Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Οι καθηγητές, η παλιά καραβάνα και η «Αιγαιάτισσα»

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
 
Τα περισσότερα μέλη της ελληνικής επιτροπής που θα αναλάβει, από κοινού με την σκοπιανή να εφαρμόσει την Συμφωνία των Πρεσπών ως προς τα ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα, μετείχαν στην ημερίδα που είχε διοργανώσει στο υπουργείο των Εξωτερικών ο κ. Κοτζιάς και έβρισκαν την συμφωνία θετική.
Τα περισσότερα – για να μην πω όλα – μέλη της σκοπιανής επιτροπής έχουν υπηρετήσει τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων από διάφορες θέσεις, αλλά και τις απόψεις περί ύπαρξης «μακεδονικής» μειονότητας στην Ελλάδα.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: 

Στις 10 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε από το υπουργείο των Εξωτερικών ότι συγκροτήθηκε η 7μελής Μεικτή Διεπιστημονική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων (ΜΔΕΕ) Ελλάδος – πΓΔΜ για ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα, σύμφωνα με το Άρθρο 8 (παράγραφος 5) της Συμφωνίας των Πρεσπών, με πρόεδρο των υφυπουργό Εξωτερικών Μάρκο Μπόλαρη.
Ακολούθησε ερώτησή μου και αίτηση κατάθεσης εγγράφων, με την οποία ζητούσα να πληροφορηθώ τα ονόματα και τα βιογραφικά των υπολοίπων μελών της Επιτροπής, καθώς και εκείνα των μελών της αντίστοιχης σκοπιανής επιτροπής.
Στις 9 Οκτωβρίου, έλαβα την απάντηση του υπουργείου των Εξωτερικών. Σύμφωνα με αυτή, το ελληνικό τμήμα της επιτροπής απαρτίζεται από τους:
1. Μάρκο Μπόλαρη, Yφυπουργό Εξωτερικών, ως Πρόεδρο του Ελληνικού Τμήματος της Επιτροπής.
2. Σπυρίδωνα Σφέτα, Kαθηγητή Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
3. Νικόλαο Ζάικο, Aναπληρωτή Kαθηγητή Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
4. Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, Aναπληρώτρια Kαθηγήτρια Τμήματος Ρωσικής Γλώσσας και Φιλολογίας και Σλαβικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
5. Ιάκωβο Μιχαηλίδη, Aναπληρωτή Kαθηγητή Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
6. Ευθύμιο Χαρλαύτη, Σύμβουλο Πρεσβείας Α΄, Α3 Διεύθυνση Χωρών Νοτιοανατολικής Ευρώπης του Υπουργείου Εξωτερικών.
7. Αθανάσιο Λούπα, Yποψήφιο Διδάκτορα Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Όσον αφορά στα Σκόπια, τα μέλη της δικής τους Επιτροπής είναι οι:
1. Ambassador Victor Gaber, Head
2. Professor Dalibor Jovanovski, PhD, Member
3. Professor Nikos Chausidis, PhD, Member
4. Professor LjudmilSpasov, PhD, Member
5. Assistant Professor Ana Chupeska-Stanishkovska, PhD, Member
6. Professor FahriRamadani, PhD Member
7. Professor Kica Kolbe, PhD, Member.

Ποιους διόρισαν οι Σκοπιανοί
Επικεφαλής της σκοπιανής επιτροπής είναι ένας διπλωμάτης, ο Βίκτορ Γκάμπερ, πολιτικός επιστήμονας, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, που έχει υπηρετήσει, μεταξύ άλλων, και ως πρέσβης των Σκοπίων στην Αυστραλία (χώρα όπου το σκοπιανό λόμπι υπήρξε πάντα δυναμικό, το ίδιο και ο σκοπιανός αλυτρωτισμός και όπου ο κ. Γκάμπερ υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριος συμμετέχοντας σε εκδηλώσεις για την διατήρηση της «μακεδονικής» γλώσσας).
Ο κ. Γκάμπερ υπήρξε μέλος της πρώτης σκοπιανής διαπραγματευτικής ομάδας (τότε που διαπραγματευτής εκ μέρους του ΟΗΕ ήταν ο Σάιρους Βανς, το 1993 δηλαδή). Παλιά καραβάνα, δηλαδή! Επίσης, συμμετείχε το 2015 στην ομάδα του Ζάεφ όταν στις Βρυξέλλες πραγματοποιήθηκαν συνομιλίες υπό την αιγίδα της ΕΕ, προκειμένου να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ του VMRO και του SDSM (του κόμματος του Ζάεφ).
