Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2019

Ο Πρόεδρος της Βουλής εγκαινίασε την έκθεση του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία με θέμα «Βουλή των Ελλήνων. Οι σταθμοί μιας διαδρομής σχεδόν διακοσίων ετών».

 
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

«Δεν υπάρχει άλλη λέξη πιο βαρυσήμαντη, πιο ηχηρή, πιο μεστή, που να χαρίζει ο συνταγματικός νομοθέτης στο Λαό, όπως είναι το ‘‘κυρίαρχος’’. Για κανέναν άλλον θεσμό της Πολιτείας, ούτε για τη Δικαιοσύνη, ούτε για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ούτε για την Κυβέρνηση, ούτε για τον Πρωθυπουργό, για κανέναν, δεν επιδαψιλεύει τέτοια λέξη ο συνταγματικός νομοθέτης».

Αυτό ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων και Πρόεδρος του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, κ. Κωνσταντίνος Τασούλας, εγκαινιάζοντας την έκθεση του Ιδρύματος υπό τον τίτλο «Βουλή των Ελλήνων. Οι σταθμοί μιας διαδρομής σχεδόν διακοσίων ετών». Η έκθεση, μέσα από σπάνια τεκμήρια και οπτικοακουστικό υλικό, αφηγείται δύο σχεδόν αιώνες ελληνικού κοινοβουλευτικού βίου, από τις πρώτες εθνοσυνελεύσεις που ακολούθησαν την Επανάσταση του 1821 έως την εδραίωση του κοινοβουλευτισμού την περίοδο 1862-1914, από τις κρίσεις του μεσοπολέμου, έως τα χρόνια που οδήγησαν στην κατάλυση της δημοκρατίας το 1967, και από τη μεταπολίτευση του 1974 έως τις μέρες μας.
Αναφερόμενος στην εξέλιξη του Ελληνικού Κράτους, στην εδαφική επέκταση και την πληθυσμιακή αύξησή του, αλλά και στον εκσυγχρονισμό του με σημαντικά έργα υποδομών, ο Πρόεδρος της Βουλής τόνισε ότι «η μεγέθυνση και η επίδοση της χώρας μας εκκινεί από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και υπήρξαμε η καλύτερη κοινοβουλευτική χώρα, το καλύτερο και το νεότερο κοινοβουλευτικό παράδειγμα σε όλη τη νοτιοανατολική Ευρώπη». Επισημαίνοντας εξάλλου ότι «πάντα το θεσμικό οπλοστάσιο της χώρας προηγείτο της κοινωνικής της πραγματικότητας» υπογράμμισε πως «οι θεσμοί ήταν το άρμα που τραβούσε τη χώρα προς τη Δύση, προς τον εκσυγχρονισμό, οι θεσμοί έπαιξαν αυτόν τον ρόλο ώστε η Ελλάδα σήμερα να είναι μία ευρωπαϊκή χώρα που, παρά την κρίση, ατενίζει το μέλλον της με προσδοκία και αισιοδοξία». «Ο κοινοβουλευτισμός, λοιπόν, είναι η οδός μέσω της οποίας πράξαμε ‘‘κεχαρισμένα τοις θεοίς’’ και νικήσαμε τη μοίρα μας», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Τασούλας.
Πρόσθεσε δε ότι «η καταπολέμηση της ταύτισης της Ελλάδος με τη φτώχεια δεν είχε μόνο εισοδηματικές ή οικονομικές επιδιώξεις, αλλά είχε και δημοκρατικές επιδιώξεις», τονίζοντας πως «και τώρα η Ελλάδα, θέλοντας να κατακτήσει και πάλι ένα επίπεδο ζωής καλύτερο από το παρελθόν και ξεφεύγοντας οριστικά από την κρίση, δεν πετυχαίνει μόνο τη βελτίωση του οικονομικού της επιπέδου, αλλά -σε συνδυασμό με την Παιδεία βεβαίως- και  την εδραίωση καλύτερων όρων Δημοκρατίας».
Ο Πρόεδρος της Βουλής επεσήμανε επίσης ότι «η λαϊκή κυριαρχία, που είναι η πηγή της εξουσίας, δεν συνεπάγεται μόνο τη δύναμη του Λαού που την μεταβιβάζει στους αντιπροσώπους του, αλλά συνεπάγεται και την ευθύνη του Λαού, γιατί είναι νόμισμα με δύο όψεις». Και υπογράμμισε: «Δεν είναι μόνο η ισχύς, είναι και η ευθύνη. Γι’ αυτό και όταν αναλογιζόμαστε την ευθύνη, αντιλαμβανόμαστε με την ευθύνη ποιού, τελικά, του Λαού, ανεδείχθησαν αυτοί οι ηγέτες και φέραμε αυτά τα αποτελέσματα».
Στα εγκαίνια της έκθεσης παρέστησαν οι πρώην Πρόεδροι της Βουλής κ.κ. Απόστολος Κακλαμάνης, Φίλιππος Πετσάλνικος και Νικόλαος Βούτσης, οι Αντιπρόεδροι του Σώματος κ.κ. Αθανάσιος Μπούρας, Γεώργιος Λαμπρούλης και Απόστολος Αβδελάς, ο Γενικός Γραμματέας της Βουλής κ. Γεώργιος Μυλωνάκης, ο Ειδικός Γραμματέας της Βουλής κ. Βασίλειος Μπαγιώκος, η Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία κ. Νίκη Μαρωνίτη, βουλευτές και μέλη της επιστημονικής και ακαδημαϊκής κοινότητας.



