Οι βαρύγδουπες εξαγγελίες της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για την ανακάλυψη των Ελλήνων μεγαλοκαταθετών που έχουν μεταφέρει τεράστια ποσά στην Ελβετία και σε άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, καθώς και σε φορολογικούς «παραδείσους», αποδείχθηκαν επικοινωνιακές «φούσκες». Και οι διαβεβαιώσεις του κ. Παπακωνσταντίνου και του κ. Βενιζέλου, για την «παραδειγματική τιμωρία» όσων εντοπίζονται να διακινούν «μαύρο» χρήμα, δεν ήταν τίποτα άλλο από κενό γράμμα.
Δύο χρόνια τώρα οι υπουργοί Οικονομικών προπορεύονται εντυπωσιακά στα λόγια και στις υποσχέσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος αλλά σημειώνουν τραγική ολιγωρία στην υλοποίηση, καθώς ακόμα και σήμερα δεν έχει υπάρξει συμφωνία για τη φορολόγηση των μυστικών καταθέσεων ούτε με την Ελβετία. Και αυτό, τη στιγμή που άλλες χώρες, όπως η Βρετανία και η Γερμανία, που δεν έχουν τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας, εξασφάλισαν σημαντικά οικονομικά οφέλη με εξαιρετικά συμφέρουσες γι’ αυτές συμφωνίες.
Είναι δεδομένο ότι η φοροδιαφυγή στη χώρα μας ανέρχεται σε εκατοντάδες δισ. ευρώ. Είναι, όμως, χαρακτηριστική και η αδυναμία που επιδεικνύει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να την ελέγξει, την ώρα που ξεχειλίζει η αγανάκτηση των έντιμων και συνεπών φορολογουμένων, οι οποίοι βλέπουν ότι επιβάλλονται στους ίδιους δυσβάσταχτα χαράτσια, ενώ χιλιάδες μεγαλοκαταθέτες αφήνονται ανενόχλητοι να ξεπλένουν βρόμικο χρήμα σε χώρες-φορολογικούς «παραδείσους», σε off shore και εταιρίες-βιτρίνες.
Το βέβαιο είναι ότι ο εντοπισμός μόνο ενός μέρους από την εκτεταμένη φοροδιαφυγή θα αρκούσε ώστε τα ποσά που θα κατέληγαν στα άδεια ταμεία του κράτους να ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα από τα έσοδα που αποκομίζει το Δημόσιο από το χαράτσι που επιβάλλει στους ιδιοκτήτες ακινήτων ή ακόμα και από τις περικοπές στους μισθούς και στις συντάξεις. Που, ενδεχομένως, δεν θα χρειαζόταν να γίνουν.
Οι φορολογούμενοι πολίτες θέλουν να μάθουν γιατί, ενώ οι ίδιοι υφίστανται πρωτοφανή οικονομική αφαίμαξη, κάποιοι άλλοι που έβγαλαν το «μαύρο χρήμα» στο εξωτερικό παραμένουν ανέγγιχτοι. Και γιατί δεν έχει βρεθεί έστω ένας που να είναι υπόλογος και να τιμωρηθεί παραδειγματικά.
Δύο χρόνια τώρα οι υπουργοί Οικονομικών προπορεύονται εντυπωσιακά στα λόγια και στις υποσχέσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος αλλά σημειώνουν τραγική ολιγωρία στην υλοποίηση, καθώς ακόμα και σήμερα δεν έχει υπάρξει συμφωνία για τη φορολόγηση των μυστικών καταθέσεων ούτε με την Ελβετία. Και αυτό, τη στιγμή που άλλες χώρες, όπως η Βρετανία και η Γερμανία, που δεν έχουν τα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας, εξασφάλισαν σημαντικά οικονομικά οφέλη με εξαιρετικά συμφέρουσες γι’ αυτές συμφωνίες.
Είναι δεδομένο ότι η φοροδιαφυγή στη χώρα μας ανέρχεται σε εκατοντάδες δισ. ευρώ. Είναι, όμως, χαρακτηριστική και η αδυναμία που επιδεικνύει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να την ελέγξει, την ώρα που ξεχειλίζει η αγανάκτηση των έντιμων και συνεπών φορολογουμένων, οι οποίοι βλέπουν ότι επιβάλλονται στους ίδιους δυσβάσταχτα χαράτσια, ενώ χιλιάδες μεγαλοκαταθέτες αφήνονται ανενόχλητοι να ξεπλένουν βρόμικο χρήμα σε χώρες-φορολογικούς «παραδείσους», σε off shore και εταιρίες-βιτρίνες.
Το βέβαιο είναι ότι ο εντοπισμός μόνο ενός μέρους από την εκτεταμένη φοροδιαφυγή θα αρκούσε ώστε τα ποσά που θα κατέληγαν στα άδεια ταμεία του κράτους να ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα από τα έσοδα που αποκομίζει το Δημόσιο από το χαράτσι που επιβάλλει στους ιδιοκτήτες ακινήτων ή ακόμα και από τις περικοπές στους μισθούς και στις συντάξεις. Που, ενδεχομένως, δεν θα χρειαζόταν να γίνουν.
Οι φορολογούμενοι πολίτες θέλουν να μάθουν γιατί, ενώ οι ίδιοι υφίστανται πρωτοφανή οικονομική αφαίμαξη, κάποιοι άλλοι που έβγαλαν το «μαύρο χρήμα» στο εξωτερικό παραμένουν ανέγγιχτοι. Και γιατί δεν έχει βρεθεί έστω ένας που να είναι υπόλογος και να τιμωρηθεί παραδειγματικά.