Από την πρώτη
στιγμή που ακούστηκε την 28η Οκτωβρίου του 1940 το ΟΧΙ του έπους
εκείνου μέχρι το τέλος του ΙΙ Π.Π., ολόκληρος ο Ελληνικός λαός είχε
ενεργή συμμετοχή με καθολικό το πνεύμα αγωνιστικότητας και σταθερή την
έμφυτη ορμή χάριν της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας του. Η
ομοιόμορφη αυτή συμμετοχή της ευρύτερης Ελληνικής κοινωνίας του
εσωτερικού και του εξωτερικού, είχε κοινό υπόστρωμα το αθάνατο και
απαράμιλλο Ελληνικό πνεύμα της α ν τ ί σ τ α σ η ς εναντίον του
δουλικού συμβιβασμού και περαιτέρω της ωμής σκλαβιάς, με αποτέλεσμα
να διακριθεί με πρωτιές σε παγκόσμιο επίπεδο, που κορυφώθηκαν στα
Αλβανικά βουνά και στα οχυρά του Ρούπελ.
Το καθολικό πνεύμα αγωνιστικότητας του 40 δεν ήταν μια παρορμητική έξαρση μπροστά στην αιματηρή αναμέτρηση κατά του άξονα, αλλά μια απαράμιλλη σαρωτική μεγαλειώδης πολεμική επιχείρηση, τύπου ηφαιστειογενούς πυρακτωμένης λάβας, που κατάκλυσε στο πέρασμά της τις σιδερόφραχτης εχθρικές αντιστάσεις πριν συναντήσει τα συντονισμένα αδιαπέραστα εμπόδια των τεσσάρων πολυεθνικών Ενόπλων Δυνάμεων Γερμανίας, Ιταλίας , Βουλγαρίας και Αλβανίας, οπότε ανακόπηκε η μαχητική μετωπική ορμή της το καλοκαίρι του 1940, για να μετατραπεί σε αντιστασιακό μη συμβατικό πόλεμο φθοράς των εχθρικών δυνάμεων, στη διάρκεια της τριπλής κατοχής που ακολούθησε (Γερμανοϊταλοβουλγάρων).
Το τότε Ελληνικό καθολικό πνεύμα αγωνιστικότητας καταδείχτηκε στην πράξη και από το τίμημα των αμυντικών και απελευθερωτικών αγώνων στη διάρκεια του ΙΙ Π.Π., που ήταν ιδιαίτερα μεγάλο. Ο απολογισμός των θυμάτων όλων των στρωμάτων του Ελληνικού πληθυσμού στο τέλος του πολέμου αυτού ξεπέρασε το ποσοστό 12% του συνολικού πληθυσμού, με πραγματικές και αποθετικές (αναστολές του προπολεμικού ρυθμού αύξησης του πληθυσμού) μετρήσεις. Οι κατά προσέγγιση απώλειες σε αριθμούς ανήλθαν στις 950.000 ελληνικού πληθυσμού. Αντί, δηλαδή, να αριθμεί η χώρα 7.750.000 κατοίκους στο τέλος του ΙΙ Π.Π. με φυσιολογικούς ρυθμούς αύξησης του πληθυσμού, αριθμούσε 6.800.000 περίπου, όταν στις αρχές του πολέμου το 1940 ο πληθυσμός της ήταν 7.400.000. Το ποσοστό 12% είναι το μεγαλύτερο παγκοσμίως (πρωτιά), ακόμη και του αντίστοιχου της Ρωσίας και της Γερμανίας, που είχαν τα μεγαλύτερα ποσοστά ανθρώπινων απωλειών κατά το ΙΙ Π.Π. Πρώτη, επίσης, έρχεται η Ελλάδα στις υλικές ζημίες από τον πόλεμο αυτό σε ποσοστό 170%, σύμφωνα με στατιστικές εκτιμήσεις του ΟΗΕ (ΓΕΣ/ΔΙΣ, 2009, Δοξιάδης, 1947), με δεύτερη την ηττημένη, πρωτίστως ενοχοποιουμένη (εξ ου και τα μη παραγραφόμενα αιτήματα αποζημιώσεων) και κατεστραμμένη Γερμανία, της οποίας το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 135%.
