Κύριε Πρόεδρε, Κυρίες και κύριοι,
Είναι γεγονός ότι το ετήσιο Συνέδριο του
Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, με θέμα «Η Ώρα της Ελληνικής
Οικονομίας», αποτελεί ένα πετυχημένο θεσμό. Συμβάλλει, εδώ και 26 χρόνια, τόσο
στην ανάδειξη της οικονομικής πραγματικότητας, όσο και στην προσέγγιση των
προοπτικών που διαγράφονται. Συμβάλλει στη γνώση του παρόντος και την
προετοιμασία του μέλλοντος. Ευχαριστώ θερμά τους διοργανωτές για την πρόσκλησή
σας αλλά και την ευκαιρία που μου δίνετε να τοποθετηθώ σ’ ό,τι αφορά τις
προκλήσεις, που αντιμετωπίζει η Οικονομία μας.
Ξεκινώντας θέλω να υπογραμμίσω πως είναι
ανάγκη να μη βλέπουμε τα πράγματα στατικά, αλλά μέσα από τη δυναμική που
παρουσιάζουν. Να βλέπουμε από πού έρχονται, που βρίσκονται και που πάνε. Γι’
αυτό ακριβώς, θεωρώ σκόπιμο να θυμηθούμε τον τίτλο του περυσινού σας Συνεδρίου.
Ο τίτλος τότε ήταν «Η Ελληνική Οικονομία σε Σημείο Καμπής: Θέτοντας μια Εθνική
Ατζέντα για την Οικονομική Ανάπτυξη». Ο τίτλος απεικόνιζε εύστοχα την
πραγματικότητα, τις προοπτικές που διαγράφονταν αλλά και τις ανάγκες, που
πρόβαλλαν την ώρα εκείνη. Μια, μάλιστα, από τις συνεδρίες είχε τον τίτλο: «Προς
το τέλος του Μνημονίου: Ποια είναι τα επόμενα Βήματα;». Υπήρχε δηλαδή, πριν από
ένα χρόνο, όταν διαμορφωνόταν η ατζέντα του Συνεδρίου σας, μια αισιόδοξη, μια
ελπιδοφόρα προοπτική. Συζητούσαμε για το τέλος του Μνημονίου και τα πρώτα
βήματα που θα έκανε η χώρα αμέσως μετά, αμέσως μόλις στεκόταν στα πόδια της. Δυστυχώς,
ωστόσο! Ένα χρόνο από τότε, δεν είμαστε προς το τέλος του Μνημονίου, αλλά στο
ξεκίνημα ενός άλλου. Τα όσα μεσολάβησαν από τότε, ακύρωσαν την προοπτική εκείνη
και γύρισαν δυστυχώς τη χώρα μας προς τα πίσω. Έκτοτε άλλαξαν πολλά: Στο
πολιτικό στερέωμα. Στην Οικονομία. Στην κοινωνία. Στο διεθνές περιβάλλον. Στον
κοντινό περίγυρο της Πατρίδας μας. Και
άλλαξαν προς το χειρότερο.
Κυρίες και Κύριοι,
Εδώ και πέντε χρόνια, η Ελλάδα αντιμετωπίζει
την πιο δύσκολη περίοδο της Μεταπολεμικής Ιστορίας της. Παλεύει με την πιο
άγρια οικονομική καταιγίδα. Καταφεύγει σε δανειοδοτικές συμβάσεις, που
συνοδεύονται από σκληρά Μνημόνια. Μνημόνια αναγκαίων διαρθρωτικών
μεταρρυθμίσεων, αλλά και επώδυνων εισπρακτικών και φορολογικών μέτρων. Οι
συνέπειες είναι ήδη δραματικές σε όλους τους τομείς. Η πραγματική οικονομία
έπαθε ασφυξία και καθηλώθηκε. Η ανεργία εκτινάχθηκε στα ύψη. Το βιοτικό επίπεδο
κατέρρευσε. Ο κοινωνικός ιστός κομματιάστηκε. Το κύρος της χώρας υποβαθμίστηκε
δραματικά.
