Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2020

Δεν έχουν προηγούμενο τα… τερτίπια του Τραμπ – Το πάει για πραξικόπημα;

  

 

Μόνο ο Στίβεν Κινγκ θα μπορούσε να περιγράψει αυτά που γίνονται στην Αμερική, σε ένα σίκουελ του μυθιστορήματός του «Πώς τελείωσε όλο το μπάχαλο»!

Ο ιστορικός του μέλλοντος, πάντως, θα καταγράψει ανήκουστα πράγματα. Οτι εν έτει 2020 ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ αρνιόταν, τουλάχιστον επί 20 μέρες, να αναγνωρίσει την ήττα του στις εκλογές και να διευκολύνει τη διαδικασία μετάβασης στον 46ο, βάζοντας την Αμερική σε μια δίνη εσωστρέφειας και καθιστώντας την περίγελο των ιστορικών γεωπολιτικών αντιπάλων της, Ρωσίας-Κίνας.

Ολοι γνώριζαν πως αυτές οι εκλογές θα ήταν πρωτόγνωρες και δύσκολες στη διεξαγωγή τους, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού και του θανατικού που έσπειρε στην αμερικανική επικράτεια (περισσότερα από 11,5 εκατομμύρια κρούσματα και 250.000 νεκροί τη στιγμή που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, με σειρά κυβερνητών να λαμβάνουν νέα έκτακτα μέτρα). Ομως, ήρθαν η κακοπιστία και ο λαϊκισμός του Ντόναλντ Τραμπ να δώσουν τη χαριστική βολή σε μια κοινωνία ήδη διχασμένη από την οικονομική ανισότητα -απότοκο της κρίσης του 2008-, τη φυλετική προκατάληψη και τα εγκλήματα εις βάρος των μαύρων και τη διαρκώς φθίνουσα επιρροή της υπερδύναμης στη διεθνή σκηνή, που επιτείνει τα διαλυτικά φαινόμενα στο εσωτερικό της.

Με την καταμέτρηση των απευθείας και επιστολικών ψήφων να έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί στο σύνολο της επικράτειας, ο Τζο Μπάιντεν προηγείται με 6 εκατομμύρια ψήφους (σχεδόν 80 εκατομμύρια έναντι περίπου 74 εκατομμυρίων του Τραμπ ή 51,2-47,1% σε ποσοστά) και τον Δημοκρατικό υποψήφιο να εξασφαλίζει τους 306 από τους 538 εκλέκτορες έναντι μόνο 232 του αντιπάλου του. Υπό κανονικές συνθήκες το παιχνίδι θα είχε λήξει. Ο ηττημένος θα απολάμβανε τα τελευταία του Χριστούγεννα στον Λευκό Οίκο, θα παρακαλούσε τους επιτελείς του να ενημερώσουν τα στελέχη του νέου προέδρου για την υγειονομική κατάσταση της χώρας, τα οικονομικά της και τις διεθνείς σχέσεις, και η ζωή θα συνεχιζόταν ομαλά. Αυτά, δυστυχώς, σε ένα διαφορετικό σύμπαν.

Με την ενθάρρυνση, δυστυχώς, μεγάλου μέρους της βάσης των Ρεπουμπλικανών και την ανοχή κορυφαίων στελεχών του κόμματος, όπως ο επικεφαλής της πλειοψηφίας στη Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, ο Τραμπ επιμένει να αναγορεύει τον εαυτό του νικητή, προβαίνοντας σε μια σειρά από μικρά, θεσμικά πραξικοπήματα – προάγγελους ίσως ενός μεγάλου, με την οριστική άρνησή του να εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου;