Και το σημαντικότερο: Το βιβλίο του «Το όνομα της Μακεδονίας – Ιστορικά, Νομικά και Πολιτικά ζητήματα» έχει βραβευθεί (το 2010) με το κρατικό βραβείο δημοσιογραφίας, ενώ Βίκτορ Γκάμπερ είναι και το όνομα του συγγραφέα του βιβλίου «Αναγνώριση και Άρνηση: Η Ελλάδα και οι Μακεδόνες μετά τις Βερσαλλίες», όπου αναλύεται το… στάτους της… «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Συνθήκη των Βερσαλλιών!
Ο καθηγητής Ντάλιμπορ Γιοβανόφσκι, επίσης μέλος του σκοπιανού τμήματος της επιτροπής, είναι μεταξύ άλλων, μέλος του συντακτικού συμβουλίου του περιοδικού «Istorija» της γείτονος (καταλαβαίνετε τι γράφει όλα αυτά τα χρόνια το συγκεκριμένο περιοδικό) και επικεφαλής της Σχολής Ιστορικών Μαθημάτων της Φιλοσοφικής Σχολής των Σκοπίων (επίσης καταλαβαίνετε τι διδάσκουν εκεί).
Ο Νίκος Τσαουσίδης πάλι, γεννημένος στην Τασκένδη το 1959, επίσης μέλος της σκοπιανής επιτροπής, με διδακτορικό στην αρχαιολογία, υπήρξε, μεταξύ άλλων, και ο παραγωγός ενός cd για τις… «μακεδονικές αρχαιότητες»!
Ο καθηγητής Λουντμίλ Σπάσοφ, μέλος της επιτροπής, διδάσκει «σύγχρονη μακεδονική γλώσσα», φωνολογία της «μακεδονικής» γλώσσας, ιστορία της γλώσσας, κοινωνιογλωσσική έρευνα στο «Μακεδονικό», ιστορικά θέματα από τη «μακεδονική» γλώσσα και άλλα σχετικά.
Η καθηγήτρια Άνα Τσούπεσκα – Στανίσκοφσκα, μέλος της σκοπιανής επιτροπής, είναι καθηγήτρια πολιτικών επιστημών.
Ο καθηγητής Φαχρί Ραμαντάνι, επίσης μέλος της σκοπιανής επιτροπής, διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Τέτοβο.
Τέλος, μέλος της επιτροπής, είναι και η καθηγήτρια Κίκα Κόλμπε, η οποία το 1999 έγραψε το βιβλίο «Αιγαιάτες», όπου αναφέρεται στο «θέμα της εξορίας της οικογένειάς της στα Βαλκάνια». Καταλάβατε πιστεύω – αρκεί να σκεφθείτε πως οι Σκοπιανοί ονειρεύονται την «Μακεδονία του Αιγαίου», διακηρύσσουν τον αλυτρωτισμό τους, υποστηρίζοντας ότι το "αιγαιατικό τμήμα της Μακεδόνιας", τελεί υπό... ελληνική κατοχή και τον Αύγουστο του 2008 η Βουλή της ΠΓΔΜ ενέκρινε ομόφωνα ψήφισμα για «τους πρόσφυγες από τις πολεμικές συρράξεις στην Ελλάδα, στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου Πολέμου 1941-1949». Το ψήφισμα προβλέπει, η κυβέρνηση να παράσχει νομική υποστήριξη στους αποκαλούμενους «Αιγαιάτες- Μακεδόνες» για «την επιστροφή των απαλλοτριωμένων περιουσιών τους στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου στην Ελλάδα» καθώς και να ενημερώνει, κάθε έξι μήνες, τη Βουλή για την εξέλιξη της κατάστασης.

Ποιους διόρισε η Αθήνα
Αυτά για… ορντέβρ! Με την σημείωση ότι επικεφαλής στην αντίστοιχη ελληνική επιτροπή θα είναι ο κ. Μπόλαρης, πάμε να δούμε τι γίνεται και στην ελληνική επιτροπή.
Εδώ θα διαπιστώσουμε ότι από τα υπόλοιπα έξι μέλη (εξαιρουμένου του Μπόλαρη) τα τρία είναι καθηγητές οι οποίοι έλαβαν μέρος στην Επιστημονική Ημερίδα «Συμφωνία των Πρεσπών: Νομικά Ζητήματα», που οργανώθηκε στο υπουργείο των Εξωτερικών, παρουσία του κ. Κοτζιά, στις 19 Ιουλίου 2018. Ένα τέταρτο μέλος είναι υποψήφιος διδάκτωρ την εργασία του οποίου επιβλέπει ο ένας από τους τρεις καθηγητές.