Στο ίδιο αυτό διάστημα, οι φωτιές στο
διεθνές περιβάλλον έχουν προσλάβει νέες, επικίνδυνες διαστάσεις. Από τα μέσα
του χρόνου, οι μεταναστευτικές και ιδίως οι προσφυγικές ροές έχουν πάρει μορφή
πλημμυρίδας. Οι κραυγές της κυβέρνησης για ανοικτά σύνορα, οι δηλώσεις για
μετανάστες που λιάζονται, το κλείσιμο της Αμυγδαλέζας ήταν αρνητικά μηνύματα
που λειτούργησαν τελικά σε βάρος της χώρας. Σήμερα, η Ελλάδα, ως χώρα σύνορο
της Ευρώπης, καλείται να αντιμετωπίσει πρώτη απ’ όλες τις άλλες ευρωπαϊκές
χώρες, ένα πρόβλημα που αφορά τελικά ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και γενικότερα
τη διεθνή Κοινότητα. Ιδιαίτερης σημασίας είναι το γεγονός ότι οι προσφυγικές
ροές προς τη χώρα μας ξεκινούν από τα τουρκικά παράλια. Και εδώ εγείρονται πολύ
σοβαρά ζητήματα, καθώς η γειτονική χώρα όχι μόνο δεν εφαρμόζει τις συμφωνίες
επανεισδοχής, αλλά καλύπτει και τους αδίσταχτους διακινητές. Αλλά και διότι από
πολλές πλευρές, αναπτύσσονται περίεργες ιδέες. Όπως, για παράδειγμα οι ιδέες
για κοινές ελληνοτουρκικές περιπολίες στο Αιγαίο. Ιδέες ανιστόρητες αλλά και
επικίνδυνες, που δεν μπορεί να γίνουν δεκτές σε καμία απολύτως περίπτωση. Την
ίδια αυτή στιγμή, η τρομοκρατική επίθεση στο Παρίσι και οι απειλές που
εξαπολύουν οι τζιχαντιστές εναντίον της Ευρώπης, προκαλούν πολύ σοβαρά ζητήματα
για ολόκληρη την Ήπειρό μας. Είναι ήδη
φανερό πως πολλά κράτη, είτε προσχηματικά, είτε από φόβο, αλλάζουν στάση ως
προς το τεράστιο προσφυγικό ζήτημα. Και η αλλαγή αυτή μπορεί να επιφυλάσσει
πολύ σοβαρούς κινδύνους. Άμεσο αντίκτυπο στα ελληνικά συμφέροντα, (στα εθνικά
μας ζητήματα, αλλά και στην πορεία της οικονομίας μας) μπορεί να έχει και η
κρίση που προέκυψε στις σχέσεις της γειτονικής Τουρκίας με τη Ρωσία. Όλα αυτά,
το προσφυγικό, η διεθνής τρομοκρατία, ο πόλεμος κατά του ISIS, η ένταση στη
γειτονιά μας, προκαλούν άμεσες και έμμεσες παρενέργειες στην πορεία της Χώρας. Απαιτούν
ακόμη μεγαλύτερη επαγρύπνηση, με γνώμονα την ασφάλεια και τη σταθερότητα.
Απαιτούν από όλους συνέπεια και συναίσθηση ευθύνης. Και εμείς, η Νέα Δημοκρατία,
η Παράταξή που έχω την τιμή να εκπροσωπώ,
αυτό κάνουμε.
Κυρίες και κύριοι
Πριν από ένα χρόνο, εδώ στο Συνέδριό σας,
συζητούσαμε για το τέλος του Μνημονίου και αναζητούσαμε τα επόμενα βήματα.
Υπήρχε τότε (και είναι απόδειξη ο τίτλος του Συνεδρίου εκείνου) μια άλλη
πραγματικότητα. Η χώρα είχε ήδη πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα. Είχε ήδη πετύχει
και πλεόνασμα στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών. Είχε βγει από την ύφεση και
είχε περάσει στην ανάπτυξη. Είχε, ήδη, αρχίσει η μείωση της ανεργίας. Είχε
αρχίσει και η μείωση φόρων, όπως ο ΦΠΑ στην εστίαση, η εισφορά αλληλεγγύης, ο
Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης.
