Το κείμενο της ομιλίας του βουλευτή Κορινθίας κ. Γ. Τσόγκα, που συμπυκνώνει τις ετήσιες εργασίες της Διαρκούς Επιτροπής Περιβάλλοντος ως προς την προστασία του Κορινθιακού Κόλπου
1.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το ζήτημα
της προστασίας του Κορινθιακού Κόλπου δεν είναι η πρώτη φορά που απασχολεί την
ειδική, μόνιμη επιτροπή προστασίας περιβάλλοντος. Το θέμα είχε ξανατεθεί το
2012, ωστόσο η παρούσα επιτροπή φιλοδοξεί να θέσει τις βάσεις για τη βιώσιμη
λύση του.
Όπως είναι
ευρέως γνωστό ο Κορινθιακός Κόλπος είναι ένα κλειστός και ευπαθής κόλπος, με
πολλές ιδιαιτερότητες. Ως προς τη μορφολογία του χαρακτηρίζεται εύστοχα ως μια
μικρογραφία της Μεσογείου. Διαθέτει μια βαθιά λεκάνη (βάθη
ακόμα και άνω των 800 μέτρων) και με τις στήλες του στα δυτικά και τη διώρυγα,
προσομοιάζει με τη Μεσόγειο, που είναι η μεγαλύτερη κλειστή θάλασσα της
γης. Επίσης ο Κορινθιακός κόλπος έχει
ένα ισχυρό γεωτεκτονικό χαρακτήρα, μια διάσπαρτη τροφοδοσία ποταμοχειμάρρων,
γεγονός πολύ σημαντικό για το τροφικό καθεστώς του κόλπου, κρηπίδες πιο
εκτεταμένες στα νότια και τα δυτικά και μια αβυσσική ζώνη. Ο κόλπος
αυτός φιλοξενεί μοναδικά είδη κητωδών, όπως τα γνωστά «δελφίνια του Κορινθιακού»
και αξιόλογη θαλάσσια χλωρίδα, όπως
«Λιβάδια Ποσειδωνίας» και κοραλλιογενείς σχηματισμούς.
Ο
Κορινθιακός αντιμετωπίζει ακριβώς τα ίδια προβλήματα με αυτά που αντιμετωπίζει
η Μεσόγειος θάλασσα: ρύπανση από την ανεξέλεγκτη διάθεση αστικών, βιομηχανικών
και γεωργικών λυμάτων, διάβρωση των
ακτών, κρίσιμη υποβάθμιση των ιχθυοαποθεμάτων από την υπεραλίευση και τη χρήση συρόμενων αλιευτικών
εργαλείων, αμμοληψίες κα .
Οι
παραπάνω ανθρωπογενείς πιέσεις έχουν οδηγήσει σε υποβάθμιση του θαλάσσιου και
παράκτιου οικοσυστήματος του κόλπου και γι’ αυτό συνήλθε σε συνεδρίαση η
επιτροπή περιβάλλοντος με θέμα την «Προστασία
του Κορινθιακού Κόλπου», στις 15 Ιουνίου 2017, ημέρα Πέμπτη και ώρα 10:35
στην αίθουσα Προέδρου Αθανασίου Κωνστ.
Τσαλδάρη» (223), του Μεγάρου της Βουλής, υπό την προεδρία της κ.
Αικατερίνης Ιγγλέζη.
2.
ΘΑΛΑΣΣΙΟ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ
Προτού
όμως προχωρήσουμε στην αποτύπωση των προβλημάτων του Κορινθιακού, ας δούμε εν
τάχει τους λόγους που κάνουν ξεχωριστό αυτόν τον κόλπο.
Ποια
θαλάσσια πανίδα και χλωρίδα φιλοξενεί που χρήζει προστασίας; Γιατί το Υπουργείο Περιβάλλοντος θέλει να τον εντάξει στο δίκτυο
“Natura 2000”;
Ξεκινώντας
από τα κητώδη για τα οποία ο Κορινθιακός Κόλπος αποτελεί ιδιαίτερο ενδιαίτημα,
πρέπει να σημειώσουμε ότι στον Κορινθιακό ζουν τέσσερα διαφορετικά είδη
δελφινιών, δηλαδή όλα τα συνήθη είδη δελφινιών της Ελλάδας και της Μεσογείου.