Ομιλία του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων κ. Κωνσταντίνου Τασούλα
στα εγκαίνια της έκθεσης του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία

Αθήνα, 21 Νοεμβρίου 2019

«Κυρίες και κύριοι,
Εγκαινιάζουμε σήμερα μια πολύ ενδιαφέρουσα, γοητευτική και ιστορικά εντυπωσιακή έκθεση του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και την Δημοκρατία, για την κοινοβουλευτική πορεία στη χώρα μας.
Είναι μία έκθεση η οποία ταιριάζει απολύτως με τον πυρήνα του σκοπού για τον οποίο δημιουργήθηκε το Ίδρυμα της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και την Δημοκρατία. Δημιουργήθηκε ακριβώς για τη διάδοση της ιστορίας και των αρχών του κοινοβουλευτισμού.
Ιδού λοιπόν, σήμερα, εδώ μπροστά μας, ξεδιπλώνεται όλη η εντυπωσιακή πορεία του κοινοβουλευτισμού στη χώρα μας, από τις απαρχές του έως μέχρι πρότινος, έως τα τέλη της δεκαετίας του ’80, έως την περίοδο του νέου ξεκινήματος.
Αυτή η δύσκολη αλλά γοητευτική και παραγωγική πορεία φέρνει στο νου ένα βιβλιαράκι που είχε βγάλει το 1971 ένας διακεκριμένος κοινοβουλευτικός ανήρ, ο Γεώργιος Ράλλης, ο οποίος, θέλοντας να απαντήσει στις επικρίσεις του δικτατορικού καθεστώτος περί φαυλοκρατίας και ζημιάς στη χώρα από τους πολιτικούς, εξέδωσε ένα βιβλίο που το κυκλοφόρησε το 1971, μεσούσης της δικτατορίας, το οποίο σε σελίδες και γράμματα έκανε ό,τι κάνετε εσείς εδώ σήμερα, ό,τι κάνουμε εμείς εδώ σήμερα, σε παραστάσεις, σε απομιμήσεις, σε απεικονίσεις, εξηγώντας στον ελληνικό λαό πως η πρόοδος που σημειώθηκε μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδος οφειλόταν κατ’ εξοχήν στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα.
Όταν βλέπετε εδώ, σε μία παράσταση, τις συζητήσεις στη Βουλή για τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, όταν βλέπετε το ΦΕΚ εις το οποίο δημοσιεύθηκε η κύρωση της συμβάσεως του Ελληνικού Δημοσίου με την εταιρεία που κατασκεύασε τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, καταλαβαίνετε ότι αυτές οι συζητήσεις, αυτά τα νομοσχέδια, αυτά τα ΦΕΚ, σήμερα έχουν μετουσιωθεί στη γέφυρα. 
Δεν ήταν λόγια, ήταν προπομποί της γέφυρας, ήταν προεόρτια, προανακρούσματα  της γέφυρας. Άρα ο κοινοβουλευτισμός μπορεί να ηχεί ως λόγια, αλλά δεν είναι λόγια πτερόεντα, είναι λόγια τα οποία έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι από το 1830 έως σήμερα, όπως γράφει στο έξοχο βιβλίο του ο καθηγητής του συνταγματικού δικαίου κύριος Αλιβιζάτος, «Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στη Νεοελληνική Ιστορία 1800-2010», η Ελλάδα από το 1830 τριπλασιάστηκε σε έκταση και δεκαπενταπλασιάστηκε σε πληθυσμό, υπό καθεστώς κοινοβουλευτισμού, γιατί είχαμε και κάποιες παρενθέσεις θλιβερές!
Αυτή όλη η μεγέθυνση και η επίδοση της χώρας μας εκκινεί από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και υπήρξαμε η καλύτερη κοινοβουλευτική χώρα και το καλύτερο και νεώτερο κοινοβουλευτικό παράδειγμα σε όλη τη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Μπορεί όλα αυτά να φαντάζουν πολυτελή, ως αυτοέπαινοι, δεν είναι όμως καθόλου πολυτελή, γιατί θα δείτε, περιδιαβάζοντας αυτόν το χώρο και ξεφυλλίζοντας τα παλιά Συντάγματα, ότι πάντα το θεσμικό οπλοστάσιο της χώρας προηγείτο της κοινωνικής πραγματικότητας της χώρας.
Για να αντιγράψω ξανά τον κύριο Αλιβιζάτο, ήμασταν θεσμικά μια χώρα στην νεωτερικότητα, όταν η κοινωνία ήταν ακόμη -διορθώστε με, κύριε καθηγητά- στην προνεωτερική εποχή, αλλά οι θεσμοί ήταν το άρμα που τραβούσε τη χώρα προς τη Δύση, προς τον εκσυγχρονισμό, και οι θεσμοί έπαιξαν αυτόν το ρόλο ώστε η Ελλάδα σήμερα να είναι μία ευρωπαϊκή χώρα που, παρά την κρίση, ατενίζει το μέλλον της με προσδοκία και αισιοδοξία.
Ο κοινοβουλευτισμός, λοιπόν, είναι η οδός μέσω της οποίας πράξαμε ‘‘κεχαρισμένα τοις θεοίς’’ και νικήσαμε την μοίρα μας.
Το λόγιο ότι η Ελλάς ήταν αείποτε συνδεδεμένη με την πενία, κατερρίφθη εμπράκτως. Η καταπολέμηση της ταύτισης της Ελλάδος με τη φτώχεια δεν είχε μόνο εισοδηματικές ή οικονομικές επιδιώξεις, είχε και δημοκρατικές επιδιώξεις.
Διότι, όπως έχει πει ένας μεγάλος Έλλην πολιτικός και πραγματοποιός του 20ού αιώνος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, εάν δεν καταπολεμήσουμε την φτώχεια δεν μπορούμε να καταπολεμήσουμε την κακοδαιμονία που φέρνει η φτώχεια στο δημόσιο βίο, και κακοδαιμονία που φέρνει φτώχεια είναι ο φθόνος, η μοχθηρία, η υπονόμευση των αντιπάλων με μέσα τα οποία είναι ταπεινά. Ενώ αν νικηθεί η φτώχεια και η χώρα προκόψει, στη θέση του φθόνου, της μοχθηρίας και της αδυσώπητης αντιπαλότητας, μπορεί να έρθουν η δημιουργικότητα, η καλοπιστία, η γενναιοδωρία στη  συμπεριφορά.
Επομένως, το ξεπέρασμα της οικονομικής φτώχειας έχει και κοινοβουλευτικό και δημοκρατικό αντίκρισμα. Άρα και τώρα η Ελλάδα, θέλοντας να κατακτήσει και πάλι ένα επίπεδο ζωής -υλικής ζωής- καλύτερο από το παρελθόν και βεβαίως ξεφεύγοντας  οριστικά από την κρίση, δεν πετυχαίνει μόνο τη βελτίωση του οικονομικού της επιπέδου, αλλά πετυχαίνει -σε συνδυασμό με την Παιδεία βεβαίως- και την εδραίωση καλύτερων όρων Δημοκρατίας.
Αυτή η πορεία, με διάφορα εμπόδια, με διάφορες στάσεις, αλλά κυρίως αυτή η σταθερή πορεία του κοινοβουλευτισμού προς τα μπροστά, ξεδιπλώνεται με εντυπωσιακό τρόπο σήμερα εδώ και εύχομαι να είναι πολλοί αυτοί που θα επισκεφθούν την έκθεση όλους τους επόμενους μήνες που θα εκτίθεται εδώ.
Είναι ένα καταπληκτικό οδοιπορικό του πολιτεύματός μας, το οποίο ταυτίστηκε με όλα τα επιτεύγματα της χώρας και η γοητεία της Δημοκρατίας, βρίσκεται σε μια φράση που θα την δείτε εδώ στα Συντάγματα, ότι «όλες οι εξουσίες υπάρχουν υπέρ του λαού και του έθνους και θεμέλιο του πολιτεύματός μας είναι η λαϊκή κυριαρχία».