Από τα πανάρχαια χρόνια και εφεξής το αγωνιστικό πνεύμα ακολουθεί πιστά εκείνο του Ελληνικού πατριωτικού και πρωτοπόρου πνεύματος της αγνής φιλοπατρίας που εκδηλώνεται σε πολεμικές και ειρηνικές περιόδους, όπως το περιέγραψε διαχρονικά ο Όμηρος δια στόματος του Έκτορα στην Ιλιάδα: “Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης”. Αμφότερες οι αρετές αυτές της φυλής των Ελλήνων (της αγωνιστικότητας και της φιλοπατρίας) συνυπάρχουν αυτόχθονες - εγγενείς της ύπαρξής τους, αφού οι φέροντες αυτές εξακριβωμένα είναι όμαιμοι (κοινής καταγωγής των φύλων). Ωστόσο, η αρετή του πνεύματος αγωνιστικότητας υπέρ πατρίδος είναι επαχθέστερη έναντι της φιλοπατρίας και πείθει έμπρακτα για το ψυχοσωματικό μεγαλείο της, καταβάλλοντας το ύψιστο αιματηρό τίμημα από το αρχικό κάλεσμα απελευθέρωσης της πατρίδας όπως το συνόψισε ο Αισχύλος : “Ω παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδ’, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων αγών”, μέχρι τον τελικό απολογισμό της εθελοθυσίας, όπως προσδιορίστηκε ύστερα από τον αγώνα των Θερμοπυλών με το αιτιολογικό:“τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι” και επαναβεβαιώθηκε στους υπόψη απολογισμούς των θυσιών του ΙΙ Π.Π..
Το απαράμιλλο πνεύμα αγωνιστικότητας που κατέδειξε ο Ελληνικός λαός από το 1940 μέχρι το τέλος του ΙΙ Π.Π. σφυρηλάτησε το εθνικό φρόνημα και εξασφάλισε ενιαία την εθνική συνείδηση των γενεών των Ελλήνων διαχρονικά και ανεξίτηλα, ανεξάρτητα από τις ενισχυτικές προς τούτο εσωτερικές κρατικές φροντίδες και τις εξωτερικές επιβουλές εναντίον του, όπως είναι η προώθηση της ιδέας της Παγκοσμιοποίησης. Ο γηγενής Έλληνας δεν έπαυσε να αισθάνεται ελεύθερος, αφού η γενναιοψυχία του από τότε μέχρι σήμερα δεν μετακινήθηκε καθόλου από την πανάρχαια ρήση του Θουκυδίδη στον Επιτάφιο του Περικλέους: “ελεύθερον το εύψυχον”.
Είναι ουτοπία να γίνεται συζήτηση για έλλειψη του μαζικού ενθουσιασμού του 40 σήμερα, όταν η χώρα μας δεν αντιμετωπίζει άμεσα εισβολείς στο έδαφός της. Μια ματιά στα εκκλησιάσματα του Θεού κατά τις ιερουργίες, με τους πιστούς να συμμετέχουν απόλυτα και με παρρησία ψυχοσωματικά στις ακολουθίες των Αγίων μυστηρίων, είναι αρκετή να πείσει ότι ελλοχεύει σε κάθε Ελληνική ψυχή το θείο αγωνιστικό πνεύμα.
Το πνεύμα του 40 δεν χάθηκε. Εξακολουθεί να θερμαίνει τις καρδιές των Ελλήνων παντού και πάντοτε, πέραν από κάθε περιστασιακή αντιξοότητα όπως είναι οι σημερινές ελλείψεις υλικών αγαθών που προκαλούν φτώχεια, οι μεταναστεύσεις από και προς το εξωτερικό, οι συνθήκες ελαττωματικής παιδείας και μάθησης στα σχολεία και από τα ΜΜΕ κ. ά. Ο γνήσιος Έλληνας είναι εκ γενετής φιλοπρόοδος, φιλόστοργος, πιστός στη θρησκευτική πίστη του και υπερήφανος για την πατρίδα του, διαθέτοντας μόνιμα στο DNA του τη φλόγα της φιλοπατρίας και της ενεργού εθνικής αντίστασης εναντίον οιουδήποτε εισβολέα στο Ελληνικό έδαφος, όταν και οπουδήποτε χρειαστεί, αψηφώντας το τίμημα αίματος και τα δεινά των υλικών καταστροφών σε βάρος του.
Κάθε άλλη εκδοχή αδικεί τη φιλότιμη προσπάθειά να διατηρείται προσηλωμένος στο αμετάβλητο αγωνιστικό παραδοσιακό πνεύμα των χιλιετιών της ύπαρξής του στον τόπο του, όπου ο λαμπρός ήλιος από της ανατολής μέχρι τη δύση του ακατάπαυστα φωτίζει δυνατά και δυναμώνει τη βούληση του νου και της καρδιάς κάθε γηγενή Έλληνα κατοίκου, ώστε να διατηρεί αδιάλειπτα το υψηλότατο αγωνιστικό πνεύμα, όπως τούτο επιβεβαιώθηκε για μια ακόμη φορά το 1940.
elzoni.gr