Γράφει ο Κωστής Μοσχολιός, αρχισυντάκτης του TheCaller
Ο πρώτος γύρος των εκλογών για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς πέρασε στην ιστορία με τη μεγάλη συμμετοχή των ψηφοφόρων να εκπλήσσει άπαντες, ωστόσο ανήκει πλέον στο παρελθόν και μπορούμε πλέον να περάσουμε στη συζήτηση για τον β’ γύρο αξιοποιώντας βέβαια βασικά στοιχεία της χθεσινής κάλπης.
Από χθες το βράδυ όταν και τα αποτελέσματα οριστικοποιούνταν και αποτύπωναν τη νίκη της Φώφης Γεννηματά, πολλοί έσπευσαν να πουν πως μπορεί να γίνει ανατροπή και τη δεύτερη Κυριακή ο Νίκος Ανδρουλάκης να κερδίσει, όπως
ακριβώς το έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ το 2016 απέναντι στον Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Ωστόσο αυτή είναι μια άστοχη και έωλη σύγκριση, διότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές συνισταμένες, που οδήγησαν στη μεγάλη (για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ αναμενόμενη βέβαια) έκπληξη στις εκλογές ηγεσίας της ΝΔ.
Πρώτον θα πρέπει να πούμε πως η νίκη της προέδρου του ΠΑΣΟΚ είναι καθαρή και μεγάλη και θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν βεβαίως κατάφερνε να κερδίσει τις εκλογές από τον α’ γύρο, κάτι που αποδείχθηκε πως δεν ήταν ανέφικτο ή ουτοπικό, με βάση τον αριθμό των ψηφοφόρων.
Δεύτερον, προφανώς και ο ευρωβουλευτής Νίκος Ανδρουλάκης μπορεί να καυχιέται ό, τι έκανε ένα σημαντικό επίτευγμα, αφού άφησε πολύ πίσω του τον δήμαρχο της μεγαλύτερης πόλης της χώρας και έναν αρχηγό κόμματος ήτοι τους κ.κ. Καμίνη και Θεοδωράκη αντίστοιχα! Και εννοείται πως αυτό του δίνει το δικαίωμα να διεκδικήσει τις όποιες πιθανότητές του στον β’ γύρο των εκλογών, με ό, τι αυτό συνεπάγεται για την πολιτική του ανέλιξη, με την επισήμανση βέβαια ότι θα μπορούσε να «διαφυλάξει» αυτό το υψηλό ποσοστό που έλαβε και να επενδύσει σε αυτό, βάζοντας παράλληλα πάνω απ’ όλα την «ομάδα», δηλαδή την ενότητα της Παράταξης.
Τώρα όσον αφορά στη σύγκριση των δυο δίπολων (Γεννηματά- Ανδρουλάκη & Μεϊμαράκη- Μητσοτάκη), θα πρέπει να θυμηθούμε τα ποσοστά που κατέλαβαν οι υποψήφιοι στις αντίστοιχες περιπτώσεις.
Ειδικότερα, η Φώφη Γεννηματά καταλαμβάνει, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα επίσημα αποτελέσματα 81.210 ψήφους και 41,20%, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης 48.210 ψήφους και 24,85%, Γιώργος Καμίνης 27.151 ψήφους (13,78%), Σταύρος Θεοδωράκης 21.254 ψήφους (10,78%), Γιάννης Μανιάτης 8.889 ψήφους (4,51%), Γιάννης Ραγκούσης 4.782 ψήφους (3,43%), Κων/νος Γάτσιος 3.374 ψήφους (1,71%), Απόστολος Πόντας 1067 ψήφους (0,54%) και Δημήτρης Τζιώτης 386 ψήφους (0,20%).
Τι είχε γίνει στις εσωκομματικές της ΝΔ; Βαγγέλης Μεϊμαράκης: 39,8% ήτοι 160.823 ψήφους, Κυριάκος Μητσοτάκης: 28,5% ήτοι 115.162 ψήφους, Απόστολος Τζιτζικωστας: 20,3% ήτοι 82.028 ψήφους και Άδωνις Γεωργιάδης: 11,4% ήτοι 46.065 ψήφους.