Τα γεγονότα δυστυχώς που ακολούθησαν είναι
γνωστά σε όλους. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ακολουθούμενος από τους ΑΝΕΛ και τη Χρυσή Αυγή, ποδοπατώντας
ακόμη και τη συνταγματικά επιβεβλημένη συναίνεση, αρνήθηκε να συμπράξει στην
εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, από την τότε Βουλή. Το θυμάστε όλοι. Το έκανε
αποκλειστικά και μόνο για μικροπολιτικούς λόγους. Το έκανε για να προκαλέσει
εκλογές, να εκμεταλλευτεί τον πόνο του κόσμου, να εξαπατήσει τους πολίτες και
να κλέψει τελικά την ψήφο τους. Κατάφερε,
με ψέματα και υποσχέσεις, να πάρει την εξουσία. Δυστυχώς, ωστόσο. Από
την ίδια εκείνη ώρα, η ελληνική οικονομία άρχισε να βυθίζεται σε ένα νέο κύκλο
ύφεσης και ελλειμμάτων. Παίζοντας ανεύθυνα, η κυβέρνηση πάγωσε τα πάντα. Προκάλεσε
ανεξέλεγκτη φυγή καταθέσεων. Προκάλεσε πάγωμα της αγοράς. Κατέληξε σε στάση
πληρωμών και αναγκαστικό εσωτερικό δανεισμό. Προσπάθησε, κατόπιν, να εκβιάσει
τους Ευρωπαίους και έριξε τη χώρα στο λάκκο που έσκαβε. Ενώ βεβαίωνε πως δεν
χρειαζόταν ούτε δημοψήφισμα, ούτε εκλογές, αποφάσισε στην πιο κρίσιμη ώρα να
κάνει δημοψήφισμα. Άφησε το πρόγραμμα χρηματοδοτικής στήριξης να εκπνεύσει, έκλεισε
τις τράπεζες και επέβαλε ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων. Έφερε, έτσι, τη χώρα
στα πρόθυρα του Grexit αλλά και της καταστροφής. Μπροστά στο χείλος της
καταστροφής θυμήθηκε το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών. Ζήτησε κατόπιν τη στήριξη
από τη Βουλή για να παραμερίσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Και, τελικά,
αφού έφτασε στα πρόθυρα εθνικής περιπέτειας, αποφάσισε να προχωρήσει στη σύναψη ενός τρίτου,
τριετούς και του πιο επώδυνου Μνημονίου. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Η χώρα, όχι
μόνον δεν βγήκε από τα Μνημόνια, αλλά βυθίστηκε ακόμη πιο βαθιά στην κρίση. Και
είμαστε τώρα σε αυτό ακριβώς το σημείο.
Κυρίες και κύριοι,
Προχτές είχαμε τη σύσκεψη των Πολιτικών
Αρχηγών με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σήμερα αρχίζει στη Βουλή η συζήτηση του
πρώτου προϋπολογισμού της Αριστεράς. Θέλω στο σημείο αυτό να επισημάνω κάτι που
-νομίζω- είναι πασιφανές: Τόσο οι συζητήσεις που έγιναν στο Προεδρικό Μέγαρο,
όσο κι αυτές που θα γίνουν στη Βουλή έχουν στην ατζέντα τους ένα κοινό ζήτημα.
Και το ζήτημα αυτό είναι το Ασφαλιστικό. Δεν θα πω πολλά. Δεν μπορεί, όμως, ο
Πρωθυπουργός να συνεχίσει το ίδιο παιχνίδι ανευθυνότητας. Δεν μπορεί τόσο
πολύπλοκα ζητήματα να συζητούνται σε κλειστές συσκέψεις. Δεν μπορεί από τη μια
να καταθέτει έναν προϋπολογισμό που προβλέπει περικοπές από τους συνταξιούχους
περίπου 2 δις ευρώ και από την άλλη να ισχυρίζεται τα αντίθετα. Δεν μπορεί εδώ
και καιρό ο αρμόδιος υπουργός να προαναγγέλλει περικοπές, ακόμα και από τις
χαμηλές συντάξεις και ο Πρωθυπουργός να προσποιείται πως δεν ήξερε.
