Από τα νύχια της Ακροδεξιάς στην αγκαλιά μιας εύθραυστης συμμαχίας ενός κομματιού της Αριστεράς με το Κέντρο μέχρι την πλήρη αστάθεια και την ακυβερνησία, 400.000 ψήφοι δρόμος. Κάπως έτσι διαμορφώνεται το σκηνικό της σημερινής, πιο κρίσιμης, μέχρι την επόμενη, εκλογικής αναμέτρησης στην ιστορία της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Με τον προαναφερθέντα αριθμό να απεικονίζει το χάντικαπ των ψήφων ανάμεσα στον Εθνικό Συναγερμό / Εθνική Συσπείρωση (RN) των Μαρίν Λεπέν και Ζορντάν Μπαρντελά και το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP)
των κομμάτων της Αριστεράς, που συγκέντρωσαν από 33,25% και 28,65%
αντίστοιχα στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών της περασμένης
Κυριακής, και με τον κεντρώο συνασπισμό Ensemble (ΕΝ) του Εμανουέλ Μακρόν, υπό τον απερχόμενο πρωθυπουργό Γκαμπριέλ Ατάλ συρρικνωμένο μεν, στο 20,5%, αλλά σε ρόλο ρυθμιστή.
Εκλογικό θρίλερ επομένως που θα λήξει απόψε με τις κάλπες του δεύτερου γύρου ή η πολιτική περιπέτεια στην οποία έχει ήδη εισέλθει η Γαλλία από τη νύχτα των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου και την προκήρυξη από τον πρόεδρο Μακρόν των πρόωρων βουλευτικών εκλογών θα εξελιχθεί σε διαρκείας;
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η συμμετοχή των πολιτών στον β' γύρο των γαλλικών εκλογών έφτασε το μεσημέρι της Κυριακής στο 26,63%, αυξημένη κατά 7,5 μονάδες σε σύγκριση με το 2022 (18,99%). Στον πρώτο γύρο, στις 30 Ιουνίου, η συμμετοχή το μεσημέρι ήταν 25,9%, επίσης αυξημένη κατά 7,5 μονάδες σε σχέση με το 2022 (18,4%). Νέες ενημερώσεις γιατη συμμετοχή θα προκύψουν στις 6 και στις 9 μ.μ. (ώρα Ελλάδας). Αυτό το ποσοστό (26,63%) είναι το υψηλότερο για βουλευτικές εκλογές έπειτα από εκείνες του 1981 (28,3%), οι οποίες σηματοδοτήθηκαν από την άφιξη της αριστεράς στην εξουσία.
Από εκεί και πέρα, τα εκλογικά τμήματα στους περισσότερους δήμους της χώρας θα κλείσουν στις 7 το απόγευμα (ώρα Ελλάδας), ενώ στις μεγάλες πόλεις οι κάλπες μπορεί να κλείσουν ακόμα και στις 9. Την ίδια ώρα (9 ώρα Ελλάδας) θα δημοσιευτούν και οι πρώτες εκτιμήσεις των αποτελεσμάτων.
Με βάση τις εκτιμήσεις των δημοσκοπήσεων, λαμβανομένου υπόψη ότι λόγω των ιδιαιτεροτήτων του εκλογικού συστήματος το ποσοστό επισφάλειάς τους είναι ιδιαίτερα υψηλό, οι πιθανότητες το ακροδεξιό RN να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία των 577 εδρών της Εθνοσυνέλευσης είναι αισθητά λιγότερες από όσες ήταν μία εβδομάδα πριν, όταν ο υποψήφιος πρωθυπουργός Ζορντάν Μπαρντελά διαβεβαίωνε τους οπαδούς του που πανηγύριζαν για τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου ότι «ερχόμαστε».
Παράλληλα, το ενδεχόμενο να προκύψει πλειοψηφία NFP - EN είναι αριθμητικά εφικτό, αλλά πολιτικά παραμένει εξαιρετικά αμφίβολο αν μπορεί να μετεξελιχθεί σε βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα. Η μάχη βεβαίως συνεχίζεται ψήφο με ψήφο σε ολόκληρη τη Γαλλία και δεν θα τελειώσει πριν κλείσει και η τελευταία κάλπη απόψε. Και θα ήταν παρακινδυνευμένο να κλειδώσει κανείς εκ των προτέρων το αποτέλεσμα.
