Ο Αριστείδης Δημητριάδης, ο Χαράλαμπος Μπλιώνας, ο Άλκης Καμπανός και πρόσφατα ο Μιχάλης Κατσουρής, είναι μερικά μόνο από τα θύματα της οπαδικής βίας στην Ελλάδα, ενός φαινομένου που κατατρύχει την ελληνική κοινωνία και έρχεται αντιμέτωπο με την αδυναμία της πολιτείας να το διαχειριστεί.
Ο χουλιγκανισμός, βέβαια, δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αγριότητας της οπαδικής βίας αποτελεί η Μεγάλη Βρετανία της δεκαετίας του 80′, τα γήπεδα της οποίας έχουν μετρήσει εκατοντάδες νεκρούς.
Ένα μπαράζ τραγωδιών καλούν το 1985 την Μάργκαρετ Θάτσερ να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τον χουλιγκανισμό. Ο τραγικός θάνατος 39 ανθρώπων στο στάδιο Χέιζελ των Βρυξελλών το έμελλε να αλλάξει τον ρου του Βρετανικού ποδοσφαίρου.
Τη δεκαετία του 80′ η λιτότητα πιέζει ασφυκτικά τις ασθενέστερες οικονομικές τάξεις, η ανεργία καλπάζει στις εργατικές συνοικίες των πόλεων και τα φαινόμενα βίας στους δρόμους και τα γήπεδα βρίσκονται στο ζενίθ.
Χρόνια απληστίας και ανικανότητας έχουν φέρει το αγγλικό ποδόσφαιρο στο ναδίρ. Λιγότεροι άνθρωποι παρακολουθούν τους αγώνες από ποτέ άλλοτε, ενώ τα δημοσιεύματα του Τύπου για τη βία των οπαδών θα έκαναν οποιονδήποτε δεν παρακολουθούσε αγώνες να πιστέψει ότι τα γήπεδα ποδοσφαίρου ήταν ένα περιβάλλον απειλητικό για τη ζωή, γεμάτο μεθυσμένους, μανιακούς που πετούσαν βελάκια στις αγγλικές παμπ. Όπως έλεγε τότε η κυβέρνηση, το ποδόσφαιρο είχε γίνει «θέμα νόμου και τάξης».
Τετάρτη 13 Μαρτίου 1985. Ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός φιλοξενούμενων οπαδών καταφθάνει στο γήπεδο Κένιλγουορθ Ρόουντ, όπου πρόκειται να διεξαχθεί ο αγώνας μεταξύ της Λούτον Τάουν και της Μίλγουολ. Άγρια επεισόδια με χαλάζι από μπουκάλια, κουτιά, καρφιά, κέρματα, ακόμη και μαχαίρια, αναγκάζουν τους οπαδούς να φύγουν προς τα πάνω στις κερκίδες. Ο πρόεδρος της ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, Μπερτ Μίλιτσιπ, δηλώνει λίγο αργότερα: «Οι σκηνές στο Λούτον ήταν οι πιο ντροπιαστικές που έχω δει – και έχω δει πολλές».
Δύο μήνες αργότερα, στις 11 Μαΐου 1985, η Βρετανία βυθίζεται στο πένθος. Πυρκαγιά που ξεσπά στην κεντρική κερκίδα του σταδίου Βάλει Παρέιντ στο Μπράντφορντ προκαλεί τον τραγικό θάνατο 56 ανθρώπων και τον τραυματισμό 265. Η πυρκαγιά αναδεικνύει αυτό που οι θεατές του ποδοσφαίρου γνωρίζουν εδώ και χρόνια: πολλά γήπεδα στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν αφεθεί να παρακμάσουν σε σημείο που έχουν μετατραπεί σε παγίδες θανάτου.
Την ίδια ημέρα, στο στάδιο Σέντ Άντριους επικρατεί αναταραχή. Οι αστυνομικοί σπρώχνουν τους οπαδούς προς έναν τοίχο, ο οποίος υποχωρεί. Ένας 15χρονος μαθητής πεθαίνει. Ο Ίαν είχε πάει να παρακολουθήσει τον πρώτο επαγγελματικό αγώνα με τον μπαμπά του, ο οποίος φοβούμενος τους χούλιγκαν δεν είχε ξαναπάει τον γιό του στο γήπεδο.