Δεν μπορεί, στο κάτω - κάτω της γραφής, να μιλά για συνεννόηση και
ταυτόχρονα να βρίζει τα κόμματα της Αντιπολίτευσης. Πολύ περισσότερο όταν ο
ίδιος έχει εξανεμίσει από καιρό την αξιοπιστία του. Και ακόμα περισσότερο όταν
η έως τώρα εμπειρία καταδεικνύει πως ο
ΣΥΡΙΖΑ και η ηγεσία του ποτέ δεν ήθελαν τη συνεννόηση. Και αυτό, το απέδειξαν
πολλές φορές. Τόσο από τη θέση της Αντιπολίτευσης, όσο και ως κυβέρνηση.
Κυρίες και κύριοι,
Λίγους μόλις μήνες, μετά το Μνημόνιο Τσίπρα
– Καμμένου, πολλοί συμπολίτες μας, ρωτάνε:
-Γιατί ενώ ως χώρα έχουμε σημαντικά πλεονεκτήματα και εξακολουθούμε
σήμερα να βρισκόμαστε σε κρίση;
-Γιατί ενώ οι άλλοι, βγαίνουν από τα Μνημόνια, εμείς βυθιζόμαστε ακόμη πιο βαθειά στην
κρίση;
-Γιατί η Ελλάδα ξαναβυθίζεται στην ύφεση και αναγκάζεται να πάρει μέτρα
που ούτε καν συζητούνταν πριν ένα χρόνο;
Θυμόμαστε όλοι -πιστεύω- τον κ. Τσίπρα, κατά
την πρόσφατη εμφάνισή του στο Ίδρυμα Κλίντον. Στεκόταν δίπλα στον πρώην Πρόεδρο
της μεγάλης και φίλης χώρας και απευθυνόταν σε επενδυτές. Και τι έκανε:
Κατηγορούσε την Ελλάδα για διαφθορά και ισχυριζόταν πως, αν έρθουν να επενδύσουν
εδώ, θα χρειαστεί να καταφύγουν σε χρηματισμό κάτω από το τραπέζι. Δεν είναι
βέβαια ο πρώτος που το έκανε. Θέλω όμως, με τη σημερινή ευκαιρία, να πω για
άλλη μια φορά, ότι οι ισχυρισμοί του εκείνοι εκθέτουν αβάσιμα τη χώρα. Είναι
άδικοι. Είναι συκοφαντικοί. Είναι υπονομευτικοί. Θέλω κυρίως να υπογραμμίσω πως
σε αυτό ακριβώς το παράδειγμα βρίσκεται και η απάντηση για τους παράγοντες που
καθηλώνουν τη χώρα στο τέλμα και δεν την αφήνουν να βρει το δρόμο της. Είναι οι
αντιλήψεις και οι συμπεριφορές, που την
εκθέτουν σοβαρά και τη δυσφημούν άδικα. Είναι ο νοσηρός κομματισμός και ο
άκρατος λαϊκισμός που μπλοκάρουν και ανατρέπουν αναγκαίες αποφάσεις. Είναι η
αβεβαιότητα, η ασυνέπεια, η αναξιοπιστία. «Είναι», θα έλεγα παραφράζοντας τη
γνωστή αμερικανική ρήση, «η εμπιστοσύνη, ανόητε!». Το λέω ξεκάθαρα: Να μην
έχουμε αυταπάτες. Το πρώτο που χρειάζεται η Ελλάδα για να βγει από την κρίση
είναι η αποκατάσταση της χαμένης εμπιστοσύνης.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών προς τις τράπεζες. Η αποκατάσταση
της εμπιστοσύνης των επενδυτών προς το μέλλον της οικονομίας. Η αποκατάσταση
της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το
Κράτος. Με αυτόν ακριβώς το στόχο, για να αρχίσει η αποκατάσταση της χαμένης
εμπιστοσύνης, είναι ανάγκη να ολοκληρωθεί πρώτ’ απ’ όλα, η ανακεφαλαιοποίηση
των τραπεζών. Είναι, άλλωστε, αυτονόητο πως χωρίς ρευστότητα δεν μπορεί να
λειτουργήσει καμία οικονομία. Χωρίς τράπεζες, που να επιτελούν απρόσκοπτα το
ρόλο τους, δεν μπορεί να υλοποιηθεί κανένα επενδυτικό σχέδιο. Το τονίζω: Από την
αρχή, εμείς η Νέα Δημοκρατία θεωρήσαμε απολύτως απαραίτητη την ταχεία
ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και ζητήσαμε μάλιστα την αποσύνδεσή της από την
αξιολόγηση της τρόικας. Όμως! Δεν μπορεί η κυβέρνηση να πανηγυρίζει
υποστηρίζοντας ότι δεν θα χρειαστούν για την ανακεφαλαιοποίηση τα 25 δις ευρώ,
που προβλέπονταν αρχικά. Και δεν μπορεί να πανηγυρίζει γιατί, με τη διαδικασία
που επέλεξε, ξεπούλησε τζάμπα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και κατάστρεψε
οικονομικά όλους τους μετόχους του. Προκάλεσε καταστροφή στους μικρομετόχους
των τραπεζών. Ζημίωσε πολύ σοβαρά το Δημόσιο. Φόρτωσε νέα βάρη στους
φορολογούμενους. Και για όλα αυτά, αντί να πανηγυρίζει η κυβέρνηση, ας
ετοιμάσει την απολογία της. Οι ευθύνες
της είναι τεράστιες. Και οι ευθύνες αυτές δεν διαγράφονται.
Κυρίες και κύριοι,
Το συμφέρον του τόπου απαιτεί να ανακτηθεί,
το ταχύτερο δυνατό, η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία. Χωρίς εμπιστοσύνη,
το μόνο βέβαιο είναι ένας νέος φαύλος κύκλος ύφεσης. Και ένας νέος φαύλος
κύκλος ελλειμμάτων. Χωρίς εμπιστοσύνη δεν μπορεί
να επανέλθει η οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης. Δεν μπορεί να υπάρξουν
νέες επενδύσεις και νέες δουλειές. Κι αν δεν υπάρξουν επενδύσεις και δουλειές,
αν δεν υπάρξει η επανεκκίνηση της οικονομίας, δεν υπάρχει καμιά ελπίδα να
βγούμε από το τέλμα. Χρειάζεται, λοιπόν, πέρα από την ομαλή επαναλειτουργία του
τραπεζικού συστήματος, να προχωρήσουν άμεσα οι διαρθρωτικές αλλαγές, το είπε
εξάλλου και ο Πρόεδρος πριν από λίγο,
που ανακόπηκαν στις αρχές του 2015. Χρειάζεται, προπάντων, να
προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για ένα νέο, φιλόξενο,
επενδυτικό περιβάλλον. Εκείνες που προωθούν την αποκρατικοποίηση της οικονομίας
και την οικονομία στο Κράτος. Εκείνες που φέρνουν νέες επενδύσεις, νέες
επιχειρήσεις, νέες θέσεις δουλειάς. Εκείνες που προωθούν τον ανταγωνισμό. Που
μειώνουν τη γραφειοκρατία. Που ανοίγουν τα κλειστά επαγγέλματα. Που
ενεργοποιούν την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ. Που ενισχύουν τις αναπτυξιακές
προοπτικές. Οι θέσεις μας, κυρίες και κύριοι, είναι καλά γνωστές. Η Ελλάδα
χρειάζεται, πρώτα απ’ όλα, ριζική αναμόρφωση του ρόλου του κράτους, έτσι ώστε
να λειτουργεί επιτελικά και ρυθμιστικά. Να λειτουργήσει φιλικά προς τον πολίτη
αλλά και υποστηρικτικά προς την επιχειρηματικότητα, τη δημιουργικότητα, την
ανάπτυξη. Χρειάζεται μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την προώθηση της
ηλεκτρονικής διοίκησης, την ενίσχυση της διαφάνειας παντού και την εδραίωση
ενός ισχυρού πλαισίου αξιοκρατίας. Τόσο η Οικονομία, όσο και οι πολίτες
χρειαζόμαστε αποτελεσματικότερο κράτος με λιγότερους φόρους και όχι μεγαλύτερο
κράτος με περισσότερους φόρους. Χρειαζόμαστε επαναπροσδιορισμό του φορολογικού
βάρους, με στόχο τη δραστική μείωσή του.