Η πολιορκία του Palais Bourbon από το RN
Τα... στρατεύματα της Ακροδεξιάς πολιορκούν το Μέγαρο της Εθνοσυνέλευσης (Palais Bourbon) εδώ και τέσσερις εβδομάδες, ωστόσο το κάστρο φαίνεται να αντέχει. Λεπέν και Μπαρντελά δεν υπολόγισαν σωστά τρεις παράγοντες που λειτούργησαν σε βάρος τους. Πρώτον, ότι τα κόμματα της Αριστεράς απρόσμενα παραμέρισαν τις διαφορές τους, συμμάχησαν σε ένα σχήμα και βάσει του δόγματος «η ισχύς εν τη ενώσει» κατέστησαν το NFP αν όχι ισάξιο διεκδικητή της διακυβέρνησης, οπωσδήποτε δυσκατάβλητο αντίπαλο.
Δεύτερον, ότι το αποτέλεσμα-σοκ των ευρωεκλογών κινητοποίησε τους Γάλλους ψηφοφόρους. Η αυξημένη σε επίπεδα-ρεκόρ συμμετοχή απέτρεψε την εκθετική άνοδο του RN στις βουλευτικές κάλπες, όπως πολλοί προέβλεπαν λόγω της αύρας του βέβαιου νικητή-ανατροπέα.
Τρίτον, η συσπείρωση κατά της επέλασης του Εθνικού Συναγερμού που εκφράστηκε μετά τον πρώτο γύρο από τις μαζικές αποσύρσεις σε πλειάδα εκλογικών περιφερειών δεκάδων υποψηφίων του NFP της Αριστεράς και του EN του Μακρόν υπέρ της υποστήριξης αλλήλων. Που φαίνεται να αποτρέπει την άλωση της Εθνοσυνέλευσης από το RN και να αλλάζει τα δεδομένα.
Ως πότε όμως; Γιατί, από την άλλη, δεν πρέπει να υποτιμάται το κυρίαρχο μήνυμα των δύο γύρων των εθνικών εκλογών σε συνέχεια των ευρωεκλογών. Η Ακροδεξιά απλώνεται και μεγαλώνει επικίνδυνα σε όλη την Ευρώπη. Μετά τις μικρότερες χώρες, τώρα επικρατεί και σε μεγάλες. Πρώτα στην Ιταλία, όπου η Τζόρτζια Μελόνι κυβερνά εδώ και 20 μήνες. Πλέον πέρασε στις Αλπεις, κερδίζει καθαρά και στη Γαλλία. Μπορεί ο Μπαρντελά να μην καταφέρει να γίνει πρωθυπουργός, αλλά ο ένας στους τρεις Γάλλους, 12 εκατομμύρια πολίτες, σε τρεις διαδοχικές αναμετρήσεις επικροτούν ένα κόμμα με βαθιά απολυταρχικές ρίζες, ρατσιστικές αντιλήψεις και οπισθοδρομικά δόγματα. Μήνυμα που συγκλονίζει την ίδια τη χώρα, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη.
Ασφαλώς και έχει μεγάλη σημασία για τη δημοκρατική εξέλιξη της Γαλλίας, αλλά και του κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος, η ματαίωση της ακροδεξιάς προέλασης και του σχηματισμού της πρώτης τέτοιας κυβέρνησης μετά από εκείνη των ανδρείκελων του κατοχικού καθεστώτος του Βισύ. Την ίδια στιγμή, όμως, είναι αδιαμφισβήτητο ότι τα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό της Γαλλίας, αλλά και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχουν αλλάξει από τις 9 Ιουνίου.
