Εγκύκλιο με την οποία ρυθμίζεται η ανάθεση σε ελεγκτικές εταιρείες και δικηγορικά γραφεία της είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο, εξέδωσε το υπουργείο Οικονομικών. Σύμφωνα με την εγκύκλιο, η έρευνα για την είσπραξη των οφειλών θα ανατίθεται με εξάμηνες συμβάσεις οι οποίες θα συνάπτονται από τους προϊσταμένους των υπηρεσιών, στις οποίες είναι βεβαιωμένες οι ληξιπρόθεσμες ανείσπρακτες οφειλές.
Υποχρέωση των αναδόχων θα είναι να ερευνούν τα δεδομένα συγκεκριμένων υποθέσεων οφειλετών του Δημοσίου με χρέη βασικής οφειλής «κατά προτίμηση» άνω των 150.000 ευρώ, να υποδεικνύουν πρακτικές και να παράσχουν εξειδικευμένες κατά περίπτωση νομικές συμβουλές με σκοπό την αξιοποίηση των παρεχομένων πληροφοριών.
Το υπουργείο ελπίζει ότι οι ιδιώτες θα εντοπίζουν τυχόν επιπλέον περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως για παράδειγμα τραπεζικούς λογαριασμούς, ακίνητα που δεν έχουν δηλωθεί ή δεν έχουν μεταγραφεί, απαιτήσεις στα χέρια τρίτων κ.ά..
Σύμφωνα με την εγκύκλιο την ανάθεση της έρευνας θα αναλαμβάνουν ελεγκτικές εταιρείες ή δικηγόροι ή δικηγορικά γραφεία ή κοινοπραξίες αυτών υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα σχετίζονται με οποιονδήποτε τρόπο με την επιχείρηση ή το πρόσωπο του οφειλέτη ούτε να αναλαμβάνει υποθέσεις του για διάστημα τουλάχιστον τριών ετών μετά την ημερομηνία λήξης της σύμβασης.
Μάλιστα, ο ανάδοχος, εφόσον είναι εταιρεία, θα γνωστοποιεί στο υπουργείο το διατιθέμενο προσωπικό του ονομαστικά, με πλήρη στοιχεία και ΑΦΜ, με αναφορά των ειδικοτήτων και της εμπειρίας καθενός βάσει υποβαλλόμενων βεβαιώσεων αυτής (της εταιρείας) και βιογραφικών σημειωμάτων αυτών.
Η επιλογή των οφειλετών θα γίνεται από την Γενική Διεύθυνση Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων σε συνεννόηση με τους προϊσταμένους των εφοριών. Ο ανάδοχος θα δικαιούται αμοιβής για κάθε μία από τις αναληφθείσες υποθέσεις και ανάλογα με το εάν η υπόθεση περατώνεται η αμοιβή θα κυμαίνεται από 200 έως 1.000 ευρώ.
Υποχρέωση των αναδόχων θα είναι να ερευνούν τα δεδομένα συγκεκριμένων υποθέσεων οφειλετών του Δημοσίου με χρέη βασικής οφειλής «κατά προτίμηση» άνω των 150.000 ευρώ, να υποδεικνύουν πρακτικές και να παράσχουν εξειδικευμένες κατά περίπτωση νομικές συμβουλές με σκοπό την αξιοποίηση των παρεχομένων πληροφοριών.
Το υπουργείο ελπίζει ότι οι ιδιώτες θα εντοπίζουν τυχόν επιπλέον περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως για παράδειγμα τραπεζικούς λογαριασμούς, ακίνητα που δεν έχουν δηλωθεί ή δεν έχουν μεταγραφεί, απαιτήσεις στα χέρια τρίτων κ.ά..
Σύμφωνα με την εγκύκλιο την ανάθεση της έρευνας θα αναλαμβάνουν ελεγκτικές εταιρείες ή δικηγόροι ή δικηγορικά γραφεία ή κοινοπραξίες αυτών υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα σχετίζονται με οποιονδήποτε τρόπο με την επιχείρηση ή το πρόσωπο του οφειλέτη ούτε να αναλαμβάνει υποθέσεις του για διάστημα τουλάχιστον τριών ετών μετά την ημερομηνία λήξης της σύμβασης.
Μάλιστα, ο ανάδοχος, εφόσον είναι εταιρεία, θα γνωστοποιεί στο υπουργείο το διατιθέμενο προσωπικό του ονομαστικά, με πλήρη στοιχεία και ΑΦΜ, με αναφορά των ειδικοτήτων και της εμπειρίας καθενός βάσει υποβαλλόμενων βεβαιώσεων αυτής (της εταιρείας) και βιογραφικών σημειωμάτων αυτών.
Η επιλογή των οφειλετών θα γίνεται από την Γενική Διεύθυνση Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων σε συνεννόηση με τους προϊσταμένους των εφοριών. Ο ανάδοχος θα δικαιούται αμοιβής για κάθε μία από τις αναληφθείσες υποθέσεις και ανάλογα με το εάν η υπόθεση περατώνεται η αμοιβή θα κυμαίνεται από 200 έως 1.000 ευρώ.