Χρειάζονται επίσης τολμηρές αλλαγές για την
ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης. Ξέρουμε άλλωστε πως, όταν οικονομικές
υποθέσεις λιμνάζουν στα δικαστήρια, τότε φεύγουν οι επενδυτές και χάνονται
δουλειές. Χρειάζεται ταυτόχρονα να προχωρήσουν οι αλλαγές που αφορούν στη
βελτίωση του επενδυτικού κλίματος. Να απλοποιηθούν ακόμα περισσότερο οι
αδειοδοτικές διαδικασίες. Να περιοριστεί
ακόμη πιο πολύ η γραφειοκρατία. Να γίνουν δραστικές παρεμβάσεις για την
ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Χρειάζεται ακόμη (και είναι μείζονος σημασίας)
να υπάρξει άμεση εφαρμογή συγκροτημένου προγράμματος αποκρατικοποιήσεων αλλά
και αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου. Και το λέμε ξεκάθαρα. Να το
καταλάβει επιτέλους η κυβέρνηση. Να καταλάβει ότι ο στόχος δεν είναι μόνο η
μείωση του χρέους, αλλά και η ενίσχυση της ανάπτυξης. Είναι προπάντων οι
νέες επενδύσεις αλλά και οι νέες θέσεις δουλειάς.
Κυρίες και κύριοι
Βασική προϋπόθεση στο δρόμο που προτείνουμε
είναι η εφαρμογή συγκεκριμένου εθνικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης. Στόχος
είναι να αξιοποιήσουμε, χωρίς καμιά άλλη καθυστέρηση, τα συγκριτικά
πλεονεκτήματα της χώρας μας. Να κάνουμε ανταγωνιστικά τα συγκριτικά
πλεονεκτήματά μας. Να φτάσουμε, όσο πιο γρήγορα γίνεται,
σε μια Ελλάδα που παράγει, εξάγει και προοδεύει. Για το σκοπό αυτό,
δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση, στην έρευνα και την καινοτομία, που
συνιστούν ατμομηχανές για μία ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική. Στόχος είναι η
ποιοτική αναβάθμισή τους μακριά από παλιές και χρεοκοπημένες ιδεοληψίες. Να
μπει επιτέλους ένα τέλος στα νοσηρά φαινόμενα που αναβιώνουν τον τελευταίο
καιρό. Και βέβαια να υπάρξει άμεση σύνδεση του εκπαιδευτικού συστήματος με τις
ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Σε ό,τι αφορά τον Πολιτισμό θέλω να υπογραμμίσω πως αποτελεί αναπόσπαστο
στοιχείο του εθνικού μας πλούτου. Η ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς,
αλλά και η στήριξη της σύγχρονης πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας είναι
υποχρέωση που δεν μπορεί να αγνοείται από κανένα.