Οι δημοσκοπήσεις
Οι δύο πιο έγκυρες δημοσκοπήσεις της περασμένης εβδομάδας φρέναραν σαφώς την αρχικά ασυγκράτητη αισιοδοξία των επιτελών του RN. Τη Δευτέρα ο Εθνικός Συναγερμός είχε παράσταση αυτοδυναμίας με αξιόλογες πιθανότητες. Οι μετρήσεις έδιναν κατά μέσο όρο 250-300 έδρες. Η πρώτη ψυχρολουσία ήρθε την Τετάρτη με τη δημοσκόπηση της Harris Interactive, που προέβλεψε ότι το RN και οι σύμμαχοι θα λάβουν 190-220 έδρες. Αριθμοί που υπολείπονται κατά πολύ των 289 εδρών που απαιτούνται για την απόλυτη πλειοψηφία. Ο αριστερός συνασπισμός του NFP ακολουθούσε με 159-183 έδρες, ενώ το στρατόπεδο Μακρόν ήταν τρίτο με 110-135 έδρες. Η δημοσκόπηση δημοσιεύτηκε μετά τις αποσύρσεις δεκάδων υποψηφίων των NFP και EN, σε μια διαδικασία γνωστή ως δημοκρατικό μέτωπο ώστε να εξουδετερωθούν οι υποψήφιοι της Ακροδεξιάς.
Δεύτερη δημοσκόπηση την Πέμπτη επιβεβαίωσε την ίδια τάση. Η μέτρηση της IFOP για το LCI και τη συντηρητική «Le Figaro» έδινε στον Εθνικό Συναγερμό 210-240 έδρες, στο NFP 170-200 και στους κεντρώους 95-125 έδρες. Οι συντηρητικοί Ρεπουμπλικανοί (Les Républicains - LR) εκτιμήθηκαν στις 25-45 έδρες. Τα συγκεκριμένα αποτελέσματα των μετρήσεων ήρθαν αφότου διαμορφώθηκε ο τελικός χάρτης του δεύτερου γύρου. Εν πρώτοις, 76 βουλευτές σε σύνολο 577 μονοεδρικών εκλογικών περιφερειών εξελέγησαν ήδη από τον πρώτο γύρο: 39 ανήκουν στο RN, 32 στη συμμαχία της Αριστεράς, 2 στο κόμμα του Μακρόν, ένας στους Ρεπουμπλικανούς και δύο ανεξάρτητοι της Δεξιάς. Συνεπώς, οι επαναληπτικές εκλογές αφορούν 501 περιφέρειες. Στον πρώτο γύρο το RN κυριάρχησε σε 296 από τις 577, πάνω από τις μισές δηλαδή, το NFP σε 150 και το Ensemble σε 60.
Αρχικά, σήμερα πρόκειται να υπάρχουν μονομαχίες ανάμεσα σε δύο υποψηφίους σε 190 περιφέρειες. Ομως, στις άλλες με τρεις ή περισσότερους υποψηφίους, 218 (131 από το Αριστερό Μέτωπο, 83 από την πλευρά Μακρόν και 4 από μικρότερα κόμματα) αποσύρθηκαν για να ενδυναμώσουν αναλόγως υποψηφίους του Κέντρου ή της Αριστεράς απέναντι στους ακροδεξιούς. Σε 306 περιφέρειες αρχικά υπήρχαν τρεις υποψήφιοι που πληρούσαν τις προϋποθέσεις συμμετοχής στον β’ γύρο, ενώ σε πέντε περιφέρειες υπήρχαν τέσσερις υποψήφιοι.
Από το NFP 388 υποψήφιοι συνεχίζουν στον δεύτερο γύρο και από το EN του Μακρόν 254. Στον αντίποδα, από το ακροδεξιό RN αποσύρθηκαν μόλις τρεις υποψήφιοι υπέρ των Ρεπουμπλικανών και 483 συνεχίζουν.
Μετά τις αποσύρσεις, οι 190 μονομαχίες μεταξύ δύο υποψηφίων υπερδιπλασιάστηκαν, φτάνοντας στις 404, οι τριπλές μάχες από 305 μειώθηκαν σε 95, ενώ οι τετραπλές συρρικνώθηκαν από πέντε σε μόλις μία.