Αν και η ήττα του του στερεί το δικαίωμα να λαμβάνει σοβαρές πολιτικές αποφάσεις, ο απερχόμενος πρόεδρος διέταξε την αποχώρηση 3.000 στρατιωτών από Αφγανιστάν και Ιράκ εκπλήσσοντας ακόμη και την ηγεσία του ΝΑΤΟ, ξήλωσε τον… αντιρρησία υπουργό Αμυνας, Μαρκ Εσπερ (ο οποίος αρνήθηκε την επέμβαση του στρατού στις κοινωνικές ταραχές των αμερικανικών πόλεων μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ στη Μινεσότα) και δημιουργεί μια ομάδα σκληροπυρηνικών εμπίστων στις Ενοπλες Δυνάμεις και τις μυστικές υπηρεσίες – όπως ο νέος υπουργός Αμυνας, Κρίστοφερ Μίλερ. Ολες οι παραπάνω κινήσεις, σε συνδυασμό με την καρατόμηση του επικεφαλής των υπηρεσιών εκλογικής κυβερνοασφάλειας, Κρις Κρεμπς, επειδή γκρέμισε το αφήγημα περί «νοθείας» και «άκυρων επιστολικών ψήφων» των Τραμπ και Τζουλιάνι, κάνοντας λόγο για τις ασφαλέστερες εκλογές στην αμερικανική ιστορία, γεννούν ανησυχίες για το πού πραγματικά το πηγαίνει ο σύζυγος της Μελάνια. Θα ταλαιπωρήσει απλώς τον Μπάιντεν και τους συμπολίτες του ώσπου να του βγει (πολιτικά) η ψυχή ή μήπως έχει κάτι πιο επικίνδυνο κατά νου;

Στη Νεβάδα ο Τραμπ έχασε με 2,4%, αλλά οι υπεύθυνοι της εκστρατείας του ζήτησαν από τη Δικαιοσύνη είτε να τον ανακηρύξει νικητή είτε να ακυρώσει το αποτέλεσμα! Στην Πενσιλβάνια, όπου ο Μπάιντεν νίκησε με περισσότερες από 82.000 ψήφους, ο επικεφαλής των νομικών του συμβούλων, πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Ρούντι Τζουλιάνι, κατέθεσε μια παρόμοια προσφυγή, ζητώντας να ακυρωθούν οι μεταχρονολογημένες επιστολικές ψήφοι και διαμαρτυρόμενος για τη μη παρουσία Ρεπουμπλικανών παρατηρητών σε κάποια κέντρα καταμέτρησης. «Επί της ουσίας, ζητάτε να ακυρώσω κάπου 6,8 εκατομμύρια ψήφους, βάζοντας στο περιθώριο όλους τους ψηφοφόρους της Πολιτείας», σχολίασε, σύμφωνα με το CNBC, ο τοπικός δικαστής. Σε ανάλογες ενέργειες προέβη το επιτελείο Τραμπ στο Ουισκόνσιν (ήττα με 20.000 ψήφους) και την Τζόρτζια, όπου ο κυβερνήτης είχε εκ των προτέρων ορίσει επανακαταμέτρηση, αν και η διαφορά Μπάιντεν-Τραμπ ξεπερνά τις 14.000 ψήφους.

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι αλλοπρόσαλλες κινήσεις του Τραμπ αποσκοπούν στο «τσιμέντωμα» της λαϊκής βάσης του, στον έλεγχο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και τη δημιουργία υποθήκης για μια νέα υποψηφιότητα το 2024. Η θεωρία βασίζεται στο γεγονός ότι το Δημοκρατικό Κόμμα είναι, επίσης, διχασμένο σε συντηρητικούς και προοδευτικούς (Μπέρνι Σάντερς, Ελίζαμπεθ Γουόρεν και οι 4 μειονοτικές κυρίες του Κογκρέσου ή, αλλιώς, The Squad -ήτοι η Πορτορικανή Αλεξάντρια Οκάζιο-Κόρτες, η Παλαιστίνια Ρασίντα Τλάιμπ, η Αφροαμερικανή Αγιάνα Πρέσλεϊ και η… φιλοερντογανική Σομαλή Ιλχάν Ομάρ). Ισως πάλι ο Τραμπ να κρατάει ψηλά τους τόνους έως τις αναπληρωματικές εκλογές στην Τζόρτζια στις 5 Ιανουαρίου για 2 κρίσιμες έδρες της Γερουσίας, που θα κρίνουν αν το σημερινό 50-48 υπέρ των Ρεπουμπλικανών θα γίνει 50-50 (οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι εμφανίζονται, πράγματι, ως φαβορί). Σε περίπτωση που οι Ρεπουμπλικανοί θα απολέσουν τη Γερουσία πέφτει ένα σοβαρό εμπόδιο για την υλοποίηση της ατζέντας Μπάιντεν, καθώς για την άρση του 50-50 θα μετράει η ψήφος της αντιπροέδρου, Κάμαλα Χάρις.

ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ (;)

Στο «ερώτημα του 1 εκατομμυρίου δολαρίων» της «Guardian», αν ο Τραμπ θα προσπαθήσει να κάνει πραξικόπημα παραμένοντας και μετά τις 20 Ιανουαρίου στον Λευκό Οίκο, η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Ο στρατός, οι γραφειοκρατικοί θεσμοί και ο ίδιος ο Μπάιντεν έχουν διαμηνύσει ότι δεν θα το επιτρέψουν, ενώ στις 14 Δεκεμβρίου θα φτάσει η μέρα της αλήθειας, με τη σύγκληση του Κολεγίου των Εκλεκτόρων. Εκεί οι 232 του Τραμπ θα μετρηθούν με τους 306 του Μπάιντεν, εκτός κι αν ο απρόβλεπτος 45ος πρόεδρος τους ζητήσει να απέχουν μποϊκοτάροντας τη διαδικασία. Αυτό θα ξεπεράσει και τα πιο αρρωστημένα σενάρια του Στίβεν Κινγκ.

Ερχεται βαρομετρικό χαμηλό στις σχέσεις με τη Ρωσία

«Τον κοίταξα μέσα στα μάτια και τον βρήκα ευθύ και αξιόπιστο. Μπόρεσα να νιώσω ένα κομμάτι της ψυχής του». Αυτή ήταν η εντύπωση του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, το 2000 από τον επίσης… νεοσσό Ρώσο ηγέτη Βλαντιμίρ Πούτιν, έναν ντροπαλό και αδέξιο πρώην πράκτορα μιας υπερδύναμης που ακόμη παρέπαιε και πολεμούσε να σταθεί στα πόδια της. Ηταν η εποχή που η Ρωσία διέθετε μόνο τα πυρηνικά από το παλιό της μεγαλείο, η οικονομία της ήταν κατεστραμμένη και με το ζόρι διαχειριζόταν τον πόλεμο της Τσετσενίας.

Εντεκα χρόνια αργότερα, το 2011, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, συναντήθηκε για πρώτη φορά με έναν γεμάτο αυτοπεποίθηση Πούτιν. Τότε ο Βλαδίμηρος ήταν πρωθυπουργός, καθώς είχε συμπληρώσει δύο προεδρικές θητείες και παρέδωσε προσωρινά τα ηνία στον έμπιστό του, Ντμίτρι Μεντβέντεφ.

Η παρθενική συνάντηση Μπάιντεν-Πούτιν δεν ξεκίνησε καλά. Ο Αμερικανός επιτέθηκε στον Ρώσο για την καταστολή της αντιπολίτευσης και τη δίωξη του πετρελαϊκού ολιγάρχη Μιχαήλ Χοντορκόφσκι. Ανάμεσά τους διημείφθη ο παρακάτω διάλογος, όπως τον μετέφερε το περιοδικό «New Yorker»:

– Μπάιντεν: Κοιτάζοντάς σε στα μάτια νιώθω σαν να μην έχεις ψυχή.

Πούτιν (χαμογελώντας, κατά τη διήγηση του ίδιου του Μπάιντεν): Βλέπω ότι καταλαβαινόμαστε καλά!

