Τον προβληματισμό και την αγωνία του τεχνικού κόσμου της χώρας για το μέλλον των έργων υποδομής μετά το πέρας του ΕΣΠΑ ανέδειξε στην ομιλία του στο 2ο συνέδριο Υποδομών και Μεταφορών ο Πρόεδρος του Γιώργος Στασινός. Παράλληλα διατύπωσε συγκεκριμένες προτάσεις αφενός για τον σχεδιασμό των έργων της επόμενης δεκαετίας και αφετέρου για τη χρηματοδότησή τους, με τη δημιουργία νέων χρηματοδοτικών εργαλείων.
Πιο συγκεκριμένα ο Πρόεδρος του ΤΕΕ
τόνισε
ότι στη χώρα δεν υφίσταται ενιαίος στρατηγικός σχεδιασμός έργων
υποδομής για το
μέλλον. Αφού στάθηκε στις αναλύσεις διαφόρων φορέων που
εντοπίζουν το
επενδυτικό κενό στη χώρα μας γενικά στο επίπεδο των 100 δις ευρώ
τα επόμενα
χρόνια, σημείωσε ότι η Πολιτεία έχει υιοθετήσει αποσπασματικά
και επιμέρους
κείμενα στρατηγικής (διαχείρισης αποβλήτων, πρόληψης αποβλήτων,
επικίνδυνων αποβλήτων,
εναλλακτικών καυσίμων, σιδηροδρόμων, οδικών μεταφορών, logistics, σχέδια διαχείρισης
λεκανών απορροής ποταμών, κινδύνων πλημμύρας και άλλα) τα οποία
όμως ούτε
συνεκτικά είναι μεταξύ τους ούτε περιλαμβάνουν σοβαρή μελέτη των
αναγκαίων
έργων για την υλοποίησή τους.
Σύμφωνα με το Γιώργο Στασινό, αποτελεί
άμεση ανάγκη η υιοθέτηση μιας
Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής. Για το ΤΕΕ αυτή η στρατηγική
θα έπρεπε να
προκύψει από διεπιστημονική ομάδα υψηλού προφίλ και κατόπιν να
συζητηθεί σε
κυβερνητικό επίπεδο και όχι με τον τρόπο που το κάνει η
κυβέρνηση (διαπραγμάτευση
Ελλάδας – Θεσμών). Σε κάθε περίπτωση, όπως και αν προκύψει το
Εθνικό
Αναπτυξιακή Σχέδιο, αυτό θα πρέπει αμέσως μετά να αναλυθεί και
να εξειδικευτεί,
ώστε να φέρει αποτελέσματα. Για αυτόν τον λόγο ο Πρόεδρος του
ΤΕΕ πρότεινε να
υπάρξει το Εθνικό Σχέδιο Υποδομών, το οποίο θα ενοποιεί
τουλάχιστον τις προβλέψεις των ξεχωριστών κειμένων στρατηγικής
που υπάρχουν σε
έναν ενιαίο κατάλογο έργων προς ολοκλήρωση τα επόμενα χρόνια. Ο
Γιώργος
Στασινός όμως πρόσθεσε ότι ο σχεδιασμός αυτός για να είναι
ρεαλιστικός δεν
μπορεί να είναι ανεξάρτητος από τη διαθέσιμη και διεκδικούμενη
χρηματοδότηση
και τόνισε την δυνατότητα, μέσα από το Εθνικό Σχέδιο Υποδομών,
να προκύψει
τμηματοποίηση των έργων (πακέτο έργων) για τη δημιουργία
αντίστοιχου
χρηματοδοτικού μηχανισμού για κάθε πακέτο, σε μορφή νέων
υβριδικών
χρηματοδοτήσεων με συνδυασμό δημόσιας, ιδιωτικής και διεθνούς
χρηματοδότησης.
Hellenic Green
Works Initiative: Ένα νέο χρηματοδοτικό
εργαλείο για Πράσινα έργα
Ο
Πρόεδρος του ΤΕΕ
διατύπωσε στο συνέδριο αναλυτική πρόταση για εμπροσθοβαρή
χρήση, πριν τη λήξη
των μνημονίων και των δεσμεύσεων προς τους δανειστές, των
πόρων του Πράσινου
Ταμείου για «πράσινα» έργα. Η πρόταση εμπλέκει την
άμεση προώθηση έργων
περιβαλλοντικού ισοζυγίου για μείωση των επιπτώσεων από την
αυθαίρετη δόμηση
και την ανθρωπογενή δραστηριότητα στις περιοχές με τη μεγαλύτερη
περιβαλλοντική
επιβάρυνση. Αφορά τη δημιουργία ενός ή περισσότερων
χρηματοδοτικών εργαλείων
αφενός με προεξόφληση των ταμειακών ροών του Πράσινου Ταμείου
από τα πρόστιμα
των αυθαιρέτων και αφετέρου τη δημιουργική χρήση των ρευστών
διαθεσίμων του
Πράσινου Ταμείου για παροχή εγγύησης, χωρίς αποδέσμευσή τους από
τις
μνημονιακές υποχρεώσεις και τον συνυπολογισμό τους στους
οικονομικούς δείκτες
της Γενικής Κυβέρνησης.