Σε ό,τι αφορά την πρωτογενή
παραγωγή, τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία,
είναι ανάγκη να δοθεί άμεση προτεραιότητα, στη συγκράτηση του κόστους
και των τιμών, στη μεταποίηση και την τυποποίηση, στην αύξηση της προστιθέμενης
αξίας των προϊόντων μας στην προώθησή τους στις διεθνείς αγορές. Αυτό, ωστόσο,
πώς να γίνει με τη φορολόγηση που σχεδιάζει η κυβέρνηση σε βάρος των αγροτών; Πώς
να γίνει με πολιτικές που αυξάνουν το κόστος παραγωγής; Πώς να γίνει με
ειδικούς φόρους που στρέφονται αποκλειστικά εναντίον των ελληνικών προϊόντων;
Σε ό,τι αφορά, κυρίες και κύριοι,
τη Ναυτιλία, η ηγετική θέση της Ελλάδας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι ανάγκη να
συνδυαστεί με την ανάπτυξη στον Πειραιά ενός πρωτοποριακού ναυτιλιακού κέντρου
με διεθνή ακτινοβολία. Ας εγκαταλείψει επιτέλους η κυβέρνηση τις ιδεοληψίες. Δεν
τη βοηθούν. Ζημιώνουν τη χώρα.
Σε ό,τι αφορά την ενέργεια
επιμένουμε σε ένα φιλόδοξο στρατηγικό σχέδιο με στόχο την ένταξη της χώρας στον
περιφερειακό ενεργειακό χάρτη. Είναι επίσης ανάγκη να υπάρξει
ένταση των προσπαθειών για την αξιοποίηση του ορυκτού μας πλούτου,
παντού στη χώρα.
Κυρίες και κύριοι,
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν δύσκολα βήματα
μπροστά μας. Υπάρχουν βαριά σύννεφα στο διεθνή περίγυρο. Υπάρχει έλλειμμα
εμπιστοσύνης εξαιτίας της κυβερνητικής ανεπάρκειας. Υπάρχει, προπάντων, ανάγκη
για μια άλλη πολιτική. Μια πολιτική που να επενδύει στα συγκριτικά
πλεονεκτήματα της Πατρίδας μας και όχι σε χρεοκοπημένες ιδεοληψίες. Μια
πολιτική για την επανεκκίνηση της οικονομίας, την ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων
θέσεων εργασίας. Όπλο στην προσπάθεια αυτή είναι και το πακέτο Γιούνκερ, που
εμείς εξασφαλίσαμε, και που φτάνει τα 35 δις ευρώ. Είναι πόροι που δεν μπόρεσε
ακόμη
να κινητοποιήσει η Κυβέρνηση. Και αυτό
δεν μπορεί να συνεχίζεται άλλο. Η
Ελλάδα, παρά τις τωρινές μεγάλες δυσκολίες, έχει μπροστά της και μεγάλες δυνατότητες. Έχει
εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό. Έχει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Έχει
ισχυρό τουριστικό brand name. Έχει δυνατότητες ανάπτυξης της πρωτογενούς
παραγωγής. Έχει τη δυνατότητα να γίνει γη της έρευνας και της καινοτομίας. Να
γίνει κέντρο παροχής υψηλής ποιότητας υπηρεσιών για ολόκληρη την ευρύτερη
περιοχή. Να γίνει διεθνής κόμβος μεταφορών. Να γίνει διεθνής ενεργειακός
δίαυλος. Να στοχεύσει στη μεγάλη αγορά, της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Κυρίες και κύριοι,
Η Ελλάδα μπορεί να έχει νέες επενδύσεις,
νέες επιχειρήσεις, νέες θέσεις δουλειάς. Χρειάζεται, ωστόσο, μια άλλη πολιτική.
Μια πολιτική που να τη βοηθήσει να σταθεί στα πόδια της και να μπορέσει να
τραβήξει μπροστά. Μια πολιτική που να της επιτρέψει να βάλει μπρος τις μηχανές
της ανάπτυξης και να αλλάξει ταχύτητα. Μπορεί
η Ελλάδα να αναπτύξει την επιχειρηματικότητα αλλά και την εξωστρέφειά της. Μπορεί
να κερδίσει το μέλλον. Μπορεί να τα καταφέρει. Αυτό προτείνει και αυτό εγγυάται
η Παράταξη που έχω την τιμή να εκπροσωπώ. Ευχαριστώ για την πρόσκληση και
εύχομαι καλή επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου.