Στην πηγή της μνήμης των παιδικών μας χρόνων.
Ήταν άνοιξη όταν ανηφορίσαμε για το χωριό. Χρόνια σχεδίαζα αυτό το ταξίδι και είχε ήρθε η ώρα να το πραγματοποιήσω.
Φτάνοντας στην εκκλησία του οικισμού, τον Αι Νικόλα, το ρολόι σταμάτησε στον Αύγουστο του 1945.
Μοναδικός οδηγός στην αναζήτησή του μίτου της μνήμης, οι διηγήσεις του αντάρτη καπετάν Κεραυνού. Ξαφνικά, ενώ είχαν αποβεί άκαρπες οι πρώτες προσπάθειες να βρω την άκρη του μίτου, το θρόισμα του ανέμου, με την φωνή της γιαγιάς Ευσταθίας Ζαφείρη, μου σιγοψιθύρισε που πρέπει να στρέψω την προσοχή μου για να βρω πιθάρι των αναμνήσεων που αναζητούσα.
Κι όλα ζωντάνεψαν με μιας. Η συνθηματική κόκκινη βελέντζα στο χαγιάτι, οι μυστικές συναντήσεις τις αφέγγαρες νύχτες, οι νυχτερινές περιπολίες για να φυλάγεται το σπίτι, ο λόγγος για τη λούφα την μέρα, το χτυποκάρδι για τυχόν νυχτερινούς απρόσκλητους επισκέπτες. Και όταν αναγκάστηκε να κρύψει το αυτόματο και να φύγει στην Αθήνα, υπακούοντας στην εντολή του Κόμματος για πιστή τηρηση της συμφωνίας της Βάρκιζας, τότε οι φόβοι πήραν μορφή μασκοφόρων μια νύχτα του Αυγούστου του 1945 και μακέλεψαν το σπιτικό.
Όταν έφυγα από το χώρο, ένοιωσα ότι είχα κάνει το χρέος μου.
Όλα πια πήραν τη θέση τους στην βαλίτσα των αναμνήσεων.
Δυστυχώς σε αυτό το αποθετήριο μνήμης μπήκες μαζί τους και εσύ αγαπημένη μου φίλη.
Ακριβή η θύμηση σου, μεγάλη η απώλεια σου για τις κόρες σου, και για όλους εμάς.
Σε ευχαριστώ Βιβή, ακριβή μου φίλη, για το μοναδικό ταξίδι στο χρόνο που αξιωθήκαμε να κάνουμε μαζί.
Σε ευχαριστώ για τις μνήμες που μοιράστηκες μαζί μου.
Σε ευχαριστώ για όλα όσα προσέφερες στους γύρω σου με το χαμόγελό και την ευγένειά σου.
Στα ταξίδια που δεν προλάβαμε να κάνουμε στη Σαιδώνα, στο Δώριο,στο Ψάρι και στη Διμάντρα, στο κρασί που δεν ήπιαμε κάτω από τις λεμονιές, στις περισσότερες όμορφες στιγμές που δεν προλάβαμε να ζήσουμε.
Θα είσαι πάντα στην μνήμη και στην καρδιά μας, αγαπημένη και ακριβή μας Βιβή.
Πάντα θα συντροφεύεις τα τραγούδια μας και πάντα θα υπάρχει για σένα ένα ποτήρι κόκκινο, μπρούσκο κρασί στο τραπέζι μας.
Σου το αφιερώνω
Περικλής Καπετανόπουλος
IPPARXOS