Δεν υπάρχει άλλη λέξη πιο βαρυσήμαντη, πιο ηχηρή, πιο μεστή, που να χαρίζει ο συνταγματικός νομοθέτης στο λαό όπως είναι το ‘‘κυρίαρχος’’. Για κανέναν άλλον θεσμό της Πολιτείας, ούτε για τη Δικαιοσύνη, ούτε για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ούτε για την Κυβέρνηση, ούτε για τον Πρωθυπουργό, ούτε για κανέναν, δεν επιδαψιλεύει τέτοια λέξη ο συνταγματικός νομοθέτης. Είναι αυτό που έλεγε στη Νέα Πολιτική Διοίκηση ο Ρήγας, ‘‘ο αυτοκράτωρ λαός’’.
Η λαϊκή κυριαρχία που είναι η πηγή της εξουσίας δεν συνεπάγεται μόνο την δύναμη του λαού που την μεταβιβάζει στους αντιπροσώπους του, αλλά συνεπάγεται και την ευθύνη του λαού, γιατί είναι νόμισμα με δύο όψεις. Δεν είναι μόνο η ισχύς, είναι και η ευθύνη. Γι’ αυτό και όταν αναλογιζόμαστε την ευθύνη, αντιλαμβανόμαστε με την ευθύνη ποιού τελικά, του λαού, ανεδείχθησαν αυτοί οι ηγέτες και φέραμε αυτά τα αποτελέσματα.
Τελειώνοντας θα ήθελα να προσθέσω ότι ο Τσώρτσιλ που προήρχετο από την χώρα που ήταν η μήτηρ του σύγχρονου κοινοβουλευτισμού, πήρε Βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας για το έργο του τα Απομνημονεύματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και ο Τσώρτσιλ τελειώνει τον πρώτο τόμο των απομνημονευμάτων του περιγράφοντας την 10η Μαΐου του 1940, την ημέρα δηλαδή που ανέλαβε την πρωθυπουργία της Αγγλίας, την ώρα που εμαίνετο το ξεκίνημα, το αβέβαιο ως προς την έκβαση, του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Η πρώτη πράξη που έκανε ο Τσώρτσιλ αναλαμβάνοντας την πρωθυπουργία ήταν να διορίσει Πρόεδρο της Βουλής των Κοινοτήτων τον Τσάμπερλεν, γιατί έκαναν τον πόλεμο με ανοιχτή Βουλή στη Μεγάλη Βρεταννία.
Γράφει στα απομνημονεύματά του αυτά ο Τσώρτσιλ: «Ανέλαβα τη νύχτα της 10ης Μαΐου την εντολή να κυβερνήσω την Μεγάλη Βρεταννία στην πιο δύσκολη στιγμή του πολέμου. Την κυβέρνησα για πέντε χρόνια και τρεις μήνες». Ακούστε πώς τελειώνει, για να καταλάβετε το θαύμα της λαϊκής κυριαρχίας και το ευγενικό παράπονο ενός πολιτικού: ‘‘Την κυβέρνησα για πέντε χρόνια και τρεις μήνες, έως ότου όλοι οι αντίπαλοί μας υποτάχθηκαν ή ήταν έτοιμοι να υποταχθούν, οπότε ο βρεταννικός λαός, οι βρεταννοί εκλογείς, με απομάκρυναν αμέσως από την εξουσία και από τη δυνατότητα να εξακολουθήσω να τους κυβερνώ’’.
Προσέξτε πώς ο νικητής του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου αποδέχεται, με ένα ευγενικό παράπονο στη διατύπωση, τη λαϊκή εντολή που, παρά την νίκη, έδωσε την πλειοψηφία στον Άττλη, τον διάδοχό του. Και ο Τσώρτσιλ στα απομνημονεύματά του γράφει: ‘‘Ένιωσα εκείνη τη βραδιά που πήρα την εξουσία ότι όλη η προηγούμενη ζωή μου με προόριζε για αυτή την ώρα και δεν αυξήθηκαν καθόλου οι σφυγμοί μου όταν ανέλαβα την πρωθυπουργία σε εκείνη τη δύσκολη ώρα και το βράδυ δεν είδα όνειρα, κοιμήθηκα χωρίς να δω όνειρα, γιατί τα γεγονότα είναι προτιμότερα από τα όνειρα’’.
Σήμερα, όλοι εδώ βλέπουμε γεγονότα προόδου της Ελλάδος, που ως θεμέλιο έχουν τον κοινοβουλευτισμό.
Συγχαρητήρια στο Ίδρυμα για την λαμπρή έκθεση».