Η 29η Μαΐου 1985, αποτελεί τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η τραγωδία στο στάδιο Χέιζελ των Βρυξελλών έγινε η τραγική αφορμή για την βαθιά μεταρρύθμιση του Βρετανικού Ποδοσφαίρου. Λίγο πριν την σέντρα στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών της Λίβερπουλ με τη Γιουβέντους, οπαδοί της Λίβερπουλ σπάνε την αλυσίδα των αστυνομικών και ορμούν προς τους αντίπαλους οπαδούς της Γιουβέντους. Λόγω των βίαιων επεισοδίων και του χάους που επικρατεί, πολλοί προσπαθούν να ξεφύγουν αλλά ένας τοίχος καταρρέει πάνω τους. 39, -κυρίως Ιταλοί-, οπαδοί βρίσκουν φρικτό θάνατο.
Ο δημοσιογράφος κ. Περικλής Στέλλας έχοντας ζήσει την τραγωδία του Χέιζελ από κοντά, μιλά στο ErtNews.gr και κάνει λόγο για σκηνές πρωτοφανούς βίας. «Φοβόμασταν για τη σωματική μας ακεραιότητα. Η κατάσταση είχε γίνει ανεξέλεγκτη. Είχαν μπει στο γήπεδο, πετούσαν καρέκλες. Σκοτώνονταν εκεί. Επί τόπου».
«Βρισκόμουν δίπλα στον μεγάλο Γιάννη Διακογιάννη. Όπως περιέγραφε εκείνος “Αυτό που βλέπω δεν έχει γίνει ποτέ ξανά στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Το γήπεδο έχει μετατραπεί σε ένα πραγματικό πεδίο μάχης”», λέει ο κ. Στέλλας.
Το γεγονός ότι τα θανατηφόρα επεισόδια προκλήθηκαν από φιλάθλους της Λίβερπουλ, έθεσε την κυβέρνηση Θάτσερ σε κατάσταση συναγερμού. «Η Θάτσερ έβλεπε ότι όλα αυτά που συνέβαιναν ήταν αποκρουστικά και απαίσια για την χώρα», αναφέρει ο τότε Υπουργός της κυβέρνησης Ντέιβιντ Μέλλορ. Δύο μέρες μετά την τραγωδία η Θάτσερ συγκαλεί Επιτροπή Πολεμικών Επιχειρήσεων στο γραφείο της στη Ντάουνινγκ Στριτ. «Μακάρι να μπορούσαμε να πιάσουμε τους υπεύθυνους, να τους οδηγήσουμε ενώπιον του δικαστηρίου και να επιβάλλουμε αυστηρές ποινές για να σταματήσουν οποιονδήποτε άλλον», δηλώνει στις κάμερες των δημοσιογράφων.
Στην συνάντηση παρευρίσκονται και 7 δημοσιογράφοι που είχαν καλύψει τον αγώνα στο Χέιζελ προκειμένου να προτείνουν τρόπους για την πάταξη της οπαδικής βίας στα βρετανικά γήπεδα. Οι ομάδες, η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, η αστυνομία, όλοι δείχνουν την αμέριστη στήριξή τους στην κυβέρνηση. «Κυρία Πρωθυπουργέ προχωρήστε, είμαστε μαζί σας», της μεταφέρουν.
Όμως, ουσιαστικά, δύο είναι οι άνθρωποι που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην πάταξη της οπαδικής βίας στα βρετανικά γήπεδα: ο Τζεφ Πάουελ της Daily Mail και ο τότε Υπουργός Αθλητισμού και Ολυμπιονίκης κωπηλασίας Κόλιν Μόινιχαν, σε στενή συνεργασία με ειδική υπηρεσία της Σκότλαντ Γιάρντ. Η ταυτότητα φιλάθλου, το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, οι έφιπποι αστυνομικοί και η παρουσία ειδικά εκπαιδευμένων σκυλιών έφεραν σύντομα αποτέλεσμα.
