση των φόρων. Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος της συνολικής δαπάνης, την επένδυση (ιδιωτική και δημόσια),  εμφανίζει και αυτή εικόνα καταστροφής, καθώς οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου από 57,2 δις ευρώ πριν από την κρίση,  ελαχιστοποιήθηκαν  στα 18,7 δις ευρώ.   Για την περίοδο  2007-2015 διαπιστώνεται δραματική και χωρίς προηγούμενο, για οικονομία σε ειρήνη, πτώση του κατά κεφαλή ΑΕΠ κατά 27,6%, που αντιστοιχεί σε 70 δις ευρώ και  σε απώλεια εισοδήματος, για κάθε Έλληνα πολίτη, ίση με 6.100 ευρώ το χρόνο. Το ελληνικό κατά κεφαλή ΑΕΠ αναλογούσε στο 84,4% του αντίστοιχου Μ.Ο. των κρατών-μελών της ΕΕ, πριν από την κρίση, και ήδη εκτιμάται μόνο στο 53,6%. Το 21,4% του ελληνικού λαού βρίσκεται το 2015 κάτω από τα όρια της φτώχειας.  Η επίσημη  ανεργία  έφθασε στο 26%, ενώ  η ανεπίσημη  αγγίζει εφιαλτικά ύψη, αν ληφθεί υπόψη και η σημαντική υποχώρηση της πλήρους απασχόλησης προς όφελος αβέβαιων και ανασφαλών μορφών της.  Και στο χώρο των επιχειρήσεων η τελευταία έκθεση της Price Water House Coopers (PwC) που αφορά σε 2.824 ελληνικές επιχειρήσεις με έσοδα πάνω από 10 εκατομμύρια  ευρώ, καταλήγει στο εφιαλτικό συμπέρασμα ότι  το 40%, περίπου, από  αυτές είναι υπερδανεισμένες, χωρίς καμιά  πιθανότητα επιβίωσης. Από την αρχή του 2016  έχουν προστεθεί στα προηγούμενα, και άλλα  10.000 λουκέτα  μικρομεσαίων  επιχειρήσεων. Και  βέβαια, η πιο καταστρεπτική, γιατί γενικά μη αντιστρέψιμη εξέλιξη της κρίσης, η οποία συνεχίζεται με επιταχυνόμενους ρυθμούς είναι, αναμφίβολα, η μαζική φυγή εγκεφάλων, προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Το κόστος αυτής της φυγής εκτιμάται στο αστρονομικό ποσό των 170 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Σε αυτόν  τον κρανίου τόπου, που θα επιδεινωθεί ανείπωτα και με τη νέα φοροκαταιγίδα,  τι να πει μία οικονομολόγος, για το "σχέδιο δίκαιης ανάπτυξης"; Ότι είναι, εντελώς ουτοπικό και φυσικά απραγματοποίητο; Ότι είναι ευχάριστο να αναγγέλλεται, στις τόσο ζοφερές μας ημέρες, παρότι κανείς δεν το εκλαμβάνει ως  εφαρμόσιμο; Να  αναγνωρίσει την ύπαρξη κάποιου βαθμού σωφροσύνης των δημιουργών του, γιατί επέλεξαν το σχετικά απομακρυσμένο έτος  2021, ως ημερομηνία αξιολόγησής του;  Να υπενθυμίσω, σχετικά,  ότι δεν βγαίνει η Ελλάδα από την υποτέλεια, πριν από 99 χρόνια (και πριν καταβάλει το 75% του οπωσδήποτε  μη βιώσιμου χρέους της), από σήμερα, αν παραμείνει φυσικά με τα μνημόνια; Να παρατηρήσω ότι δεν υφίσταται "δίκαιη (ή άδικη) ανάπτυξη", αλλά αντιθέτως η διανομή του προϊόντος της ανάπτυξης  μπορεί να είναι δίκαιη ή άδικη  κλπ., κλπ.  Αλλά, δεν έχει νόημα να συνεχίσω, αφού άλλωστε και οι ίδιοι οι συντάκτες του σχεδίου το  εμφανίζουν ως "όραμα".