Πρώτον: όσον αφορά την αξιοποίηση
διαθεσίμων
Για να γίνει αισθητό το οικονομικό
μέγεθος
της πρότασης: μόνο με βάση τα σήμερα διαθέσιμα στοιχεία υπάρχουν
στο Πράσινο
Ταμείο διαθέσιμα 2,7 δις ευρώ, δεσμευμένα λόγω μνημονίου με
νομοθετική ρύθμιση.
Η δέσμευση αυτή εκτείνεται όσο ισχύει Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο
Δημοσιονομικής
Στρατηγικής – ή όσο συμφωνήσει η Κυβέρνηση με τους δανειστές.
«Σίγουρα η πρώτη
περίοδος δέσμευσης τελειώνει τον Αύγουστο του 2018, και ο
Αρμόδιος Υπουργός
έχει δηλώσει ότι διαπραγματεύεται με τους θεσμούς τη χρήση των
χρημάτων αυτών»,
σημείωσε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ. Σύμφωνα με άλλη νομική ερμηνεία,
πρόσθεσε, τα
χρήματα είναι δεσμευμένα μέχρι το 2021, καθώς η κυβέρνηση έχει
ήδη ψηφίσει ΜΠΔΣ
2018-2021. Σε κάθε περίπτωση όμως, από τη στιγμή που τα χρήματα
αυτά παραμένουν
στο ταμείο, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εγγύηση, με
διαθεσιμότητα είτε το
2018, είτε το 2021, είτε με οποιοδήποτε ενδιάμεσο σενάριο
προκύψει από τυχόν
διαπραγμάτευση, ενόψει της συμφωνίας με τους δανειστές για το
πέρας του
τρέχοντος προγράμματος.
Η απόδοση αυτών των χρημάτων, σε άμεση
χρηματοδότηση με απλή εγγύηση από ένας χρηματοδοτικό οργανισμό
για παράδειγμα,
κυμαίνεται ανάλογα του πιστωτικού ιδρύματος που θα κάνει τη
χορήγηση: ένα
δάνειο τέτοιου ύψους με cash collateral
έχει ετήσιο κόστος περίπου 10% στην Ελλάδα
σήμερα, αλλά στη Γερμανία περίπου 2-3%. Αν υπολογιστεί ένα
κόστος
χρηματοδότησης, μαζί με τα διαχειριστικά έξοδα, της τάξης του 5%
(«και είμαι
σίγουρος ότι θα βρεθεί και φθηνότερο», σημείωσε ο Πρόεδορς του
ΤΕΕ) οι πόροι
του Πράσινου Ταμείου μπορούν να δώσουν σχεδόν
2 δις ευρώ άμεσα διαθέσιμα για πράσινα έργα (σε περίπτωση
συμφωνίας για
πέρας της δέσμευσης μέσα στο επόμενο έτος), χωρίς να φύγει
δραχμή από το
δημόσιο ταμείο.
Δεύτερον: όσον αφορά την
προεξόφληση ταμειακών ροών
Παράλληλα, πέρα από τα 2,7 δις ρευστά
διαθέσιμα, το Πράσινο Ταμείο, σύμφωνα με τα στοιχεία των
δηλώσεων του ΤΕΕ έχει
να λαμβάνει ακόμη, μόνο από πρόστιμα αυθαιρέτων μέχρι σήμερα
(που δεν έχει
λήξει καμία προθεσμία του νόμου 4495) ακόμη
1,3 δις τα επόμενα χρόνια. Και αυτά υπολογίζονται με
συγκεκριμένη
χρηματορροή λόγω των δόσεων που έχουν υπολογιστεί.
«Αν σκεφθούμε μία εταιρεία με
αναμενόμενα
έσοδα μέσω τιμολογίων ή συμβάσεων ύψους 1,3 δις τα επόμενα
χρόνια θα μπορούσε
να έχει (με εκχώρηση ή factoring)
το 75-90% αυτού του ποσού σήμερα
διαθέσιμο», σημείωσε ο Γιώργος Στασινός. Ανάλογη λύση, με
καλύτερους όρους
προφανώς και πιο δημιουργική χρήση των πόρων σύμφωνα με τις
βέλτιστες
διαθέσιμες χρηματοοικονομικές τεχνικές άλλων χωρών (όπως τα
πράσινα ομόλογα),
θα μπορούσε να πετύχει και το κράτος, εξασφαλίζοντας άνω του 1
δις.
Επομένως, σημείωσε με έμφαση ο
Πρόεδρος του
ΤΕΕ, «με απλές νομοθετικές κινήσεις και έξυπνες συμφωνίες θα
μπορούσε, μέσα στο
2018, το ελληνικό κράτος να έχει διαθέσιμα άμεσα τουλάχιστον 3
δις ευρώ για έργα υποδομής που αφορούν το
περιβάλλον.»
Ο Πρόεδρος του ΤΕΕ στη συνέχεια
ανέλυσε τις
δυνατότητες ένταξης έργων περιβάλλοντος σε ένα τέτοιο εργαλείο
και τη
δυνατότητα νομοθετικής διεύρυνσης των έργων περιβαλλοντικού
ισοζυγίου.