Όλως τυχαίως, όλοι τους είχαν εκφραστεί θετικά για την Συμφωνία των Πρεσπών – σε αντίθεση με τους καθηγητές Άγγελο Συρίγο, Ευάνθη Χατζηβασιλείου και Μίλτο Σαρηγιαννίδη, οι οποίοι επίσης μετείχαν στην ημερίδα, αλλά δεν τους έγινε πρόταση να λάβουν μέρος στην επιτροπή και οι οποίοι είχαν εκφράσει σοβαρούς προβληματισμούς και διαφωνίες όσον αφορά στη Συμφωνία των Πρεσπών.

Οι απόψεις τους
Άνευ σχολίων, παραθέτω αποσπάσματα από όσα ελέχθησαν σ’ εκείνη την ημερίδα:
-Σπυρίδων Σφέτας, Καθηγητής Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μέλος της επιτροπής, που ανέπτυξε το ιστορικό υπόβαθρο πίσω από τη «μακεδονική ταυτότητα» και τη «μακεδονική γλώσσα» από τον 9ο αιώνα έως σήμερα:
«Η συμφωνία για εμένα, που παρακολουθώ το θέμα επί 27 χρόνια, είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να επιτευχθεί και τα θετικά της είναι περισσότερα από τα αρνητικά. Η παρουσία μας εδώ δεν έχει κομματικό χαρακτήρα. Στα εθνικά θέματα είμαστε "υπεράνω". Ο πληθυσμός χρησιμοποιεί την τοπική ταυτότητα "Μακεδών" για να απαλλαγεί από τον Σερβοβουλγαρικό ανταγωνισμό, αλλά μετά το 1944 υπάρχει μια νέα γενιά που δεν έχει βιώσει αυτό τον ανταγωνισμό. Η συμφωνία είναι ισορροπημένη. Οριοθετούνται τα ζητήματα ταυτότητας και δεν υπάρχουν εθνικοί κίνδυνοι». Μάλιστα, αναφέρθηκε και στο πώς γεννήθηκε το «Μακεδονικό», υπενθυμίζοντας ότι στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχαν οικογένειες όπου ο ένας γιος είχε επιστρατευθεί από τον στρατό των Σέρβων, που είχαν καταλάβει τμήμα της Μακεδονίας μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, και ο άλλος από τον στρατό των Βουλγάρων. «Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε και τον Στρατή Μυριβήλη που έγραψε ότι «δεν θέλουν να ‘ναι μήτε 'Μπουλγκάρ', μήτε 'Σρρπ', μήτε 'Γκρρτς'. Μονάχα 'Μακεντόν Ορτοντόξ' - ένα κείμενο που το αφαιρέσαμε από τα βιβλία μας»…
Σημειώστε ότι σε άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» (27 Σεπτεμβρίου), τάσσεται ενθέρμως υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών» και επιχειρηματολογεί χαρακτηριστικά:
«Προβάλλεται από ελληνικής πλευράς η ένσταση στη συμφωνία ότι μια σύνθετη ονομασία που θα επέλεγε η άλλη πλευρά από το πακέτο Νίμιτς θα συμπαρέσυρε υποχρεωτικά και την ταυτότητα και την υπηκοότητα και τη γλώσσα. Σαθρό επιχείρημα, αδολεσχία όψιμων φιλοπάτριδων. Πώς ονομάζονται οι κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου (Ηνωμενοβασιλιώτες;), των Ηνωμένων Πολιτειών (Ηνωμενοπολιτειοαμερικανοί;) ή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (Λαϊκοδημοκρατοκινέζοι;);»
-Νικόλαος Ζάικος, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
«Η συμφωνία δεν αναγνωρίζει "έθνος". Η ύπαρξη ή η ανυπαρξία κάποιου έθνους, είναι ανεξάρτητη από την αναγνώριση των επιμέρους κρατών. H γλώσσα αναγνωρίζεται από τη νομοθεσία κάθε κράτους. Στο εξωτερικό αντιλαμβάνονται πλέον ότι η Μακεδονία και η ΠΓΔΜ είναι δυο τελείως διαφορετικά πράγματα. Οι προηγηθείσες μονομερείς αναγνωρίσεις του Συνταγματικού ονόματος, θα ανήκουν στην ιστορία». Είπε επίσης ότι «ακούγονται φοβερές ανακρίβειες για την κύρωση ή για τη χρήση στον χώρο του εμπορίου. Οι ανακρίβειες οφείλονται είτε σε τεράστια άγνοια των ισχυόντων είτε σε κομματικές και πολιτικές σκοπιμότητες είτε επειδή θεωρούν ότι η χρήση του όρου αυτού δεν επιτρέπεται από κανένα εκτός Ελλάδος».
-Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης:
«Η «Συμφωνία των Πρεσπών» απαντά κατά βάση θετικά στο ερώτημα «αν θέλουμε να υπάρχει το κράτος της ΠΓΔΜ». Ο κ. Μιχαηλίδης υποστήριξε ότι το μακεδονικό ξεκίνησε ως γεωπολιτικό ζήτημα αλλά μετά το 1991, οπότε και διαλύθηκε η ενιαία Γιουγκοσλαβία, εξελίχθηκε σε σύγκρουση ταυτοτήτων. «Όχι ανάμεσα σε Σλαβομακεδόνες και Βουλγάρους όπως υπήρχε έως τότε, αλλά σε ανάμεσα στην ΠΓΔΜ και την Ελλάδα», είπε. Εξέφρασε την ελπίδα ότι η συμφωνία των Πρεσπών «θα κλείσει το κεφάλαιο αυτής της διαφιλονικίας γύρω από το όνομα και τα παραγόμενα από αυτό. Το πιο πιθανό όμως είναι δεν θα βάλει οριστικά τελεία σε ένα ζήτημα που διαμορφώνει τις ισορροπίες στη νότια Βαλκανική για σχεδόν 150 χρόνια. Θα μας απασχολεί και στο μέλλον με άλλη μορφή. Ως ισχυρή Δημοκρατία θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι γι' αυτό με γνώμονα το πατριωτικό καθήκον, την πίστη στις αρχές της καλής γειτονίας και στις αξίες της κοινωνίας των πολιτών».
Συνεχίζοντας ο κ. Μιχαηλίδης αναφέρθηκε στον κίνδυνο του λαϊκισμού για τον οποίο είπε, ότι «απειλεί να σαρώσει τις κατακτήσεις της ευνομούμενης κοινωνίας των πολιτών. Σε τέτοιες περιπτώσεις αυτοί που πρώτοι πληρώνουν το τίμημα είναι τα αδύναμα κράτη. Ελπίζουμε να μη συμβεί στη δική μας περίπτωση, αφού σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο το κόστος θα είναι βαρύ για όλους», επισήμανε και εκτίμησε πως τους «επόμενους μήνες και χρόνια θα κορυφωθούν οι αντιδράσεις και στις δυο χώρες. Στην Ελλάδα θα έχει κυρίως λαϊκιστικά χαρακτηριστικά με τη δράση ατόμων και φορέων που αντιτίθενται στη συμφωνία και θα προσπαθήσουν να την ακυρώσουν ή να την εκμεταλλευτούν. Θα πρέπει όλοι να συμβάλουμε να αποφευχθεί ένας νέος εθνικός διχασμός με άξονα ένα εθνικό ζήτημα. Εξέφρασε φόβους ότι στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία η αντίδραση μπορεί να λάβει ακραίες εκφράσεις δεδομένου ότι ο επαναστατικός ακτιβισμός στην περιοχή, συχνά λάμβανε την μορφή της τρομοκρατικής δράσης».
Όσον αφορά στην κ. Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, επίσης μέλος της Επιτροπής, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Τμήματος Ρωσικής Γλώσσας και Φιλολογίας και Σλαβικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, από το βιογραφικό της προκύπτει πως έχει γράψει σειρά άρθρων για τα σλαβικά ιδιώματα στην Ελλάδα, τις σλαβικές διαλέκτους στη Μακεδονία, για τη «γλωσσική ετερότητα στην Ελλάδα», για τον γλωσσικό αυτοπροσδιορισμό, για τον «νέο ελληνικό εθνικισμό».
Ο σύμβουλος πρεσβείας Α’  κ. Χαρλαύτης υπηρετεί στην Α3 Διεύθυνση Χωρών Νοτιοανατολικής Ευρώπης και στο Γραφείο Συνδέσμου Ελλάδας στα Σκόπια από το 2013 ως το 2017, αλλά δεν προκύπτει πως έχει ειδική γνώση στα θέματα που θα μελετήσει η επιτροπή – οπότε μάλλον θα παρακολουθεί τις εργασίες της εκ μέρους του κ. Κοτζιά.
Τέλος, ο κ. Αθανάσιος Λούπας, είναι Yποψήφιος Διδάκτωρ Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, υπό την επίβλεψη του κ. Σφέτα – οπότε δεν γίνεται αντιληπτός ο λόγος της συμμετοχής του.
Οι «άλλοι» τη Ημερίδας
Στην ημερίδα του υπουργείου των Εξωτερικών τον περασμένο Ιούλιο, έλαβαν μέρος και… άλλοι – οι οποίοι δεν κλήθηκαν να μετέχουν στην ελληνική επιτροπή:
-Ο καθηγητής Ευάνθης Χατζηβασιλείου είπε μεταξύ άλλων:
«Επιδιώκαμε την αλλαγή του ονόματος του κράτους, όχι από κάποιο καπρίτσιο, αλλά ακριβώς επειδή, βάσει της παγκόσμιας πρακτικής, αυτό θα συμπαρέσυρε σε αλλαγή και το όνομα του λαού του, θέτοντας τέλος στις απόπειρες μονοπώλησης της ευρύτερης περιοχής. Αλλά, περιέργως, αυτό με τη συμφωνία των Πρεσπών δεν γίνεται. Δεν πρόκειται μόνον για το γνωστό ζήτημα της nationality/citizenship η οποία ορίζεται ως Macedonian/citizen of the Republic of North Macedonia. Πολύ περισσότερο, δεν υπάρχει στη συμφωνία των Πρεσπών αναφορά στον λαό του κράτους αυτού ως «βορειομακεδονικό». Μάλιστα, το άρθρο 7 λέγει ακριβώς το αντίθετο: ότι οι πολίτες του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τον όρο «Μακεδόνες» σκέτο. Επιπλέον, ενώ, κατ’ ελληνική απαίτηση, αλλάζει η ορολογία του Συντάγματος της ΠΓΔΜ όπου αναφέρεται το κράτος «Μακεδονία», δεν αλλάζει αντίστοιχα η ορολογία για τον λαό του κράτους αυτού: δεν προβλέπεται η αλλαγή των φράσεων του Συντάγματος περί του «μακεδονικού» λαού σε «βορειομακεδονικό» λαό. Αυτό, εξ άλλου, συνδυάζεται και με τις προβλέψεις της συμφωνίας για την «μακεδονική γλώσσα». Τέλος, επειδή λέγεται από διάφορες πλευρές ότι η συμφωνία δεν αφορά την εθνικότητα αλλά μόνον την ιθαγένεια, ας παρατεθεί ένα τμήμα της, και συγκεκριμένα το άρθρο 7, παράγραφος 3:
When reference is made to the Second Party [δηλαδή την ΠΓΔΜ], these terms denote its territory, language, people and their attributes, with their own history, culture, and heritage […]
Το ερώτημα εδώ (και αφορά πρωτίστως τους νομικούς που είναι κατ’ εξοχήν αρμόδιοι) είναι απλό: αυτό το παράθεμα είναι ορισμός της «ιθαγένειας»; Ή μήπως ένας κλασικός ορισμός της εθνικότητας; Και αν δεν είναι αυτό εθνικότητα, τότε τι είναι;».
Επίσης, έθεσε στο τραπέζι και τους μελλοντικούς κινδύνους για δημιουργία «μακεδονικής μειονότητας»:
«Είναι σαφές ότι με τη συμφωνία των Πρεσπών απαγορεύεται αποτελεσματικά – πράγματι, απαγορεύεται αποτελεσματικά – στα Σκόπια να θέσουν θέμα δικής τους μειονότητας στην Ελλάδα. Αξίζει όμως να εξεταστεί εάν η συμφωνία αυτή στην πράξη υποχρεώνει την Ελλάδα να αναγνωρίσει εθνική «μακεδονική» μειονότητα. Ας παρατεθούν δύο σενάρια τέτοιας αναγνώρισης, ένα άμεσης και ένα έμμεσης.