Ο πρόεδρος των Ελλήνων Βιομηχάνων  υποστήριξε, πρόσφατα,  ότι η κατεστραμμένη ελληνική οικονομία θα χρειαστεί 100 δισ, ευρώ για να σταθεί και πάλι στα πόδια της. Και εγώ προσθέτω ότι  θεωρώ ανεπαρκές κάθε ποσό, που είναι κατώτερο  από 150 δισ. ευρώ. Είναι, εξάλλου,  απογοητευτικό το γεγονός, ακριβώς γιατί υπογραμμίζει το αδιέξοδο, στο οποίο έχει περιέλθει η υπόθεση "ανάπτυξη"  στην Ελλάδα, ότι αυτό το  σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ προσδοκά "ανάπτυξη" από τα εξωτερικά ψίχουλα βοήθειας των θεσμών,  που εμφανώς δεν είναι λύση. Αλλά, όμως,....από που αλλού να την προσδοκά, αυτήν την ανάπτυξη ο ΣΥΡΙΖΑ εφόσον "παραμένουμε εγκλωβισμένοι στα σταγονόμετρα του ευρώ";

Συνεχίζοντας, ωστόσο, οφείλω  να προσθέσω ότι ούτε η αντιπολίτευση, όταν έρθει στην εξουσία, θα μπορέσει με τις συνθήκες που επικρατούν στην ελληνική οικονομία (περίληψη της οποίας έδωσα παραπάνω) να προχωρήσει σε ανάπτυξη. Η συνταγή της αντικατάστασης της αύξησης των φόρων με περιορισμό των κρατικών δαπανών  φυσικά και δεν είναι αποτελεσματική, για την έλευση της ανάπτυξης, αλλά δυστυχώς παντελώς ουτοπική. Θα ήταν χρήσιμο να γίνει, κάποτε,  κατανοητό, ότι ο δημόσιος τομέας, στην Ελλάδα, με βάση τα επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ, δεν είναι υπερμεγέθης, αλλά βρίσκεται στο μέσον αντίστοιχο μέγεθος των οικονομιών του ΟΟΣΑ. Αντιθέτως, ο ελληνικός δημόσιος τομέας είναι  αναποτελεσματικός, αλλά η περαιτέρω μείωση του μεγέθους του δεν θα τον καταστήσει περισσότερο αποτελεσματικό. Τα κριτήρια της προσπάθειας για  βελτίωσή του οφείλουν να είναι ποιοτικά και όχι ποσοτικά, γιατί ο βάρβαρος περιορισμός του μεγέθους του, είδαμε  που μας οδηγεί: σε τριτοκοσμικά νοσοκομεία, σε ανεπίτρεπτες ελλείψεις στη δημόσια παιδεία, σε συντάξεις πείνας, σε διόγκωση της ανεργίας κ.ο.κ.  Άλλο ζήτημα, βέβαια, ο υπέρμετρος νεοφιλελεύθερος φανατισμός, που αρέσκεται να ομιλεί περί κρατισμού όταν αυτός  δεν υπάρχει, και που στρέφεται με μίσος εναντίον συλλήβδην του δημόσιου τομέα, τον οποίον και θέλει να εξαφανίσει με την ιδιωτικοποίηση των πάντων, αδυνατώντας να αντιληφθεί ότι η ομαλή λειτουργία του κράτους απαιτεί αλληλοσυμπλήρωση και στενή συνεργασία ανάμεσα στους δύο βασικούς τομείς της οικονομίας: δημόσιο και ιδιωτικό.

Οι δανειστές έχουν, αποδεδειγμένα,  ολοένα και πιο  παράλογες, και πιο εγκληματικές  απαιτήσεις από την καταποντιζόμενη Ελλάδα, και  σίγουρα θα συνεχίσουν να τις έχουν, αδιάφορο αν ο επικεφαλής της ελληνικής κυβέρνησης ονομάζεται Τσίπρας, Μητσοτάκης ή κ. Χ.... Και θα συνεχίσουν, μέχρι πλήρους εξαθλίωσης και των 10 εκατ. Ελλήνων, και μέχρι ξεπουλήματος και του τελευταίου περιουσιακού στοιχείου αυτής της χώρας. Αν αυτή η οικτρή πραγματικότητα  γίνει κατανοητή από τους νυν και μελλοντικούς κυβερνήτες της,  θα γίνει ξεκάθαρο ότι η υποτελής συμπεριφορά τους  σε τίποτε δεν ωφελεί, τίποτε δε διασώζει, τίποτε δε βελτιώνει. Και, συνεπώς, επιβάλλεται άμεσα, η ριζική μεταβολή αυτής της οικτρής εθνικής πολιτικής.

