Αν
δεν επρόκειτο για εθνικό θέμα, τα όρια της γελοιότητας έχει φθάσει η προσπάθεια
των εχθρών που βρίσκονται ανάμεσά μας και καθορίζουν του τιτλους της
ενημέρωσής μας να μας πείσουν ότι η Τουρκία
απειλεί την Ελλάδα. Αφού τέλειωσε ο «πόλεμος» της Ακτοφυλακής επιστράτευσαν συμβούλους
και παρατρεχάμενους της συμμάχου χώρας στα φιλόξενα τηλεοπτικά κανάλια μας και ιστοτόπους για να μας πείσουν ότι το εννοούν. Η
δυστυχής Τουρκία αποτελεί έναν ακρωτηριασμένο "γίγαντα" που θέλησε να τρέξει να προφθάσει
τη νέα εποχή και αδυνατεί να προσαρμοστεί στις εξελίξεις, με ολέθριες για την
ίδια συνέπειες. Τίποτα περισσότερο.
Αυτό
που πρέπει να μας προβληματίσει είναι η ικανότητα του διακρατικού
παρακράτους
να δημιουργεί μία τεχνητή πραγματικότητα και μία ατζέντα όξυνσης μέσα
από μία ελεγχόμενη επικοινωνιακή καταιγίδα. Θα ήταν καλό οι ιθύνοντες να
εξετάσουν το φαινόμενο
πως με μία-δύο πλοιάρια ειρήνης καλλιεργείται ένα ανύπαρκτο πολεμικό
κλίμα. Για
όσους γνωρίζουν από πόλεμο καμία προϋπόθεση δεν υπάρχει για να
δικαιολογεί
τα πρωτοσέλιδα εφημερίδων και διαδικτύου που παρουσιάζουν τις δύο
σύμμαχες και
φιλειρηνικές χώρες λίγο πριν από τα πρόθυρα της επιστράτευσης για μία
πολεμική σύγκρουση. Είναι αστείο να υποστηριχθεί ότι μία χώρα που
επιχειρεί ήδη και υφίσταται απώλειες να εμπλακεί σε ένα πόλεμο με μία άλλη στην περιοχή χώρα, όπως η Ελλάδα.
Ο
έλεγχος
της ενημέρωσης από παρακρατικά και αντιεθνικά δίκτυα είναι σε τέτοιο
βαθμό που
όλη την ημέρα σήμερα μας παρουσιάζουν εμμονικά κάποιον σύμβουλο του
Προέδρου της Τουρκίας
να μας αποκαλεί «μύγες» για να μας επιβάλουν το θυμό και τον
αποπροσανατολισμό παρά τη λήξη του συμβάντος ναυσιπλοϊας. Το γεγονός και
μόνο αυτό πρέπει να μας προβληματίσει και δείχνει παράλληλα και το φόβο
της Τουρκίας προς την Ελλάδα. Ο εχθρός μας όμως δείχνει να έχει τον
απόλυτο έλεγχο της ενημέρωσης μας και την επιβολή της ατζέντας του,
προφανώς με το απαραίτητο αντίτιμο φυσικά. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τα
αμυντικά θέματα αλλά και για όλα τα άλλα που επιβάλλουν τη μίζερη
πραγματικότητα μας.
Οι
δύο χώρες από το 1922, 96 χρόνια τώρα, ουδέποτε ήρθαν σε πόλεμο και δεν
πρόκειται λόγω της ισχύς τους. Το γεγονός ακόμη περισσότερο ότι
από το 1953 εντάχθηκαν στον κοινό οργανισμό ασφαλείας του ΝΑΤΟ, που
αποτελεί την απόλυτη
αμυντική ισχύ στον πλανήτη εξασφάλισε πέρα από πολλά άλλα και τις
φιλικές συμμαχικές
σχέσεις στα δύο έθνη, παρά την ιστορία σφαγών και εγκλημάτων κατά της
ανθρωπότητας από πλευράς Τουρκίας.
Ένας αιώνας είναι πολύ μεγάλο διάστημα για να επιστρέψουν οι δύο χώρες
σε μία
αυτοκαταστροφική πολεμική αντιπαράθεση. Το ανείπωτο έγκλημα του
διαμελισμού της Κύπρου μπορεί μόνο να εξηγηθεί από την προδοσία της
Χούντας του Πόντιου Ιωαννίδη που πρώτα εκτέλεσε το πραξικόπημα και μετά
δεν επιτέθηκε στον εισβολέα ποικιλοτρόπως ως όφειλε αμυνόμενη η Κύπρος.
Προφανώς
η εμμονή αμυντικής απασχόλησης της Ελλάδας σε έναν εχθρό που ο ίδιος
έχει απαλείψει τη χώρα μας από απειλή εδώ και χρόνια δεν εξυπηρετεί
τίποτα άλλο από τη διατήρηση εκ μέρους μας ξεπερασμένων μοντέλων άμυνας
και προσήλωσης των δυνάμεών μας σε
ανύπαρκτα σενάρια αντί των πραγματικών πεδίων επιχειρήσεων όπου ιστορικά μεγαλουργούσε
η Ελλάδα ανεξαρτήτου αποστάσεως. Η Ελλάδα, οι αποκαλούμενες «μύγες»,
έχει ένα στρατό μακράν κάθε
άλλου στα Βαλκάνια και όχι μόνο, με μία φονική πολεμική αεροπορία και
ναυτικό αντάξια της
ιστορίας του και της γενναιότητας της φυλής μας. Αυτό είναι γνωστό τοις
πάσοι και
για αυτό διεξάγεται αυτή η υπερπροσπάθεια δημιουργίας αισθήματος ήττας
και
κυρίως αγκίστρωσης τους στο εθνικό έδαφος, με απειλές τυπου κατασκευής
"αποχωρητηρίου" απέναντι από τα Ίμια στο τουρκικό έδαφος. Ίσως και για άλλους η αδύναμη πλέον
Τουρκία χρειάζεται κάποιον να της κρατάει τα "γκέμια" σε αυτοκτονικές
τάσεις αλλά η Ελλάδα αναμφίβολα δεν χρειάζεται να ακολουθεί αυτό το δρόμο.
Τέλος
για τους θλιβερούς αρμόδιους πολιτικούς αποτελεί εθνική ντροπή η σιωπή
τους στα
χρόνια θέματα της εθνικής μας άμυνας παρά τις ψηφοθηρικές και περίεργες
κραυγές
ευαισθησίας τους για την άμυνα μας από εχθές. Φυσικά για την ταμπακιέρα
κουβέντα δεν γίνεται, όπως και
με τόσα άλλα θέματα στα οποία η χώρα σαπίζει παρά τις τεράστιες
δυνατότητες και τον πλούτο της, κατεστραμένη από επικοινωνιακές
καταιγίδες.