Σενάριο πρώτο: Στα δικαστήρια της Κοζάνης (ή Φλώρινας ή Καστοριάς ή Θεσσαλονίκης κλπ ή των Αθηνών) υποβάλλεται, από Έλληνες πολίτες, αίτημα για σύσταση Συλλόγου της Εθνικής Μακεδονικής Μειονότητας στην Ελλάδα. Το δικαστήριο αντιτάσσει ότι, βάσει του άρθρου 7 της συμφωνίας, η χρήση των όρων Μακεδονία-Μακεδών-μακεδονικός διαφέρει στις δύο χώρες, και η Ελλάδα δεν αποδέχεται τη χρήση των Σκοπίων. Οι αιτούντες ανταπαντούν ότι αυτοί αποδέχονται την άλλη χρήση, των Σκοπίων. Και ότι δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να αναγνωρίζει ένα δικαίωμα σε ένα τρίτο λαό και όχι στον δικό της, δηλαδή σε Έλληνες πολίτες. Θεωρώ ότι τα δικαστήρια θα βρεθούν σε πολύ δύσκολη θέση μπροστά σε ένα τέτοιο αίτημα. Αλλά πάντως, είναι πιθανόν ότι θα το δεχθούν τα ευρωπαϊκά δικαστήρια: γιατί με το άρθρο 7, η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει ως νόμιμη και ως θεμιτή τη χρήση του όρου «μακεδονικός» – σκέτο, και με την έννοια του μη-ελληνικού – από έναν άλλο λαό.
Σενάριο δεύτερο: Στα δικαστήρια της Κοζάνης (ή Φλώρινας ή Καστοριάς ή Θεσσαλονίκης κλπ ή των Αθηνών) υποβάλλεται, από Έλληνες πολίτες, αίτημα για σύσταση Εταιρείας Μελέτης της Εθνικής Μακεδονικής Γλώσσας. Αυτής δηλαδή της γλώσσας που η Ελλάδα υπέγραψε, στη συμφωνία των Πρεσπών, ότι αναγνωρίζει (με αυτό το όνομα) και μάλιστα αποδέχτηκε (ανακριβώς) ότι την έχει αναγνωρίσει από το 1977. Και εδώ κατ’ εξοχήν αρμόδιοι είναι οι νομικοί, ωστόσο η συμφωνία των Πρεσπών μάλλον υποχρεώνει τα ελληνικά δικαστήρια να αποδεχθούν το αίτημα.
Και στις δύο αυτές περιπτώσεις – στην πρώτη άμεσα, στη δεύτερη έμμεσα – επέρχεται αναγνώριση εθνικής «μακεδονικής» μειονότητας – δηλαδή αυτό που η Ελλάδα προσπαθούσε να αποφύγει από το 1944 – χωρίς να εμπλακούν τα Σκόπια (καθώς εμπλέκονται αποκλειστικά και μόνον Έλληνες πολίτες), και επομένως χωρίς να παραβιαστεί η συμφωνία των Πρεσπών.
Ας μου επιτραπεί να προλάβω τη σχετική αντίρρηση, παρατηρώντας ότι δεν έχει σημασία πόσα θα είναι τα μέλη αυτής της εθνικής «μακεδονικής» μειονότητας. Ας είναι 5.000, 1.000, ή και 100 άτομα. Από τη στιγμή που το ελληνικό κράτος αναγνωρίσει μακεδονική (σκέτο) μειονότητα, θα έχει πλήξει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού των τριών εκατομμυρίων Ελλήνων Μακεδόνων πολιτών του. Οι οποίοι πρέπει να έχουν και αυτοί το δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζονται ως Έλληνες και ως Μακεδόνες, όπως άλλοι μπορούν να αυτοπροσδιορίζονται ως Έλληνες και Κρητικοί, Έλληνες και Πελοποννήσιοι, ή Έλληνες και Θρακιώτες – παρά το γεγονός ότι υπάρχει και τουρκική και βουλγαρική Θράκη».
Αυτά, μάλλον δεν άρεσαν!
-Ο καθηγητής Άγγελος Συρίγος: Στην ομιλία του ανέφερε πως «με τη Συμφωνία των Πρεσπών δυστυχώς αφήσαμε την ιδέα του «μακεδονικού έθνους» ζωντανή». Περιέγραψε σειρά υποχωρήσεων που έκανε η Ελλάδα και είπε ότι ο όρος nationality μεταφράζεται και ως εθνικότητα, «άρα τους δώσαμε το δικαίωμα να ονομάζονται Μακεδόνες», υποστηρίζοντας πως θα έπρεπε να επιμείνουμε στον όρο citizenship και όχι nationality. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της γλώσσας, ισχυρίστηκε ότι θα έπρεπε να επιμείνουμε στον όρο Σλαβομακεδονική ή στον όρο Makedonski.
