Όπως όλοι γνωρίζουμε, στη Σουηδία δεν έκλεισε τίποτε. Τα παιδιά του δημοτικού συνέχισαν να πηγαίνουν στο σχολείο, μπαρ, εστιατόρια, καταστήματα, κινηματογράφοι και θέατρα έμειναν ανοικτά, απαγορεύτηκαν μόνο οι συναθροίσεις άνω των πενήντα ατόμων και οι επισκέψεις στους οίκους ευγηρίας.
Παρ’ όλα αυτά, η οικονομία της χώρας έχει υποστεί μεγάλο πλήγμα – αν και η κεντροαριστερή κυβέρνηση υποστηρίζει πως δεν έλαβε τις αποφάσεις της με βάση οικονομικά κριτήρια, αλλά για να μην καταρρεύσει το δημόσιο σύστημα υγείας.
Με 5.593 θανάτους - επί πληθυσμού 10.343.403 ψυχών – ανεβαίνει συνεχώς ο αριθμός των θυμάτων και των μολύνσεων και το ποσοστό θνησιμότητας είναι από τα υψηλότερα της Ευρώπης. Υπήρξαν μάλιστα ημέρες που ξεπερνά ακόμη και της Βρετανίας και των ΗΠΑ.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση και ο επικεφαλής επιδημιολόγος Άντερς Τέγκνελ προσπαθούν να περάσουν στο mea culpa, χωρίς ωστόσο να παραδέχονται ότι βρέθηκαν στην εντελώς λάθος πλευρά.
Δεν σώθηκε η οικονομία
Η περίφημη ανοσία της αγέλης όχι μόνο δεν λειτούργησε στο υγειονομικό επίπεδο, αλλά και δεν βοήθησε την οικονομία – αντίθετα την κατακρήμνισε.
Στα μέσα Απριλίου η κυβέρνηση προέβλεπε για το 2020 πτώση του ΑΕΠ κατά 4%, αλλά πρόσφατα η Τράπεζα της Σουηδίας ανέβασε το ποσοστό στο 10% και η ίδια η υπουργός των Οικονομικών προειδοποιεί για περαιτέρω επιδείνωση και μεγάλη αύξηση της ανεργίας.
Γιατί συνέβη αυτό; Μα επειδή η σουηδική οικονομία στηρίζεται στις εξαγωγές που αντιστοιχούν στο 50% του ΑΕΠ. Και από τα προϊόντα που η Σουηδία εξάγει, σε ποσοστό 70% κατευθύνονται προς την υπόλοιπη Ευρώπη.
Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Ακόμη και αν μια χώρα δεν κλείσει, αυτό θα αφορά το εσωτερικό της. Δεν έχει νόημα να μένεις ανοιχτά, όταν όλοι οι άλλοι κλείνουν επιχειρήσεις, αεροδρόμια, λιμάνια. Οι οικονομίες είναι αλληλοεξαρτώμενες και επομένως όταν κλείνουν τα σύνορα, κλείνουν τα πάντα.
Αυτό η Σουηδία το έζησε στο πετσί της. Οι βιομηχανίες της, κυρίως οι αυτοκινητοβιομηχανίες, υποχρεώθηκαν εκ των πραγμάτων να διακόψουν την παραγωγή τους ήδη από τον Μάρτιο, καθώς οι εξαγωγές είχαν σταματήσει και δεν θα μπορούσαν να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
Εδώ και λίγες μέρες οι μηχανές πήραν και πάλι μπροστά, αλλά όχι χωρίς δυσκολίες. Άλλωστε και στο εσωτερικό της χώρας η κατανάλωση μειώθηκε σχεδόν στο 25%. Στην πραγματικότητα, δεν υπήρξαν διαφορές από τις υπόλοιπες χώρες, κυρίως τις βόρειες.
Πτώση και στις δημοσκοπήσεις
Σε πρώτη φάση, οι κυβερνητικές αποφάσεις επικροτήθηκαν από τον κόσμο, αλλά τώρα – και ειδικά μετά την απαράδεκτη συμπεριφορά προς τους ηλικιωμένους και τους υπερβολικά πολλούς θανάτους στους οίκους ευγηρίας - οι δημοσκοπήσεις δείχνουν κατακόρυφη πτώση στη δημοτικότητα κυβέρνησης και υπηρεσίας δημόσιας υγείας, ακόμη και είκοσι ποσοστιαίων μονάδων – από 63% τον Απρίλιο στο 45% τον Ιούνιο.
Οπότε, ήλθε η ώρα της αυτοκριτικής για όλους. Ο επικεφαλής επιδημιολόγος Τέγκνελ, αν και επιμένει πως ότι η γενική στρατηγική ήταν σωστή, ομολόγησε ότι θα μπορούσαν να είχαν γίνει περισσότερα και να ακολουθηθεί μια πιο «σφιχτή» περιοριστική πολιτική.
Τώρα, προσπαθούν όλοι να αποσείσουν από πάνω τους τις ευθύνες και ουσιαστικά να τις μεταθέσουν ο ένας στον άλλο.
Ο πρωθυπουργός επιμένει μεν ότι η συνολική στρατηγική για τον έλεγχο της νόσου, με την παράλληλη προστασία των εργαζομένων και των επιχειρήσεων, ήταν η ορθή, αλλά παραδέχθηκε ότι το σύστημα δεν λειτούργησε στην περίπτωση της προστασίας των ηλικιωμένων. «Είναι προφανές. Υπερβολικά πολλοί ηλικιωμένοι πέθαναν εδώ», είπε σε συνέντευξή του.