Το ρινοδέλφινο ζει μόνο στον ρηχό δυτικό Κορινθιακό Κόλπο και στους δύο ρηχούς
κόλπους της Αντίκυρα και της Ιτέας.
Τα υπόλοιπα
τρία είδη δελφινιών, δηλαδή το ζωνοδέλφινο, το σταχτοδέλφινο και το κοινό
δελφίνι ζουν στο ανατολικό και κεντρικο, βαθύ τμήμα του κόλπου.
Ποιες
ιδιαιτερότητες παρουσιάζει όμως ο Κορινθιακός σε σχέση με αυτά τα είδη
δελφινιών;
Καταρχάς
το ζωνοδέλφινο ως πελαγικό δελφίνι ζει συνήθως μακριά από ακτές σε μεγάλα βάθη.
Δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο πληθυσμός ζωνοδέλφινων, που να ζει σε ένα
κλειστό κόλπο και μάλιστα να είναι απομονωμένος από το ανοιχτό πέλαγος. Τα
ζωνοδέλφινα του Κορινθιακού κόλπου είναι ένα μοναδικό πείραμα της φύσης που
εξελίσσεται εδώ και αιώνες ή χιλιετίες. Το ζωνοδέλφινο μαζί με το κοινό δελφίνι
και το σταχτοδέλφινο ζουν αρμονικά σε μικτά κοπάδια μόνο στον Κορινθιακό.
Επίσης
μόνο σε αυτόν τον κόλπο υπάρχουν δελφίνια που προέκυψαν από διασταύρωση του
ζωνοδέλφινου με το κοινό δελφίνι. Πρόκειται για
υβρίδια δελφίνια, με ενδιάμεσα χαρακτηριστικά που δεν έχουν παρατηρηθεί
πουθενά αλλού σε όλο τον κόσμο, ενώ περίπου 40 από αυτά ζουν στον Κορινθιακό
σήμερα.
Επιπλέον το
κοινό δελφίνι, παρά την ονομασία του, είναι πια σπάνιο και εξαφανίζεται με
ταχείς ρυθμούς από τη Μεσόγειο. Σήμερα τα κοινά δελφίνια που έχουν απομείνει
στο Ιόνιο πέλαγος δεν είναι πάνω από 50, όταν πριν 23 χρόνια ήταν 150 με 200. Γι’ αυτό και το κοινό
δελφίνι κατατάσσεται στα «κινδυνεύοντα είδη». Η διεθνής συμφωνία ACCOMABS, για την προστασία των κητωδών
της Μεσογείου και της Μαύρης θάλασσας έχει προτείνει στην Ελλάδα να
χαρακτηριστεί ο Κορινθιακός Κόλπος θαλάσσια προστατευόμενη περιοχή για κητώδη.
Ας περάσουμε τώρα στη θαλάσσια
χλωρίδα, που αποτελεί το φυσικό περιβάλλον για χιλιάδες είδη. Ο Κορινθιακός,
όπως επισήμαναν οι ειδικοί επιστήμονες, παρουσιάζει και σε αυτό το σημείο μια
σημαντική δυναμική. Στην παράκτια ζώνη από τη Ναύπακτο έως την Ιτέα έχουμε
εκτεταμένα «Λιβάδια Ποσειδωνίας»,
χωρίς φυσικά να είναι τα μόνα. Τα «Λιβάδια Ποσειδωνίας» αποτελούν προστατευόμενη
περιοχή αλιείας, από το Μεσογειακό Κανονισμό Αλιείας (Ε.Κ. 1967/2006), καθώς
επιτελούν ένα πολύ κρίσιμο ρόλο στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Διαμορφώνουν
ενδιαιτήματα για μια τεράστια ποικιλία ειδών. Τα «Λιβάδια Ποσειδωνίας» είναι ενδημικό
είδος της Μεσογείου, δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο, είναι το υποθαλάσσιο
αντίστοιχο της ελιάς. Ένα μόνο εκτάριο τέτοιου λιβαδιού μπορεί να φιλοξενήσει
μια βιοποικιλότητα άνω των χιλίων ειδών και μια ζωική βιομάζα, περίπου 15 τόνων
ξηρού βάρους. Επίσης, τα «Λιβάδια Ποσειδωνίας» λειτουργούν ως φυσικοί
κυματοθραύστες ενάντια στη διάβρωση των ακτών.