Προφανώς και οι κάλπες ήταν εντελώς διαφορετικές γιατί εδώ μιλάμε για 210.264 πολίτες που ψήφισαν για τον αρχηγό του νέου φορέα, ενώ την πρώτη Κυριακή στη ΝΔ ψήφισαν 404.078 και τη δεύτερη Κυριακή 334.752 πολίτες. Τι έκαναν στη β’ Κυριακή Μεϊμαράκης και Μητσοτάκης; Ο κ. Μεϊμαράκης έλαβε 157.224 και ο μετέπειτα πρόεδρος της ΝΔ 173.297 ψήφους.
Ευθύς εξ αρχής τίθεται η σημαντική παράμετρος της διαφοράς. Γεννηματά και Ανδρουλάκη χωρίζουν 17,36 μονάδες και 30.204 ψήφους, ενώ Μεϊμαράκη και Μητσοτάκη χώριζαν 11,3 μονάδες και 45.661.Και για όσους το παρατήρησαν αυτή η διαφορά των 11,3 μονάδων υπερκαλύπτεται σχεδόν από το ποσοστό του μετέπειτα αντιπροέδρου της ΝΔ Άδ. Γεωργιάδη, που μετά το πέρας του πρώτου γύρου τάχθηκε αναφανδόν υπέρ του Κυρ. Μητσοτάκη, κάτι που όπως φάνηκε ανέτρεψε τις ισορροπίες (με το πολύ μεγάλο και πιστό κοινό του), αφού κινητοποιήθηκαν φιλελεύθερες δυνάμεις μέσα στο κόμμα και η σύγκρουση μετεξελίχθηκε σε κάτι μεταξύ Καραμανλικών (βλ. Μεϊμαράκη) και φιλελεύθερων (βλ. Μητσοτάκη). Κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην περίπτωση του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς, αφού δεν μπορεί να γίνει μια αντίστοιχη διαμάχη, παρά μόνο στο πεδίο του «παλιού» και του «νέου», όπου ενδεχομένως επενδύσει ο Ν. Ανδρουλάκης απέναντι στην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Άρα κάποιοι εκ των Καμίνη, Θεοδωράκη (κυρίως) και Μανιάτη θα πρέπει να παίξουν το ρόλο του Άδωνι Γεωργιάδη, γεγονός που φαντάζει απίθανο.
Συν τοις άλλοις, θα πρέπει να προσθέσουμε στην «εξίσωση» και το γεγονός ότι ο κ. Μεϊμαράκης χρεώθηκε μια ήττα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 από τον «τραυματισμένο» και διχασμένο ΣΥΡΙΖΑ και 3 μήνες μετά σίγουρα οι αναμνήσεις της νέας εκλογικής ήττας της ΝΔ ήταν «νωπές» για τους ψηφοφόρους της ΝΔ και η ανάγκη «αλλαγής» δεδομένη. Ούτε σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ομοιότητα με τις εκλογές της Κεντροαριστεράς, αφού η Φώφη Γεννηματά πιστώθηκε τη δημοσκοπική άνοδο του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 σε σχέση με τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 επί Ευάγγελου Βενιζέλου, ενώ ήταν η ίδια που άνοιξε τις διαδικασίες το περασμένο καλοκαίρι για να φτάσουμε στις εκλογές της 12ης Νοεμβρίου, ρισκάροντας ακόμη και την «καρέκλα» της, γεγονός που επίσης της πιστώθηκε από όλους σχεδόν τους συνυποψήφιους της.
Eπιπρόσθετα το δίπολο Μεϊμαράκης- Μητσοτάκης διαφέρει και σε κάτι άλλο σε σχέση με το Γεννηματά- Ανδρουλάκης. Στις εκλογές του νέου φορέα έχουμε να κάνουμε με έναν υποψήφιο αρχηγό που είναι και βουλευτής, δηλαδή την κα Γεννηματά και έναν υποψήφιο εξωκοινοβουλευτικό, δηλαδή τον κ. Ανδρουλάκη, που είναι βέβαια ευρωβουλευτής. Εύλογα μπορεί να τεθεί το επιχείρημα από την πλευρά της Γεννηματά περί ορθής εκπροσώπησης της Παράταξης στη Βουλή απέναντι σε ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ και ΝΔ...