Σε γραπτή της δήλωση προς το ειδησεογραφικό πρακτορείο Ρόιτερ’ ς η υπουργός υγείας και Κοινωνικών Υποθέσεων Λένα Χάλενγκρεν δήλωσε ότι «η κυβέρνηση ήταν σε κάθε στιγμή έτοιμη να εισαγάγει περαιτέρω μέτρα αν τα είχαν εισηγηθεί οι εμπειρογνώμονες».
Από την πλευρά του, ο Τέγκνελ προσπαθεί να αλλάξει γραμμή πλεύσης, λέγοντας πως αν τα στοιχεία που υπάρχουν σήμερα για τη νόσο ήταν γνωστά από την αρχή, τότε πιθανόν να ακολουθούσε μια ενδιάμεση γραμμή ανάμεσα σε αυτό που έγινε στη Σουηδία και σε αυτό που ακολούθησαν οι υπόλοιπες χώρες.
Η αλήθεια είναι ότι η θεωρία του, η θεωρία της ανοσίας της αγέλης, έχει καταρρεύσει, καθώς τα τεστ αντισωμάτων έδειξαν ότι ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν προσβληθεί είναι πολύ μικρότερος από αυτόν που προέβλεπαν τα μοντέλα της Υπηρεσίας Δημόσιας Υγείας και βρέθηκε στο επίκεντρο της στρατηγικής του.
Πολλοί συνάδελφοί του, αλλά και ο ίδιος ο πρόεδρος των Βραβείων Νομπέλ έχουν καταγγείλει αυτή την στρατηγική ως απάνθρωπη και επονείδιστη.
Κάτω από την πίεση της αντιπολίτευσης, ο πρωθυπουργός Λέβεν δέχθηκε τελικά να συσταθεί εξεταστική επιτροπή σύντομα και πάντως όχι μετά τη λήξη της κρίσης, όπως είχε αρχικά επιχειρήσει.
Με ένα μικρό επικοινωνιακό «διάλειμμα», καθώς ξαφνικά στη Σουηδία επανήλθε στην υπόθεση της δολοφονίας Πάλμε, μετά από 34 ολόκληρα χρόνια και εν μέσω πανδημίας. Για λίγες μέρες το θέμα έπαιξε δυνατά, καθώς πρόκειται για υπόθεση που προκαλεί το ενδιαφέρον σε όλον τον κόσμο – πόσο μάλλον στη Σουηδία.
Τελικά, ως ένοχος της δολοφονίας ανακοινώθηκε ένας ύποπτος από τα παλιά, ο γραφίστας Στιγκ Ένγκστρομ που είχε αυτοκτονήσει το 2000 και η υπόθεση έκλεισε το ίδιο βιαστικά όπως ξανάνοιξε. Οριστικά αυτή τη φορά…
Οι συνέπειες των κυβερνητικών κρίσεων
Ωστόσο, αν κανείς θέλει να γνωρίζει τι πραγματικά συμβαίνει στη Σουηδία, δεν έχει παρά να στρέψει το βλέμμα προς την ασταθή πολιτική κατάσταση που επικρατεί στη χώρα, η οποία βρίσκεται σε κυβερνητική κρίση από το 2014.
Τότε, ο κεντροαριστερός Στέφαν Λέβεν βρέθηκε στην πρωθυπουργία ως επικεφαλής μιας κυβέρνησης μειοψηφίας Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων, με την ψήφο ανοχής της αριστεράς.
Τρεις μήνες μετά την ορκωμοσία του, η κυβέρνησή του έπεσε καθώς απέτυχε να ψηφίσει προϋπολογισμό. Η χώρα θα πήγαινε σε νέες εκλογές, αλλά τελικά επιτεύχθηκε μια συμφωνία, κυρίως όσον αφορά στο μεταναστευτικό. Ως γνωστόν, η κοκκινοπράσινη συμμαχία είχε το 2015 ακολουθήσει γραμμή… Τσίπρα ανοίγοντας τα πορτοπαράθυρα, με αποτέλεσμα την ενίσχυση της ακροδεξιάς.
Στις εκλογές του 2018, Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι και Αριστερά συγκέντρωσαν το 40,6% των ψήφων, η Κεντροδεξιά Συμμαχία το 40,1%, ενώ η ακροδεξιά βρέθηκε στο 17,8%!
Έκτοτε, η κοκκινοπράσινη κυβέρνηση μειοψηφίας πασχίζει να κρατηθεί. Στη Σουηδία δεν υπάρχει η αρχή της Δεδηλωμένης και επομένως οι νόμοι ψηφίζονται ένας-ένας και ανάλογα με τις συμμαχίες της στιγμής.
Έτσι, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα καταφύγει στην Βουλή για να λάβει έκτακτες εξουσίες προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίση του κορωνοϊού, η αντιπολίτευση διεμήνυσε ότι δεν πρόκειται να δώσει την έγκρισή της.
Και αυτός φαίνεται ότι ήταν ο πραγματικός λόγος που η Σουηδία δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα, κρυπτόμενη πίσω από την ανοσία της αγέλης. Με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα…
Οπότε, η συνέχεια στην εξεταστική επιτροπή – προς γνώσιν και συμμόρφωσιν των υπερμάχων της απλής αναλογικής και των κυβερνήσεων συνεργασίας, μειοψηφίας και κάθε άλλης… ανακατωσούρας!