Ολα αυτά σε μια περίοδο που ο Μπαράκ Ομπάμα είχε στις υψηλές προτεραιότητές του την επανεκκίνηση των αμερικανο-ρωσικών σχέσεων. Ομως, ο Πούτιν διέβη σε κάποιες περιπτώσεις τον Ρουβίκωνα, επαναφέροντας το ψυχροπολεμικό κλίμα. Το πρώτο τραυματικό περιστατικό ήταν η ρωσική επέμβαση στη Γεωργία το 2008, που της αφαίρεσε τις επαρχίες της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας. Ακολούθησαν η προσέγγιση Πούτιν με το Ιράν και η σωτήρια παρέμβασή του υπέρ του Ασαντ στη Συρία το 2013-15, κίνηση που άλλαξε το παιχνίδι στη Μέση Ανατολή, αναβαθμίζοντας θεαματικά τη ρωσική επιρροή. Οταν η Ρωσία κατηγορήθηκε για την περίφημη παρέμβαση υπέρ του Τραμπ στις εκλογές του 2016, η Μόσχα είχε ήδη στιγματιστεί για οικονομική και πολιτική ενίσχυση των ευρωσκεπικιστικών ρευμάτων στην Ευρώπη και συγκρουόταν απευθείας με τη Δύση στην Ουκρανία και την Κριμαία.

Για τις φιλικές έως αδελφικές σχέσεις του Πούτιν με τον Ντόναλντ Τραμπ δεν χρειάζεται να πούμε πολλά – κινούνται πλέον στη σφαίρα του θρύλου.

Ο Μπάιντεν είναι ο πέμπτος Αμερικανός πρόεδρος που θα αντιπαρατεθεί με τον Πούτιν, ο οποίος καταλαβαίνει πολύ καλά ότι το κλίμα γι’ αυτόν στον Λευκό Οίκο δεν θα είναι όπως πριν. Ο νέος Δημοκρατικός πρόεδρος έχει επανειλημμένα δώσει σε εχθρούς και φίλους να καταλάβουν ότι θεωρεί τη Ρωσία τον υπ’ αριθμόν ένα αντίπαλο της Αμερικής και «μέγιστη απειλή» για την εθνική της ασφάλεια. Τον Οκτώβριο χαρακτήρισε «παρανοϊκή» την απόπειρα της ρωσικής κυβέρνησης να δολοφονήσει τον Αλεξέι Ναβάλνι, περιγράφοντας το περιστατικό ως δείγμα της αλλεργίας του ρωσικού καθεστώτος απέναντι σε κάθε κριτική.

Η πολιτική Μπάιντεν είναι συνεπής με το αντιρωσικό δόγμα του γραφειοκρατικού συστήματος «Ομπάμα-Κλίντον» της Ουάσιγκτον και αποσκοπεί στην αναστήλωση της αμερικανικής ισχύος, στον περιορισμό της Ρωσίας και της Κίνας και την αποκατάσταση των σχέσεων ΗΠΑ-Ε.Ε.

«Εν αντιθέσει με τον Τραμπ, εγώ θα υπερασπιστώ τις δημοκρατικές μας αξίες και θα αντιταχθώ σε αυταρχικούς ηγέτες σαν τον Πούτιν», διαβεβαίωσε ο Μπάιντεν τον Αύγουστο.

Δεν είναι τυχαίο ότι το Κρεμλίνο έχει αποφύγει έως σήμερα να συγχαρεί τον νικητή των αμερικανικών εκλογών και να αναγνωρίσει τη νίκη του, κάτι που αναγκάστηκε να κάνει ακόμη και η Κίνα. Κραυγαλέα αντίθεση σε σχέση με το 2016, όταν ο Πούτιν έσπευσε να συγχαρεί τον Τραμπ λίγες ώρες μετά το κλείσιμο της κάλπης.

Η λέξη «Μπάιντεν» προφέρεται με φειδώ από το Κρεμλίνο και τα ρωσικά ΜΜΕ, κυρίως για να υπογραμμιστούν η «προχωρημένη» ηλικία του, η εύθραυστη κατάσταση της υγείας του και οι… κηλίδες στην εκλογική του νίκη. Οι αμερικανορωσικές σχέσεις θα επιδεινωθούν δραματικά, αν ο Μπάιντεν υλοποιήσει την εξαγγελία του για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν θα αιφνιδιάσει τους Ρώσους, καθώς η «αλεπού» της ρωσικής διπλωματίας, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε ότι περιμένει η εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν να κινηθεί στα ίχνη του Ομπάμα. Τον οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, ο Ρώσος υπ. Εξωτερικών είχε χαρακτηρίσει «μικρόψυχο και εκδικητικό» απέναντι στη Ρωσία.

Ε.Τ.