του Ματθαίου Ανδρεάδη
δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα "Πολίτης" στις 14/3/2008, τ. 248, σ.2
(* Στη φωτο. λεωφορείο της γραμμής Κορίνθου - Δερβενίου, που μέσω της Παλαιάς Εθνικής Οδού έκαναν τη διαδρομή Κιάτου - Αθήνας σε 4 ώρες και τη διαδρομή Κορίνθου-Δερβενίου σε μιάμιση ώρα)
Στις αρχές του 20ου αιώνα, διεπίστωνε το δημοτικό συμβούλιο Κορινθίων, η συγκοινωνία των χωριών του δήμου μεταξύ τους και με την πόλη, δεν βρισκόταν σε καλή κατάσταση, αφού δεν υπήρχαν χαραγμένοι δημοτικοί δρόμοι.
Ο δήμος είχε 35 χωριά, αλλ΄οι υπάρχοντες δρόμοι τον χειμώνα γίνονταν
αδιάβατοι, εξαιτίας της οικτρής τους καταστάσεως. Η συγκοινωνία μεταξύ των χωριών σταματούσε εντελώς. Ωστόσο, μετά οκτώ χρόνια, τα πράγματα, είχαν, σχετικά, βελτιωθεί.
Τους πρώτους μήνες του 1908 αναγγέλθηκε στην Κόρινθο, οτι «ο επιχειρηματίας Ανδρέας Κωνσταντόπουλος, γαμπρός επι θυγατρί του Κίμωνος Ρουφογάλη, του επι δωδεκαετίαν διατελέσαντος δημάρχου Κορίνθου, εκόμισεν ενταύθα εξ Ευρώπης ένα τελειότατον αυτοκίνητον κλειστόν με δέκα θέσεις προς εξυπηρέτησιν της συγκοινωνίας Κορίνθου-Βόχας τον χειμώνα και Κορίνθου-Λουτρακίου το θέρος.
Μη δε φεισθείς δαπανών μετεκάλεσεν, εκ Παρισίων, επί μηνιαία αμοιβή και σωφέρ». (Που όμως, λίγο μετά, «οδηγών εις την πόλιν παρέσυρεν ογδοηκονταετή γέροντα, θραύσας ένα βραχίονά του»).
Οι Κορίνθιοι περίμεναν, οτι «οι συμπολίται των αμαξηλάται» (σημ.που ανέρχονταν σε 127, κατά την τελευταία απογραφή) «δεν θέλουσι παρακωλύση την λειτουργίαν του αυτοκινήτου τούτου μεθ΄ όλην την παρατηρηθείσαν κατ΄αυτάς ποιάν τινα παρά τοις κύκλοις αυτών εξέγερσιν».
Η οποία εξέγερση αφορούσε, βέβαια, στο αυτοκίνητο, ξαφνικό πανελλήνιο ανταγωνιστή τους, αλλά και στο σιδηρόδρομο, τοπικά.
Συγκεκριμένα, οι αμαξηλάτες και καρραγωγείς, που είχαν ιδρύσει πανελλήνια ένωση, με έδρα την Αθήνα, έτρεχαν απο υπουργείο σε υπουργείο, ζητώντας, με ψήφισμά τους, τον αποκλεισμό της συστάσεως «εταιρείας προς προμήθειαν αυτοκινήτων», αλλά και την προστασία τους απ΄τους ΣΠΑΠ, γιατί παραβλάπτονταν τα συμφέροντά τους.
Κατέφυγαν και στον πρωθυπουργό Γ.Θεοτόκη ο οποίος, αφού άκουσε τα παράπονά τους, απάντησε οτι «αν και εντελώς αναρμόδιος να επέμβη εις ιδιωτικάς υποθέσεις» (εννονώντας τον ανταγωνισμό στον ιδιωτικό τομέα), «θα κατέβαλε προσπαθείας τινάς».
Πήγαν και στ΄ανάκτορα. Απ΄την άλλη, οι αμαξηλάτες Λουτρακίου, μέχρι την ημέρα, που θα έφτανε το τραίνο στον τόπο τους, είχαν το δικαίωμα μεταφοράς από και προς τη λουτρόπολη των επισκεπτών, που οι ΣΠΑΠ έπαιρναν κι΄ έφερναν στον Ισθμό.
Όμως, σ΄ένα διαγωνισμό οι σιδηρόδρομοι ανέθεσαν, εργολαβικώς, τη μεταφορά των επιβατών στον Αθηναίο Παν.Νικολόπουλο, αν και το τιμολόγιο, που αυτοί είχαν υποβάλει ήταν πιο συμφέρον απ΄το αντίστοιχο του εργολάβου, προς ζημία των προσερχομένων και λουομένων.
Πέραν αυτών, ο εργολάβος αντί να προσλάβει ντόπιους αμαξηλάτες στην υπηρεσία αυτή, όπως γινόταν πάντοτε, προσέλαβε ξένους προς μεγάλη ζημία αυτών και των πελατών τους.
Και διαμαρτύρονταν οι αμαξηλάτες Λουτρακίου, ζητώντας την υποστήριξη των απαιτήσεών τους, διαφορετικά απειλούσαν συλλαλητήριο, με τη συμπαράσταση όλων των συμπολιτών τους, γιατί το ζήτημα έλαβε «πατριωτικόν χαρακτήρα».
Εξάλλου, το θέμα της επεκτάσεως των ΣΠΑΠ στο Λουτράκι, δηλαδή η επέκταση της σιδηροδρομικής γραμμής απ΄τη γέφυρα Ισθμού στην λουτρόπολη, έργο ολιγοδάπανο, ήταν απο καιρό πάγιο αίτημα των Λουτρακιωτών.
Οι οποίοι και πρόσθεταν:΄Ολες οι μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, που έχουν προάστεια «κατά το μάλλον ή ήττον τερπνά, κατά τη θερινήν περίοδον είναι συνδεδεμένα προς αυτά σιδηροδρομικώς ή δια τροχιοδρόμου, αι δε πλείσται δια πυκνοτάτων δικτύων ηλεκτρικού σιδηροδρόμου».
Απορούσαν, λοιπόν, γιατί οι ΣΠΑΠ παραμελούσαν ένα τέτοιο έργο και καθιστούσαν το Λουτράκι, στο οποίο οι ξένοι μετέβαιναν προς «ψυχαγωγίαν διά τινας ημέρας, απρόσιτον χωρίον».
Αλλά και η πόλη της Κορίνθου, αντίστοιχα, είχε το δικό της πρόβλημα: Ο δρόμος με το Λουτράκι, κάθε άνοιξη και καλοκαίρι, «ένεκα της σκόνης, ευρίσκετο εις αθλιεστάτην κατάστασιν».
Γι΄αυτό ο δήμος το 1908 διενέργησε δημοπρασία για το κατάβρεγμα του δρόμου αυτού. Και η δημοπρασία κατακυρώθηκε στον μειοδότη με 55% «επι έλαττον του προϋπολογισθέντος».
Έτσι, όλοι περίμεναν ν΄ αρχίσει, μετ΄από λίγο, του δρόμου αυτού το κατάβρεγμα.
Από