Πέρα όμως από τις δημοσκοπήσεις και τα σαφή αριθμητικά δεδομένα, οι εκτιμήσεις των πολιτικών αναλυτών είναι πιο επιφυλακτικές για το σημερινό αποτέλεσμα. Συναξιολογούν τον αέρα νίκης που έχει διαμορφώσει ο Εθνικός Συναγερμός, αλλά και το θολό μήνυμα των Μακρονιστών για την εκλογική υποστήριξη των υποψηφίων της Αριστεράς, καθώς οι γνώμες των κορυφαίων στελεχών του διχάστηκαν. Ξεκάθαρη η προτροπή του απερχόμενου πρωθυπουργού Γκαμπριέλ Ατάλ για απόσυρση των υποψηφίων του ΕΝ όπου προηγούνταν οι αντίστοιχοι του NFP και υπερψήφισή τους.
Ομως άλλοι, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Εντουάρντ Φιλίπ και ο νυν υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ όρθωσαν ένα πελώριο «όχι» στην υποστήριξη των υποψηφίων του NFP. Ο ίδιος ο Μακρόν απέκρουσε κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με το κόμμα της Ανυπότακτης Αριστεράς του Ζαν-Λικ Μελανσόν που συμμετέχει στην αριστερή συμμαχία. Το ερώτημα είναι κατά πόσο αυτή η ερμαφρόδιτη στάση θα επηρεάσει τη δυναμική τής από κοινού στήριξης από τα δύο κόμματα των υποψηφίων τους στη μετωπική με τους ακροδεξιούς. Ο Μπαρντελά και η Λεπέν εμφανίστηκαν κάπως θορυβημένοι, προφανώς λόγω της απώλειας δυναμικής προς την απόλυτη πλειοψηφία. Ο πρώτος επέμεινε ευφυώς να αναδεικνύει τον ακραίο της Αριστεράς Μελανσόν ως μοναδικό αντίπαλο στον β’ γύρο αγνοώντας επιδεικτικά τον Μακρόν, όμως απώλεσε την ψυχραιμία του μιλώντας για συνασπισμό πρακτόρων και ατιμίας αναφερόμενος στις συνεργασίες NFP - EN. Ενώ έχασε καθαρά και τη μάχη των εντυπώσεων στα debates με τον Ατάλ, αλλά και την εκπρόσωπο των Οικολόγων στο NFP, Μαρίν Τοντελιέ.
Τα σενάρια για την κυβέρνηση
Αν για το ολέθριο μετεκλογικό σενάριο της αυτοδύναμης κυβέρνησης της Aκροδεξιάς, που θα παρέπεμπε σε μια απρόβλεπτης έντασης και επιπτώσεων τρίχρονη συγκατοίκηση του Μπαρντελά με τον Μακρόν, οι πιθανότητες έχουν υποχωρήσει, μία άλλη εφιαλτική προοπτική ξεπροβάλλει για το πολιτικό μέλλον της Γαλλίας: αυτή της κυβερνητικής αστάθειας, υπό μια έννοια ακόμα και ακυβερνησίας.
Πράγματι, από απόψε το βράδυ η αναζήτηση των δυνατοτήτων σχηματισμού νέας βιώσιμης κυβέρνησης θα εξελιχθεί σε παρτίδα για δεινούς σκακιστές. Ή, αλλιώς, χοντρό παζάρι. Θα βάλει νερό στο κρασί του το δίδυμο Λεπέν - Μπαρντελά και θα επιχειρήσει να σχηματίσει κυβέρνηση με τη στήριξη ή την ανοχή των Ρεπουμπλικανών και όποιων άλλων ανεξάρτητων της Δεξιάς; Μέχρι την Τετάρτη η Λεπέν και το πολιτικό πουλέν της ήταν κάθετα αρνητικοί. Την Πέμπτη ο 28χρονος υποψήφιος πρωθυπουργός επανέλαβε την ίδια θέση, η Λεπέν όμως έκανε ένα βήμα πίσω.