Δεύτερη σημαντική ιδιαιτερότητα του
Κορινθιακού είναι οι ασβεστοφυκικοί βυθοί. Με τον όρο «ασβεστοφύκη» νοείται
μια βιογενής δομή που οφείλεται σε διάφορα είδη κοραλλιοειδών ερυθροφυκών, τα
οποία έχουν σκληρό ασβεστούχο σκελετό. Αναπτύσσονται στο θαλάσσιο βυθό
διακλαδούμενα και αποτελούν ενδιαίτημα για πολλά είδη ψαριών, που βρίσκουν εκεί
καταφύγιο για τα αυγά τους. Είναι οι λιγότερο γνωστοί τύποι βυθού, λόγω του ότι
εμφανίζονται σε μεγάλα βάθη, αλλά είναι κρίσιμο να προστατεύονται για τους
λόγους που προαναφέραμε.
Ο κολοφώνας όμως της βιοποικιλότητας
στον Κορινθιακό Κόλπο είναι οι κοραλλιογενείς
σχηματισμοί. Στη θαλάσσια περιοχή της Περαχώρας, που περιλαμβάνει και τις
Αλκυονίδες νήσους, έχουμε πάρα πολύ σημαντικές κοραλλιογενείς βιοκοινωνίες. Είναι συστήματα από ροδοφύκη, ασβεστωμένα, που εκτός από
ενδιαιτήματα για πάρα πολλά είδη είναι και καταβόθρες ατμοσφαιρικού διοξειδίου,
δηλαδή πολύ σημαντικοί σύμμαχοι στην κλιματική αλλαγή. Θα μπορούσαμε και να μην έχουμε
κοράλλια στον Κορινθιακό. Γι’ αυτό και ο κόλπος αυτός παρουσιάζει τέτοιο
ενδιαφέρον από οικοσυστημική άποψη.
3. ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ Ο
ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΣ ΚΟΛΠΟΣ
Όπως προαναφέρθηκε, ο Κορινθιακός
Κόλπος είναι ένας κλειστός κόλπος με αποτέλεσμα την αργή ανανέωση των υδάτων
του, κάθε εκατό χρόνια περίπου. Ο κόλπος όμως αυτός, γύρω από τον οποίο άνθισαν
σπουδαίοι πολιτισμοί, δέχεται εντατικές και εκτεταμένες ανθρωπογενείς πιέσεις.
Ανάλογη ειδική επιτροπή της βουλής το 2012 είχε αναδείξει τα προβλήματα του
Κορινθιακού Κόλπου, αλλά οι προτάσεις δεν μετουσιώθηκαν σε νομοθετικό έργο και
σαφή μέτρα. Η κυβέρνηση έχει την ευκαιρία, με βάση και τις προτάσεις της
ειδικής επιτροπής περιβάλλοντος να θέσει τα θεμέλια για μια μεσομακροπρόθεσμη
δέσμη μέτρων προστασίας του Κορινθιακού Κόλπου.
Ας ξεκινήσουμε όμως τα προβλήματα
που αντιμετωπίζει για δεκαετίες ο Κορινθιακός Κόλπος.