Οι κυβερνήτες μας, παρόντες και ορατά μελλοντικοί είναι προσκολλημένοι στο ευρώ. Αν και δεν είμαι η βασίλισσα Ελισσάβετ, τολμώ και εγώ  να ζητήσω  να "μας πουν 3 λόγους αυτής τους της προσκόλλησης", που φευ μεταφέρεται με χίλιους τρόπους και στο μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού. Φοβούνται πολύ οι κυβερνήτες μας, αλλά από τι ακριβώς φοβούνται;

 Ωστόσο, δεν φοβούνται την ολοκληρωτική φτωχοποίηση του ελληνικού λαού, τον πλήρη εξευτελισμό του, το ανελέητο ξεπούλημα ολόκληρης της Ελλάδας; Δεν κυκλοφορούν άραγε μέσα στην Ελλάδα, για να δουν το ανεκδιήγητο θέαμα, για ευρωπαϊκή οικονομία του 21ου αιώνα, ανθρώπων με αξιοπρεπή εμφάνιση να ψάχνουν στα σκουπίδια ή να μεταφέρουν κουβέρτες ως άστεγοι; Και δεν φοβούνται για το τι θα γίνει αυτή η χώρα, που διώχνει κατά χιλιάδες τα παιδιά της, κυρίως, μορφωμένα, στο εξωτερικό; Και δεν φοβούνται, όταν ακούν για τις απανωτές  αυτοκτονίες για οικονομικούς λόγους; Και δεν φοβούνται να βλέπουν ότι, με γοργά βήματα, η αγορά εργασίας ζουγκλοποιείται, καταργώντας συλλήβδην όλα, μα όλα τα εργασιακά  δικαιώματα, που αποκτήθηκαν με αγώνες πολλών δεκαετιών; Και δεν φοβούνται για την κατακόρυφη μείωση του ελληνικού πληθυσμού, εξαιτίας εκτρώσεων, λόγω έλλειψης των απαραίτητων πόρων για την ανατροφή των αγέννητων παιδιών; Και δεν φοβούνται να θέτουν την υπογραφή τους  για το ξεπούλημα της πατρίδας τους για 99 χρόνια;

Αρκετά διασκεδαστικό, εξάλλου, είναι το γεγονός  ότι κάθε φορά που υπάρχει στον ορίζοντα απειλή   σημαντικής θεσμικής μεταβολής επιστρατεύονται τα διεθνή ΜΜΕ για να αναγγείλουν  τη συντέλεια του κόσμου. Να θυμηθούμε, ως την πιο πρόσφατη περίπτωση, τη μαύρη τρομοκρατία εναντίον των Βρετανών, πριν από το Brexit, προφανώς με την απέλπιδα προσπάθεια  αυτή να αποφευχθεί! Αλλά οι Βρετανοί, και μπράβο τους, αγνόησαν  την τρομοκρατία, και φυσικά τίποτε το τόσο τρομερό δεν πρόκειται να τους συμβεί. Αντιθέτως έχουν ανακτήσει την ανεξαρτησία τους, ύστερα από 43 χρόνια, και έγιναν πάλι κύριοι του οίκου τους.

Η συστηματική ωστόσο τρομοκρατία, γύρω από  το Grexit, που θεωρώ (και που ευτυχώς δεν είμαι η μόνη) ανυπόστατη και οπωσδήποτε  με περιεχόμενο απείρως  ηπιότερο των φρικτών δεινών που ακόμη αναμένουν την Ελλάδα για πολλές δεκαετίες, φρονώ ότι δεν θα σταθεί τελικά αρκετή  για να αποφευχθεί το GREXIT. Πιστεύω, εξάλλου,   ότι  στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει  αναπόφευκτα κάθε σοβαρός οικονομολόγος, υπό τον όρο ότι ακολουθεί ανεξάρτητη έρευνα και, ακόμη, ότι δεν εμποδίζεται από του να  δημοσιοποιεί τα  συμπεράσματά  του. Στον τόπο μας, όμως, και όχι μόνο,  οι απόψεις οικονομολόγων, Ελλήνων και ξένων, όταν  δεν ισοπεδώνονται με την εκάστοτε επικρατούσα άποψη, συστηματικά καταχωνιάζονται, έτσι που με απόφαση των ΜΜΕ  ο λαός  μας να έχει πρόσβαση αποκλειστικά και μόνο σε μονοδρομική άποψη. Γι' αυτό και  σήμερα παραπέμπω σε μια   εντελώς πρόσφατη  δήλωση (υπάρχει και παλαιότερη ανάλογη)   ενός  πολύ γνωστού και κατεξοχήν ειδικού για την περίπτωσή μας οικονομολόγου,  του  Αlan  Greenspan, που έγινε στο CNBC:  " Η Ελλάδα (είπε ο Alan Greenspan)   δεν θα συνεχίσει για πολύ στο ευρώ".  Το κακό είναι ότι δεν υπάρχει ίχνος σοβαρότητας σε αυτό το πεδίο, κάθε  ουσιαστική  συζήτηση θεωρείται απαγορευμένη, και επιπλέον δεν γίνεται καμία επίσημη  έρευνα επάνω στο θέμα αυτό, αν και  πρόκειται για  ζήτημα  ζωής και θανάτου για την Ελλάδα. Αρκούμαστε, αντιθέτως, σε γελοίους  αφορισμούς, που είναι  σαφώς  κατώτεροι του μέσου ελληνικού IQ,  και που  συνοψίζονται με επιτυχία,  μέσα από το  ακόλουθο απόσπασμα, που  δανείζομαι από το blog της Γαλλίδας δημοσιογράφου Coralie Delaume: "Αυτοί που είναι εναντίον της Ευρώπης συμμαχούν με τους λαϊκιστές, οι οποίοι συμμαχούν με τους εθνικιστές, οι οποίοι  συμμαχούν με αυτούς που τάσσονται  υπέρ του προστατευτισμού, οι οποίοι συμμαχούν με τους κόκκινους-μελαψούς, οι οποίοι συμμαχούν με του Άραβες, οι οποίοι  συμμαχούν με του μουσουλμάνους, οι οποίοι  συμμαχούν με τους δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι συμμαχούν με τους παρακαθήμενους,  οι οποίοι συμμαχούν με τον Poutine  για την καταστροφή της Ευρώπης"...