«Από την πλευρά μου, σε αυτή την εφημερίδα, εγώ κάλεσα το ποδόσφαιρο
και τους οπαδούς του να λογικευτούν. Το παιχνίδι που εμείς εδώ αγαπάμε
περισσότερο από όλα τα άλλα, βρισκόταν υπό την πραγματική απειλή της
διάλυσης από
από την κορυφή προς τα κάτω. Η Thatcher, ο Moynihan και
εγώ θέσαμε την υπόθεση για ακόμη πιο αυστηρή δράση σε δύο σημεία. Η
καθολική απαγόρευση όλων των μετακινούμενων οπαδών εφαρμόστηκε εν μέρει,
όσον αφορά τους οπαδούς που πήγαιναν στο εξωτερικό, όταν οι αγγλικοί
σύλλογοι έγιναν εκ νέου δεκτοί στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Η πιο δρακόντεια επιλογή της υποχρεωτικής έκδοσης δελτίων ταυτότητας που θα έπρεπε να φέρουν και να ελέγχονται όλοι οι οπαδοί που θα παρακολουθούσαν όλους τους αγώνες στην Αγγλία κρατήθηκε σε εφεδρεία σε περίπτωση που το ποδόσφαιρο υπέκυπτε στην πίεση και δεν εφάρμοζε τις μεταρρυθμίσεις για τα γήπεδα με όλα τα καθίσματα», είχε γράψει στη Daily Mail ο ίδιος ο Πάουελ.
Μετά από πιέσεις της Θάτσερ, ο Μπερτ Μίλιτσιπ και ο Τεντ Κρόκερ, πρόεδρος και γραμματέας της Αγγλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας αντίστοιχα, καλούνται να αντιμετωπίσουν την προοπτική του πενταετούς αποκλεισμού των αγγλικών κλαμπ από την Ευρώπη.
«Μέχρι τότε υπήρχαν σύνδεσμοι φιλάθλων, τους οποίους κατάργησε η Θάτσερ και παρέπεμψε το θέμα της εγγραφής των οπαδών στις ίδιες τις ομάδες. Πλέον οι οπαδοί της Μάντσεστερ Σίτι ή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι μέλη της ομάδας και τους δίνουν μια κάρτα. Άρα ο έλεγχος είναι πλέον στις ομάδες και απευθείας σε έναν οργανισμό», λέει ο κ. Στέλλας.
Σε λιγότερο από ένα χρόνο η κυβέρνηση Θάτσερ κατάφερε να ξεριζώσει τον χουλιγκανισμό, χωρίς να υπολογίζει το πολιτικό κόστος. Η Σιδηρά Κυρία, παρόλο που πιστεύεται πως οριακά αντιπαθούσε το ποδόσφαιρο, άλλαξε το κλίμα στα βρετανικά γήπεδα. «Πλέον δεν υπάρχουν κάγκελα, οι οπαδοί δεν μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο, χειροκροτούν, ούτε καν φτύνουν», λέει ο κ. Στέλλας.
Εγείρονται έτσι ερωτήματα σχετικά με την αδυναμία του ελληνικού κράτους απέναντι στον χουλιγκανισμό. «Στην Ελλάδα το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης και η ηλεκτρονική κάρτα δεν εφαρμόστηκαν ποτέ, παρόλο που χρυσοπληρώθηκαν από τον ελληνικό λαό», λέει ο κ. Στέλλας, προσθέτοντας: «Όπως συνηθίζω να λέω εδώ και χρόνια, σε αυτήν την χώρα δεν υπήρξε ποτέ πολιτική βούληση, διότι ανέκαθεν οι κυβερνήσεις δεν ήθελαν (να αντιμετωπίσουν τον χουλιγκανισμό), μπορούσαν και μπορούν, αλλά δεν ήθελαν και δεν θέλουν».
Πηγή: BBC, Daily Mail, Wikipedia
ertnews.gr