Θα εκκινήσουμε από το πρόβλημα τις
υπεραυλίευσης και ιδιαίτερα με συρόμενα μέσα, όπως βιντζότρατες, τα οποία
λειτουργούν σαρωτικά, αφού συλλαμβάνουν το σύνολο των θαλάσσιων οργανισμών
μέχρι και τον βυθό. Έτσι πιάνουν και το γόνο μη επιτρέποντας να παραχθούν νέα
ιχθυοαποθέματα. Επίσης καταστρέφουν τα λιβάδια της Ποσειδωνίας που αποτελούν
τους οικότοπους για την αναπαραγωγή των ψαριών αλλά λειτουργούν και ως
κυματοθραύστες ενάντια στη διάβρωση των ακτών. Ως προς το πρόβλημα της
υπεραλίευσης υπάρχουν επώνυμες καταγγελίες από αλιείς και έχουν γίνει
κατασχέσεις διχτυών και συλλήψεις από τη Λιμενική Αρχή Πάτρας. Ενώ το έντονο
πρόβλημα των μεδουσών στον Κορινθιακό αλλά και στον Πατραϊκό κόλπο φέτος είναι
ακόμη μια απόδειξη της διατάραξης του οικοσυστήματος.
Επίσης η μόλυνση του Κορινθιακού
Κόλπου από γεωργικά, αστικά και βιομηχανικά λύματα αλλά και από την απόρριψη
επί 40 έτη κόκκινης λάσπης από το εργοστάσιο «Αλουμίνιον της Ελλάδος» στα Άσπρα
Σπίτια Βοιωτίας, έχει οδηγήσει στην υποβάθμιση των υδάτων και των
ιχθυοαποθεμάτων του κόλπου. Η θαλάσσια απόρριψη κόκκινης λάσπης έχει σταματήσει
σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρίας, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι το πρόβλημα δεν
υπάρχει. Μια περιοχή διακοσίων τετραγωνικών χιλιομέτρων στον πυθμένα του
Κορινθιακού Κόλπου καλύπτεται από κόκκινη λάσπη. Το 90% της κόκκινης λάσπης
βρίσκεται στον κόλπο των Αντικύρων. Είναι επίσης ενδιαφέρον πως όποιο δείγμα
και αν πάρεις από τον Κορινθιακό Κόλπο περιέχει το στοιχείο της κόκκινης λάσπης,
η οποία επίσης περιέχει δεκάδες και εκατοντάδες φορές υψηλότερες συγκεντρώσεις
βαρέων μετάλλων από τα φυσικά ιζήματα. Επίσης στο κόλπο των Αντικύρων υπάρχουν
τρεις λόφοι κόκκινης λάσπης άνω των 30 μέτρων ύψους.
Συνεχίζοντας θα πρέπει να
επισημάνουμε ότι παράκτια του Κορινθιακού υπάρχει έλλειψη από αγωγούς συλλογής
λυμάτων και βιολογικούς καθαρισμούς, καθώς και ότι οι πολλοί από τους
υπάρχοντες βιολογικούς καθαρισμούς υπολειτουργούν ή δε λειτουργούν καθόλου. Το αποτέλεσμα
είναι ότι τα λύματα μολύνουν το σύνολο του παράκτιου περιβάλλοντος και
καταλήγουν φυσικά μέσα στη θάλασσα. Ο κίνδυνος για τη θαλάσσια πανίδα και
χλωρίδα από τη μεταφορά ρυπαντικού φορτίου λυμάτων και ο κίνδυνος για τη
δημόσια υγεία είναι εμφανείς.
Επιπρόσθετα η Πελοπόννησος στο
βόρειο κομμάτι της χτίστηκε χωρίς κανένα χωροταξικό σχεδιασμό. Όλη η περιοχή
από την Κόρινθο μέχρι την Πάτρα είναι οικοδομημένη άναρχα. Και φυσικά δεν
υπάρχει ούτε θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός. Ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός
θα πρέπει να βλέπει την παράκτια ζώνη ως ένα ενιαίο σύνολο με τη θάλασσα, έτσι
ώστε οι ιχθυοκαλλιέργειες, τα αιολικά πάρκα και οι ανεμογεννήτριες να μην
επιβαρύνουν περιβαλλοντικά τις παράκτιες περιοχές. Πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα
οι εργασίες για την εφαρμογή της
ευρωπαϊκής οδηγίας για το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό στη χώρα μας.
