Του Μάνου Οικονομίδη
Στο περιθώριο του 11ου Συνεδρίου της Νέας Δημοκρατίας, που προσεγγίζεται ως αφετηρία για ένα καινούριο ξεκίνημα και αλλαγής σελίδας στη μητέρα-παράταξη της Κεντροδεξιάς, ας θυμήθουμε την εκλογή που… άλλαξε τα πάντα. Τη διαδοχή του Μιλτιάδη Έβερτ από τον Κώστα Καραμανλή, το 1997, τότε που η κατεξοχήν συντηρητική παράταξη της χώρας, επέλεγε να αλλάξει γενιά, αισθητική και νοοτροπία.Η 21η Μαρτίου είναι μια μέρα γεμάτη συμβολισμούς. Εκτός από πλήθος…
παγκόσμιων ημερών που γιορτάζονται, με πλέον χαρακτηριστική ίσως εκείνη της ποίησης, για όσους διατηρούν εφεδρείες ρομαντισμού μέσα τους, παρά τη δύσκολη και εκκωφαντική καθημερινότητα της κρίσης που ζούμε, είναι και η μέρα που, επισήμως, “μπαίνει η Άνοιξη”.
Η πιο αισιόδοξη εποχή του έτους, μια εποχή που γεννά ελπίδες και προσδοκίες, αποτελεί γέφυρα ανάμεσα στον “σκοτεινό” χειμώνα και το υπερβολικά “φωτεινό” καλοκαίρι, προσφέρεται για να ξαποστάσει το μυαλό και κυρίως η καρδιά, επιτρέπει στα όνειρα και τις προσδοκίες να απαλλαγούν από τη συμβατικότητα του ρεαλισμού που συνοδεύει την πραγματικότητα, όσο δύσκολη κι αν είναι η τελευταία κάθε φορά.
Την 21η Μαρτίου του 1997, δηλαδή στην καρδιά μιας τόσο συμβολικής μέρας, η ελληνική Κεντροδεξιά επέλεγε να αλλάξει ταχύτητα. Αφού πρώτα άλλαζε γενιά. Η Νέα Δημοκρατία, ο πολιτικός φορέας στο dna του οποίου καρφιτσώθηκε από την τότε επελαύνουσα Κεντροαριστερά η απαξιωτική ταυτότητα της “συντήρησης”, εξέλεγε αρχηγό από την επόμενη γενιά. Τη γενιά των 40άρηδων, που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε γίνει μόδα μονάχα στις Ηνωμένες Πολιτείες, με τον Μπιλ Κλίντον, και στη Μεγάλη Βρετανία με τον Τόνι Μπλερ.
Ο Κώστας Καραμανλής “ήρθε σαν αστραπή”, όπως λέει και το ομώνυμο τραγούδι του Σταμάτη Σπανουδάκη για τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά, που ο πρώην πρωθυπουργός χρησιμοποιούσε ως ηχητική είσοδο στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του. Ο “Τρίτος Δρόμος”, για να επικαλεστούμε την ιδεολογική ορολογία της Κεντροαριστεράς, ανάμεσα στον Μιλτιάδη Έβερτ και τον Γιώργο Σουφλιά, που προκρίθηκε από ιστορικά στελέχη όπως τον Γιάννη Βαρβιτσιώτη και τον Γιάννη Κεφαλογιάννη, και υποστηρίχτηκε από τη νεώτερη γενιά, περίπου ως λυτρωτική επιλογή.
Απέναντι σε ένα ΠΑΣΟΚ που προσέθετε στα συστημικά γνωρίσματά του την απόπειρα εκσυγχρονισμού της φυσιογνωμίας του, υπό την ηγεσία πλέον του Κώστα Σημίτη, ο Καραμανλής κλήθηκε να ενώσει την Κεντροδεξιά και να απλώσει τα… σύνορά της, ώστε να καταστεί και πάλι πλειοψηφικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία.
Τα πρώτα πατήματα ήταν δύσκολα. Περιείχαν αμφισβήτηση, συγκρούσεις, διαγραφές. Στις εκλογές του 2000, εκείνη την… περίεργη αναμέτρηση που επρόκειτο να καθορίσει εν πολλοίς την τύχη της χώρας μέχρι και σήμερα, η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή έφτασε στο… παρά κάτι. Και ουσιαστικά, έθεσε τις βάσεις για την επόμενη εκλογή.
Αυτή ήρθε στις 7 Μαρτίου του 2004, με τη νίκη της “πολιτικής αλλαγής”, την επάνοδο στην εξουσία για το “άλλο μισό” της ελληνικής κοινωνίας, και την εδραίωση μιας πλατιάς κοινωνικής πλειοψηφίας, πολύ ευρύτερης της εκλογικής, ποσοστιαίας καταγραφής της πολιτικής δυναμικής της Νέας Δημοκρατίας.
Όπως ήρθε ακόμη μια νίκη, στις εκλογές του 2007, τις εκλογές της ανείπωτης τραγωδίας των πυρκαγιών, όπου η Ελλάδα θρήνησε ακόμη και νεκρούς. Για να ακολουθήσει η τραυματική διετία 2007-2009, η ήττα στις εκλογές από το ΠΑΣΟΚ του τελευταίου των Παπανδρέου, και η παραίτηση.
Ανεξαρτήτως της αποτίμησης της διαδρομής του Κώστα Καραμανλή, που προφανώς δεν μπορεί να είναι αντικειμενική, είτε θετικά είτε αρνητικά, ανάλογα με την αφετηρία από την οποία ξεκινά η ανάλυση καθώς και τα… συναισθήματα του καθενός, η 21η Μαρτίου του 1997 παραμένει σημείο αναφοράς.
Ήταν μια στιγμή που… πάγωσε ο χρόνος, και το δυσκίνητο όσο και αρτηριοσκληρωτικό πολιτικό σύστημα του τόπου, επέλεξε να ξεβολευτεί από τις παραδοσιακές επιλογές του.
Κοίταξε γύρω του, έψαξε στη νεώτερη γενιά (έστω και με ονοματεπώνυμο εκκωφαντικό σαν Ιστορία), έκανε την επιλογή του και τη στήριξε.Σε κάθε περίπτωση τόλμησε.
Ισως και να ονειρευτεί…
ysterografa.gr