Ιδού μερικές αποστροφές του:
«Αφού με τη συμφωνία των Πρεσπών καταλήξαμε ότι η χώρα ονομάζεται «Βόρεια Μακεδονία», θα ήταν αυτονόητο ο συγκεκριμένος όρος να παρασύρει οτιδήποτε σχετίζεται με το κράτος. Εδώ κανονικά θα έπρεπε να εφαρμοσθεί το άρθρο 1.3 Ζ της Συμφωνίας που ορίζει ότι:
«ο επιθετικός προσδιορισμός για το Κράτος, τα επίσημα όργανά του και τις άλλες δημόσιες οντότητες θα ευθυγραμμίζεται με το επίσημο όνομα … Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας ή της Βόρειας Μακεδονίας».
Εφ’ όσον η χώρα λέγεται «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», ο αυτονόητος επιθετικός προσδιορισμός θα είναι «βορειομακεδόνες» «βορειομακεδονικός» κ.λ.π. Στην υδρόγειο υπάρχουν πέντε χώρες με γεωγραφικές ονομασίες. Πρόκειται για τη Νότια Αφρική, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία το Νότιο Σουδάν, το Ανατολικό Τιμόρ και την Ισημερινή Γουινέα. Σε όλες αυτές τις χώρες η ονομασία του κράτους συμπαρασύρει και τους επιθετικούς προσδιορισμούς που το αφορούν. Εμείς όμως, καταλήγουμε σε μία σύμφωνία που -κατ’ εξαίρεση προς όλα όσα συμβαίνουν στον υπόλοιπο κόσμο- ορίζει ότι οι κάτοικοι της χώρας θα αποκαλούνται «Μακεδόνες / πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας» και η γλώσσα τους “μακεδονική”».
«Στη συμφωνία των Πρεσπών, υποτίθεται ότι δεν μπήκαμε στη λογική να προσδιορίζουμε εθνοτικά χαρακτηριστικά. Αποδεχτήκαμε όμως να χαρακτηρίσουμε το κατ’ εξοχήν εθνοτικό χαρακτηριστικό μίας εθνοτικής ομάδας, τη γλώσσα του, προσδιορίζοντάς την ως «μακεδονική».
Αφού μπήκαμε στη λογική να ονοματίζουμε γλώσσες, το πιο λογικό θα ήταν να το ονομάζαμε τη γλώσσα σλαβομακεδονική. Ας δεχθούμε όμως ότι οι Σλαβομακεδόνες δεν το δέχονταν παρ’ ότι αναφέρεται περιγραφικά στο άρθρο 7: μακεδονική γλώσσα που ανήκει στην ομάδα των νοτίων σλαβικών γλωσσών.
Το ερώτημα είναι γιατί δεν ονομάσαμε τη γλώσσα Mακεντόνσκι; Στα σλάβικα η γλώσσα λέγεται “makedonski jazik”. Στη Νότια Αφρική, υπάρχει η γλώσσα των Μπόερς που λέγεται αφρικάανς. Ουδέποτε τα αφρικάανς μεταφράσθηκαν ως αφρικανικά. Ως ελάχιστο σημείο, θα αναμενόταν να αποκαλούσαμε τη γλώσσα «μακεντόνσκι». Δυστυχώς, αυτή η επιλογή έρχεται και προστίθεται στην προηγούμενη επιλογή του ονόματος των κατοίκων της χώρας. Ουσιαστικά επισημοποιεί ότι ο επιθετικός προσδιορισμός για τη Βόρεια Μακεδονία μπορεί να είναι εξ ίσου «μακεδονικός» αλλά και “βορειομακεδονικός”».
«Ένα κράτος μπορεί να δώσει το όνομα που επιθυμεί στην ιθαγένεια/υπηκοότητα των πολιτών του. Μπορεί να τους ονομάσει Βέλγους ή Νοτιοαφρικανούς. Δεν μπορεί όμως να προσδιορίσει την εθνοτική τους ταυτότητα. Αυτό αποτελεί δικαίωμα ατομικού αυτοπροσδιορισμού. Δεν μπορεί δηλαδή να απαγορεύει ένα κράτος σε κάποιον από τους  από τους πολίτες του να αυτοπροσδιορισθεί ατομικά ως Έλληνας, Τούρκος, Πομάκος, Φλαμανδός ή Βαλλώνος. Δυστυχώς, όμως, με τη Συμφωνία των Πρεσπών εμμέσως αποδεχθήκαμε και την ύπαρξη εθνοτικής μακεδονικής ταυτότητας».