Ωστόσο το δυσκολότερο πρόβλημα ως
προς την αντιμετώπισή του είναι η διάβρωση των ακτών του Κορινθιακού κόλπου. Οι τεράστιοι όγκοι αμμοληψιών (για παράδειγμα
για την κατασκευή της Ολυμπίας Οδού) που έγιναν και που χρειάζονται δεκαετίες
για να αποκατασταθούν, αν ποτέ αποκατασταθεί η άμμος, έχουν οδηγήσει στη διάβρωση
των ακτών του κόλπου. Σήμερα, ακόμα και μέσα στην πόλη της Κορίνθου έχουμε
ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα που κινδυνεύουν να εγκαταλειφθούν λόγω της
διάβρωσης από τη θάλασσα. Επίσης οι γεωτεκτονικές καθιζήσεις μετά από σεισμούς,
οι καθιζήσεις από θαλάσσιες κατολισθήσεις και η παύση της στερεοπαροχής φερτών
υλικών στον Κορινθιακό κόλπο επιτείνουν το φαινόμενο.
Τα παραπάνω προβλήματα σχηματίζουν
μια εικόνα αλλοίωσης του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος αυτού του
κλειστού κόλπου. Αυτό φαίνεται τόσο από
τη μείωση των βενθοπελαγικών ιχθυοαποθεμάτων, από την έλλειψη φυκιών, από την
κακοποίηση των κοραλλιογενών σχηματισμών και των λιβαδιών της ποσειδωνίας.
Συντεταγμένα πλέον με νομοθετικά και εφαρμοστικά μέτρα πρέπει ανασχεθούν τα
παραπάνω φαινόμενα.
4. ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ
ΚΟΛΠΟΥ
Η διαρκής επιτροπή που συνήλθε στη Βουλή
με βασικό θέμα την προστασία του Κορινθιακού Κόλπου ομόφωνα υιοθέτησε την απόφαση του Υπουργείου
για την ένταξη ολόκληρου του κόλπου στις προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές “Natura, προκειμένου να
υπάρξουν κανόνες για την ανθρώπινη δραστηριότητα. Η ένταξη του Κορινθιακού Κόλπου
στο δίκτυο των θαλάσσιων περιοχών “Natura” σημαίνει και την ίδρυση ειδικού φορέα διαχείρισής του,
στον οποίο θα εκπροσωπούνται και οι τέσσερις περιφέρειες που βρέχει ο κόλπος,
οι επιστημονικοί φορείς και οι οικολογικές οργανώσεις.
Από μόνη της όμως η ονομασία “Natura” δε μπορεί να
προστατεύσει τον Κορινθιακό αν δεν υπάρχει έλεγχος της εφαρμογής της κείμενης
νομοθεσίας. Ο εποπτεύων δηλαδή φορέας του Κορινθιακού θα πρέπει να έχει ως
βασικό ρόλο ότι τα συγκεκριμένα μέτρα που θα νομοθετηθούν θα εφαρμόζονται χωρίς
αποκλίσεις. Και φυσικά πρέπει να ενημερώσουμε τις τοπικές κοινωνίας για το τι
σημαίνεις “Natura”, καθώς σίγουρα δε
σημαίνει στείρες απαγορεύσεις.
Με την ένταξη του Κορινθιακού στο
θαλάσσιο δίκτυο Natura, ο εύθραυστος αυτός
κόλπος καθιερώνεται ως προστατευόμενη
περιοχή αλιείας και ως οικότοπος προτεραιότητας. Τι σημαίνει αυτό;
Σημαίνει ότι μετά την ολοκλήρωση της
χαρτογράφησης των βυθών με θαλάσσια βλάστηση κυρίως από Ποσειδωνία,
απαγορεύεται η αλιεία στις περιοχές αυτές με δράγες γρι-γρι, γρίπους συρόμενους
από σκάφος, πεζότρατες ή παρόμοια δίχτυα. Εφαρμόζεται έτσι και για τον
Κορινθιακό κόλπο η Ευρωπαϊκή Οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών
οικοτόπων.