Το BREXIT  εμφανίζει, χωρίς αμφιβολία, μια  μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα, η οποία θα όφειλε να την "αρπάξει από τα μαλλιά", ακριβώς, τώρα, που η ΕΕ έλαβε έναν ηχηρότατο μπάτσο από τους Βρετανούς για την τόσο αντιδημοκρατική συμπεριφορά της, προς  πολλές κατευθύνσεις. Ο πρωθυπουργός μας ωστόσο, έσπευσε να "εκφράσει  την ανησυχία  του" μήπως και το BREXIT διευκολύνει και το GREXIT" (παρότι είναι εμφανές ότι  το GREXIT βρίσκεται  στο δρόμο του ερχομού, και η μοναδική διαφορά θα ήταν αν  μπορούσε να γίνει με δική μας πρωτοβουλία και με κάποιους δικούς μας όρους). Και στη συνέχεια, και ενώ όλα θα μπορούσαν να ξανασυζητηθούν, άκουσα τον πρωθυπουργό μας να δηλώνει ότι "θα τιμήσουμε την υπόσχεσή μας, για πρωτογενές πλεόνασμα 3.50% ως το 2018". Παρότι, είναι  φανερό ότι η ελληνική οικονομία δεν είναι σε θέση να καταβάλει αυτό το τεράστιο ποσοστό πρωτογενούς πλεονάσματος, και παρότι το ίδιο το ΔΝΤ δηλώνει, εξακολουθητικά, ότι "θα είναι αδύνατον αυτό το ποσοστό του ΑΕΠ να καταβληθεί από την ελληνική οικονομία". Πού μπορεί, λοιπόν, να βασίζει η κυβέρνηση την υπεραισιοδοξία της αυτή; Προφανώς, στην αναπτυξιακή οπτασία, που αναμένει, αλλά που δεν πρόκειται ποτέ  να φανεί, αν παραμείνουμε  εγκλωβισμένοι στα μνημόνια, στη λιτότητα και στην απομύζηση μας  από την ΕΕ.

Θα ήθελα να τελειώσω με την αναφορά σε μια  κραυγαλέα αντιδημοκρατική συμπεριφορά της ΕΕ, που φυσικά την έχουν ενστερνιστεί και  τα ΜΜΕ, και που ωστόσο έλαβε χώρα με εντελώς απροκάλυπτο τρόπο. Αναφέρομαι, συγκεκριμένα,  σε αρκετά άρθρα αλλοδαπών εφημερίδων, πριν από το BREXIT, που κατηγορούσαν επισήμως τον πρωθυπουργό της Μ. Βρετανίας Cameron, για την απερισκεψία του να εξαγγείλει δημοψήφισμα για την παραμονή ή μη της χώρας του στην ΕΕ. Αναγνωρίζοντας, έτσι, εμμέσως αλλά σαφώς, ότι εντός της ΕΕ είναι απευκταία τα δημοψηφίσματα, και συνεπώς  δεν πρέπει να ζητείται η γνώμη των λαών, αλλά αντιθέτως να τους επιβάλλονται οι αποφάσεις των αξιωματούχων της ΕΕ. Η νοοτροπία αυτή των αξιωματούχων της ΕΕ έχει  πλήρως εμπεδωθεί, γι' αυτό και  αποτελεί ουτοπία η ελπίδα πολλών, ανάμεσά μας, ότι  μπορεί να αλλάξει, να γίνει πιο ανθρώπινη και πιο δημοκρατική. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, δυστυχώς, απέτυχε παταγωδώς. Ωστόσο, εξυπακούεται ότι  η  διαπίστωση  αυτή δεν αποτελεί  και άρνηση της   Ευρώπης, που είναι και παραμένει το σπίτι μας.   

sthenisk@gmail.com