Δεν απέκλεισε το σενάριο διακυβέρνησης συνεργασίας του RN με τους συντηρητικούς Ρεπουμπλικανούς ή μιας πλευράς τους. Αν σχηματίζεται απόλυτη πλειοψηφία, έχει καλώς. Αν όχι, δύσκολα θα προχωρήσει μόνο του το RN καθώς θα είναι ευάλωτο σε κάθε «επικίνδυνο» νομοσχέδιο, ιδίως αν ο Μπαρντελά επιμείνει σε σκληρές νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη μετανάστευση, τη μη απόδοση ιθαγένειας στα γεννημένα στη Γαλλία παιδιά των μεταναστών, τη θέσπιση διακρίσεων γεωγραφικής προέλευσης στη διεκδίκηση δημόσιων θέσεων και άλλες ακόμη παρόμοιες.
Μακρονιστές και Αριστερά
Στα δυνητικά σενάρια ακόμα, ο σχηματισμός κυβέρνησης απόλυτης πλειοψηφίας με κορμό το NFP και τους κεντρώους του Μακρόν. Οι δημοσκοπήσεις τη δείχνουν εφικτή. Αλλά η πολιτική συμφωνία μοιάζει πολύ δύσκολη. Οι σύμμαχοι συμφώνησαν, με αρκετές απώλειες όμως μεταξύ τους, να μπλοκάρουν τον δρόμο της Ακροδεξιάς προς την εξουσία. Μπορούν να συμφωνήσουν και σε μια συμμαχική διακυβέρνηση;
Ο δρόμος είναι δύσβατος. Υπάρχει θέμα για το πρόσωπο του νέου πρωθυπουργού. Το NFP αποκλείει τον Ατάλ και θα προτείνει την Τοντελιέ. Δεν είναι βέβαιο ότι ένα τέτοιο σχήμα θα εξασφάλιζε την υποστήριξη όλων των κεντρώων. Πολλοί κεντρώοι εξακολουθούν να θεωρούν τις θέσεις της Ανυπότακτης Γαλλίας (LFI) του Μελανσόν (και όχι μόνο) πιο επιζήμιες για τη χώρα από εκείνες της Λεπέν και αποκλείουν κάθε περιθώριο συνεργασίας με το NFP. Μια παραλλαγή ωριμότητας ωστόσο θέλει τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης με τη στήριξη των κεντρώων του Μακρόν και των μετριοπαθών του Αριστερού Μετώπου, ακόμα και μετριοπαθών Ρεπουμπλικανών, με το LFI του Μελανσόν εκτός. Αρκετοί σύμμαχοι του Μακρόν έχουν επικαλεστεί τη δυνατότητα οικοδόμησης ενός χαλαρού συνασπισμού κατά το γερμανικό πρότυπο. «Ισως είναι μια ευκαιρία να εφεύρουμε εκ νέου τον τρόπο που κυβερνάμε», είπε ο Ατάλ. Προσθέτοντας ότι «μια πλουραλιστική Εθνοσυνέλευση θα μπορούσε να προκύψει από τις εκλογές με πολλές πολιτικές ομάδες από τη Δεξιά, την Αριστερά και το Κέντρο, που θα μπορούσε να λειτουργήσει μαζί και να δώσει κυβέρνηση. Ενα έργο τη φορά».
Αλλά μια τέτοια συμμαχία θα ήταν δυνατή μόνο αν ο Μακρόν συμφωνούσε να συνεργαστεί με την Ακρα Αριστερά ή αν Σοσιαλιστές, Πράσινοι και κομμουνιστές συμφωνούσαν να διαλύσουν τη δική τους συνεργασία με τον Μελανσόν. Αμφότερες οι προοπτικές φαίνονται απομακρυσμένες, όχι όμως και ανέφικτες. Αλλά μόνο ως κυβέρνηση μειοψηφίας, τα νούμερα δεν βγαίνουν για πλειοψηφία. Οπότε θα βρισκόταν διαρκώς υπό τη δαμόκλειο σπάθη της καταψήφισής της.