«Στη συμφωνία δεν αναφέρεται οτιδήποτε για τροποποίηση των άρθρων 36, 56 και 78 που αναφέρονται στον «μακεδονικό λαό», δηλαδή στους εθνοτικά «Μακεδόνες». Αφ’ ης στιγμής συμφωνούμε για την αλλαγή μερικών άρθρων του Συντάγματος θεωρώντας ότι είναι προβληματικά, ενώ δεν εκφράζουμε αντίρρηση για κάποια άλλα άρθρα, σημαίνει ότι εμμέσως αποδεχόμαστε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα με αυτά. Εμμέσως δηλαδή αποδεχόμαστε και τον εθνοτικό προσδιορισμό του όρου Μακεδόνες που αφορά αποκλειστικώς στους Σλάβους κατοίκους των Σκοπίων».
Ούτε αυτά άρεσαν – κυρίως στον κ. Κοτζιά που στη διάρκεια της ομιλίας του κ. Συρίγου έκανε παρεμβάσεις, σχολίαζε, διαφωνούσε.
-Ο καθηγητής Μίλτος Σαρηγιαννίδης: «Η συμφωνία ρυθμίζει το ζήτημα της υπηκοότητα και της ιθαγένειας αλλά μέσω αυτού ρυθμίζει και το ζήτημα της εθνικότητας». Είπε ότι εμφανιστήκαμε ως επισπεύδοντες ενώ δεν είμαστε με το επιχείρημα ότι 140 κράτη έχουν αναγνωρίσει την γειτονική χώρα ως Μακεδονία.
«Τα 140 κράτη που την αναγνώρισαν δεν σημαίνει ότι αναγνώρισαν τα ιστορικά χαλκεία που κατασκεύασε ο εθνικισμός της ΠΓΔΜ, ειδικά την περίοδο διακυβέρνησης Γκρουέφσκι» είπε.
Ούτε αυτά άρεσαν!
Και όλα αυτά γιατί πρέπει να εφαρμοστεί το άρθρο 8, παρ. 5 της Συμφωνίας των Πρεσπών, το οποίο προβλέπει τα ακόλουθα:
«Εντός ενός μηνός από τη θέση σε ισχύ της παρούσης Συμφωνίας, τα Μέρη θα συγκροτήσουν με ανταλλαγή διπλωματικών διακοινώσεων, στη βάση της ισότητας, μια Κοινή Διεπιστημονική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων σε ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα, για να εξετάσει την αντικειμενική, επιστημονική ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων βασισμένη σε αυθεντικές, στοιχειοθετημένες και επιστημονικά στέρεες ιστορικές πηγές και αρχαιολογικά ευρήματα.
Οι εργασίες της Επιτροπής θα τελούν υπό την επίβλεψη των υπουργείων Εξωτερικών και Μερών σε συνεργασία με άλλες αρμόδιες εθνικές αρχές. Η Επιτροπή θα εξετάσει και, εφόσον θεωρήσει κατάλληλο, θα αναθεωρήσει οιαδήποτε σχολικά εγχειρίδια και βοηθητικό σχολικό υλικό όπως χάρτες, ιστορικούς άτλαντες, οδηγούς διδασκαλίας που χρησιμοποιούνται σε έκαστο από τα Μέρη, σύμφωνα με τις αρχές και τους σκοπούς της ΟΥΝΕΣΚΟ και του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα θέσει συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα ώστε να διασφαλισθεί ότι σε έκαστο από τα Μέρη κανένα σχολικό εγχειρίδιο ή βοηθητικό σχολικό υλικό σε χρήση τη χρονιά μετά την υπογραφή της παρούσης Συμφωνίας δεν περιέχει αλυτρωτικές/αναθεωρητικές αναφορές. Η Επιτροπή επίσης θα εξετάσει οιασδήποτε νέες εκδόσεις σχολικών εγχειριδίων και βοηθητικού υλικού όπως προβλέπεται σε αυτό το άρθρο. Η Επιτροπή θα συνεδριάζει τακτικά, τουλάχιστον δύο φορές ετησίως, και θα υποβάλει μία ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες και τις συστάσεις της προκειμένου να εγκριθούν από το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, όπως αυτό θα συσταθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 12».
Όλα αυτά, θα τα εξετάσουν, όσον αφορά στα ελληνικά σχολικά βιβλία, οι Σκοπιανοί στους οποίους ήδη αναφέρθηκα. Και το θέμα των «Αιγαιατών Μακεδόνων», που υπάρχει παντού στα σχολικά βιβλία των Σκοπίων, θα το αντιμετωπίσει μια επιτροπή στην οποία μετέχει μια… «Αιγαιάτισσα»!

el,zoni.gr