Ο Κορινθιακός Κόλπος μαζί με την
παράκτια ζώνη είναι ανάγκη να αντιμετωπιστούν ως ένα ενιαίο οικοσύστημα και να
μελετηθούν ολιστικά. Μόνο έτσι θα γνωρίσουμε τον Κορινθιακό αλλά και θα
αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά δύσκολα προβλήματα, όπως αυτό τις διάβρωσης των
ακτών, εφόσον, όπως ειπώθηκε σχεδόν από το σύνολο των φορέων, δεν γνωρίζουμε αρκετά
για τον Κορινθιακό Κόλπο. Μέσο λοιπόν για την προστασία του είναι και η εκπόνηση επιστημονικών μελετών για την αντικειμενική γνώση του
οικοσυστήματος του Κορινθιακού Κόλπου, των ιχθυοαποθεμάτων, των κητωδών, των
λιβαδιών της ποσειδωνίας, της παράκτιας ζώνης.
Ακούγοντας πολύ προσεκτικά όλους
φορείς και τους ειδικούς επιστήμονες θα ήθελα να σταθώ στα εξής σημεία:
Καταρχήν στην ανάγκη αποκατάστασης ορισμένων περιοχών
ξεκινώντας από τον κόλπο των Αντικύρων, ο οποίος έχει δεχτεί το
κύριο βάρος της επιβάρυνσης από την κόκκινη λάσπη. Το ΕΛΚΕΘΕ και τα
πανεπιστήμια πρέπει άμεσα να δουλέψουν πάνω σε ένα πρόγραμμα αποκατάστασης του
κόλπου.
Επίσης στην αναγκαιότητα να
ξεκινήσει άμεσα ο θαλάσσιος και
παράκτιος χωροταξικός σχεδιασμός, καθώς επισημάνθηκε ότι οι ιχθυοκαλλιέργειες και τα αιολικά πάρκα
καταλαμβάνουν τις βόρειες ακτές του Κορινθιακού, όπως την παραλία της
«Χερσονήσου» στο Γαλαξίδι, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των λουόμενων και τη
διατάραξη του οικοσυστήματος. Ο χωροταξικός σχεδιασμός θα μας βοηθήσει να
αποφευχθούν φαινόμενα, όπως η γνωστή πρακτική των τσιμέντων στη θάλασσα .
Στην ανάγκη να ενισχυθούν οι
βιολογικοί καθαρισμοί και τα αποχετευτικά δίκτυα σε όλη τη λεκάνη του
Κορινθιακού κόλπου, προκειμένου να μειωθεί η ρύπανση από αστικά, γεωργικά και βιομηχανικά
λύματα. Προτείνεται η αναβάθμιση των υπαρχόντων βιολογικών καθαρισμών, η
δημιουργία νέων όπου απαιτείται, καθώς και ενίσχυση των αποχετευτικών δικτύων.
Μάλιστα οι δύο αυτές ενέργειες μπορούν να ξεκινήσουν άμεσα και να συνεχίζονται
παράλληλα με την εκπόνηση χωροταξικού σχεδιασμού.
Για τους ανθρώπους που μεγάλωσαν δίπλα στον Κορινθιακό κόλπο, για αυτούς που ζουν από αυτόν
και γι’ αυτούς που τον μελετούν είναι πρόδηλη η ανάγκη για άμεση λήψη μέτρων
για την προστασία του. Εάν θέλουμε να συνεχίσουμε να παίρνουμε τις
οικοσυστημικές υπηρεσίες που μας δίνει ο Κορινθιακός, πρέπει κεντρικά αλλά και
τοπικά (σε επίπεδο περιφέρειας και νομού) να θέσουμε ως προτεραιότητα την
αποκατάσταση των καταστροφών και την ολοκληρωμένη προστασία του. Και δυστυχώς φαίνεται, ότι ο χρόνος δεν είναι
με το μέρος μας.