Συμπέρασμα: Για τη Γαλλία οι δύο πιθανότερες εκδοχές των σημερινών εκλογών είναι από απογοητευτικές έως επικίνδυνες. Αν οι κάλπες βγάλουν απόλυτη πλειοψηφία της Ακροδεξιάς -το λιγότερο πιθανό σενάριο- ή έστω σε συνεργασία με μέρος των Ρεπουμπλικανών, ο Μακρόν θα διορίσει πρωθυπουργό τον Μπαρντελά, ελπίζοντας ότι έτσι θα αποκαλυφθεί στον μέσο Γάλλο ψηφοφόρο η ανικανότητα της Ακροδεξιάς και ως εκ τούτου θα αλλάξει το σκηνικό στις προεδρικές του 2027 προς τις οποίες οδεύει πλησίστια για την ώρα η Λεπέν.
Ή, ακόμα πιθανότερο, θα προκύψει μια κατάσταση κατά την οποία ούτε τα Ακρα ούτε το Κέντρο θα μπορούν να συγκροτήσουν από μόνοι τους πλειοψηφία στη νέα Εθνοσυνέλευση.
Στην περίπτωση αυτή είναι δύσκολη η πρόβλεψη πώς και για πόσο θα είναι βιώσιμη μια κυβέρνηση μειοψηφίας, είτε μιας συμμαχίας με κορμό το ακροδεξιό RN, είτε μια συμμαχία NFP - EN. Σε κάθε περίπτωση, θα είναι αναγκασμένη να καταφεύγει στο άρθρο 49, παράγραφο 3, του Συντάγματος προκειμένου να νομοθετεί και να εφαρμόζει το πρόγραμμά της. Αυτό προβλέπει την έγκριση νόμου χωρίς ψηφοφορία από τη Βουλή, αλλά με Προεδρικό Διάταγμα. Εναντίον της, η αντιπολίτευση έχει μόνο τη δυνατότητα υποβολής πρότασης μομφής εντός 24 ωρών. Δεν θα το κάνει εύκολα για ήσσονος σημασία θέματα, ιδίως τον πρώτο χρόνο, καθώς δεν μπορούν να ξαναστηθούν κάλπες, άρα η χώρα θα οδηγηθεί σε κυβερνητική παράλυση.
Εξαιτίας του κινδύνου αυτού, μια άλλη επιλογή είναι ο διορισμός κυβέρνησης εμπειρογνωμόνων/τεχνοκρατών που δεν θα συνδέεται με τα πολιτικά κόμματα. Η Ακροδεξιά αποκλείεται να την υποστηρίξει. Μια τέτοια κυβέρνηση, εκ των πραγμάτων, επίσης θνησιγενής, πιθανότατα θα ασχολείται κυρίως με τις καθημερινές υποθέσεις παρά με την προώθηση μεγάλων μεταρρυθμίσεων. Ισως όμως είναι λύση για τον έναν τουλάχιστον χρόνο από σήμερα, που συνταγματικά απαιτείται για τη διενέργεια νέων βουλευτικών εκλογών. Με πρωθυπουργό έναν ικανό τεχνοκράτη, καθώς η χώρα έχει να διαχειριστεί ένα διαρκώς αυξανόμενο δημόσιο χρέος και έναν ατίθασο πληθωρισμό. Τα σενάρια δε που ήθελαν την Κριστίν Λαγκάρντ σε αυτή τη θέση δύσκολα θα ευοδωθούν, καθώς προηγείται για την επικεφαλής της ΕΚΤ η θητεία της στη Φρανκφούρτη έως το 2027.
Ενώ αν οι πολιτικές διαπραγματεύσεις διαρκέσουν πολύ, εν μέσω καλοκαιρινών διακοπών και Ολυμπιακών Αγώνων (26 Ιουλίου - 11 Αυγούστου) στο Παρίσι, η σημερινή κυβέρνηση θα μπορούσε να παρατείνει τον βίο της ως μεταβατική-υπηρεσιακή εν αναμονή περαιτέρω αποφάσεων. Και το ερώτημα παραμένει: μήπως από απόψε η Γαλλία θα είναι ένα ακυβέρνητο καράβι; Και για πόσο άραγε;
Η Μαρίν Τοντελιέ
Την εβδομάδα μεταξύ α’ και β’ γύρου, μια άλλη Μαρίν, η Τοντελιέ, πρόβαλε πλέον ως η εκλεκτή της αριστερής συμμαχίας που βάζει πλώρη για πρωθυπουργός. Αντίπαλο δέος του Μπαρντελά ή μήπως τελικά και της Λεπέν; Η γενική γραμματέας των Οικολόγων (EELV) είναι το πρόσωπο στο οποίο έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης οι συνιστώσες του NFP εν όψει της σημερινής αναμέτρησης.
Η ίδια έχει επιδείξει γρήγορα και ισχυρά αντανακλαστικά. Οι δημόσιες τοποθετήσεις της δείχνουν επιθυμία, αλλά και ικανότητα να ηγηθεί. Πρωτοστάτησε στο να συγκροτηθεί άμεσα η συμμαχία και έκανε ξεκάθαρο άνοιγμα στη δεξιά και στο Κέντρο, επικαλούμενη «μια πρωτοφανή πολιτική κατάσταση, αλλά και τον κίνδυνο η χώρα να μείνει ακυβέρνητη».
Με ρητορική δεινότητα που παθιάζει το ακροατήριό της, αμεσότητα, αλλά και αποτελεσματικότητα στην ανάλυση και επίλυση των πιο σύνθετων προβλημάτων -το κυριότερο ζητούμενο από έναν σύγχρονο πολιτικό-, κερδίζει, όπως φαίνεται, στη στροφή το ανερχόμενο αστέρι των Σοσιαλιστών, Ραφαέλ Γκλισκμάν, στην κούρσα για την επόμενη μέρα του σκηνικού στη γαλλική Κεντροαριστερά.
Η στάση των Βρυξελλών
Οι Βρυξέλλες και οι κυβερνήσεις των ισχυρών χωρών της Ε.Ε. ξορκίζουν το ενδεχόμενο να δουν τον Μπαρντελά πρωθυπουργό μιας ακροδεξιάς κυβέρνησης στο Παρίσι, αλλά και την προοπτική μιας παρατεταμένης αστάθειας, πόσο μάλλον ακυβερνησίας. Μια συγκατοίκηση Μακρόν - Μπαρντελά θα έχει αρνητική επίδραση στην προώθηση κεντρικών ευρωπαϊκών πολιτικών, όπως η πράσινη ατζέντα και η ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία, το διάδοχο σχήμα του Ταμείου Ανάκαμψης, η κοινή αμυντική πολιτική και οι εξοπλισμοί, η τραπεζική και οικονομική ενοποίηση και βεβαίως το Μεταναστευτικό.
Χαρακτηριστική η εκτίμηση του Μάρκο Μπούτι, πρώην ανώτατου στελέχους της Κομισιόν: «Η Ε.Ε. μπορεί, αν και με δυσκολία, να καταπιεί μια κάπως ευρωσκεπτικιστική Ιταλία. Αλλά δεν νομίζω ότι μπορεί να καταπιεί μια καθαρά ευρωσκεπτικιστική Γαλλία».
Πέραν αυτών, αν η νίκη του RN μεταφραστεί και σε διακυβέρνηση της Γαλλίας θα ενισχύσει καίρια τις προοπτικές άλλων ακροδεξιών, ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων στις περιφερειακές εκλογές σε τρία κρατίδια στην Ανατολική Γερμανία και στις εθνικές εκλογές στην Αυστρία το φθινόπωρο.
Από την άλλη, επειδή οι εκτεταμένες εξουσίες των Γάλλων προέδρων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την κοινοβουλευτική τους υποστήριξη, ο ρόλος του Μακρόν στα ευρωπαϊκά και τα άλλα διεθνή φόρα (ΝΑΤΟ, ΟΗΕ κ.α.) αυτομάτως θα υποβαθμιστεί. Δεν θα συμβεί το ίδιο αν η κυβέρνηση είναι άλλη, π.χ. συμμαχίας NFP - EN, ή ειδικού σκοπού. Ο Γάλλος πρόεδρος, παρά τα αναμφισβήτητα λάθη του, ήταν ένας από τους λίγους Ευρωπαίους ηγέτες που πιέζουν σταθερά για μια ισχυρότερη, πιο ενωμένη και πιο κυρίαρχη Ε.Ε.